Συνέντευξη στον Δημήτρη Ν. Μανιάτη και την εφημερίδα «ΝΕΑ»
Από το υπόγειο των φυλακών Κορυδαλλού, ο Βασίλης Στεφανάκος μιλάει στα «ΝΕΑ» για όλους και για όλα Ιανουάριος 2008.
Ο Βασίλης Στεφανάκος οδηγείται με χειροπέδες από αστυνομικούς στο Αυτόφωρο, στα Δικαστήρια της Ευελπίδων.
Σήμερα κρατείται στον Κορυδαλλό, σε απομόνωση. Το σταθερό τηλέφωνο του γραφείου στην εφημερίδα δεν αναγνωρίζει την κλήση. Γίνεται από καρτοτηλέφωνο από το υπόγειο των φυλακών Κορυδαλλού. Από τον τέταρτο όροφο των «ΝΕΩΝ» μέχρι το υπόγειο και τη στιβαρή, καθαρή φωνή της άλλης άκρης η απόσταση είναι μια τηλεκάρτα, ένα τηλεφωνικό ραντεβού και μια ενδιαφέρουσα ιστορία.
Για το ψυχρό αστυνομικό ρεπορτάζ, είναι βαρυποινίτης. Κρατούμενος σήμερα στον Κορυδαλλό.
Κατηγορούμενος ως και βαρόνος του «συνδικάτου του εγκλήματος», ανάμεσα σε άλλα κατηγορούμενος για την απαγωγή του εφοπλιστή Παναγόπουλου. Για τους φίλους του, είναι απλώς ο Βασίλης. Ειλικρινής. Με λόγο. Και κώδικα. Μια σχεδόν μυθιστορηματική φιγούρα. Εκεί που μπερδεύονται οι «γραμμές» των ποινικών με τους πολιτικούς, μια νέα ώσμωση των τελευταίων χρόνων, κυρίαρχη περίπτωση είναι ο Στεφανάκος. Που, παρά το βάρος του, ελίχθηκε με ευκολία στους πιο ετερόκλητους κόσμους. Στη βαθιά νύχτα και την Αριστερά.
Ο ίδιος δέχθηκε να μας μιλήσει. Με θάρρος και χωρίς φόβο.
-Καλησπέρα. Πού είσαι αυτή τη στιγμή;
«Aνήκω οργανικά στις φυλακές Δομοκού. Εδώ και ενάμιση χρόνο κρατούμαι στον Κορυδαλλό στο πλαίσιο Εφετείου για μια παλιά υπόθεση, την απαγωγή Παναγόπουλου, για την οποία δεν είχα κατηγορηθεί αλλά έδειχναν να μιλάνε για μένα οι άλλοι εμπλεκόμενοι. Δεν υπάρχει όμως δική μου συνομιλία».
-Το κελί σου;
«Κρατούμαι με ειδική εντολή του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Αθανασίου σε έναν υπόγειο χώρο σε απομόνωση - εγώ και δύο συγκρατούμενοί μου -, εκεί που κρατάγανε αρχικά τους χουντικούς και τη 17 Νοέμβρη. Ενα υπόγειο κάτω από τη ΣΤ' πτέρυγα. Χωρίς αέρα και προαύλιο. Μόνο ένα κρεβάτι, ένα μπάνιο, μια τουαλέτα, δυο ράφια.»
-Πώς επικοινωνείς;
«Βλέπω τους δικούς μου στα επισκεπτήρια. Τηλέφωνο έχουμε εδώ στον κοινόχρηστο χώρο ενώ το Ίντερνετ είναι παράνομο. Υπάρχει βέβαια μια ανοχή αφού όλη η φυλακή έχει τηλέφωνο».
-Διαβάζεις;
«Σταμάτησα να διαβάζω το 1979, όταν γύρισα από τη Σουηδία. Γυρίζοντας εδώ προσπάθησα να γίνω επιχειρηματίας, τότε διάβαζα μόνο εφημερίδες. Ξεκίνησα να διαβάζω ξανά και βιβλία το 2008, όταν φυλακίστηκα. Αρχισα να ξεθάβω τα αρχεία μου, τα ακούσματά μου. Ολοι οι άνδρες της οικογένειάς μου έχουν περάσει από Μακρόνησο. Ο πατέρας μου ήταν τελευταία φορά κρατούμενος στη Λέρο. Εκεί από την πρώτη μέρα της δικτατορίας το 1967. Τον θυμάμαι μια ζωή να διαβάζει».
-Εσύ πέρασες από αριστερές οργανώσεις;
«Αρχικά ήμουν στη ΜΟΔΝΕ, στα μαθητικά περίχωρα της ΚΝΕ, αλλά αυτό το συντεταγμένο με χάλαγε. Αρχισε να μου μπαίνει το μικρόβιο της αμφιβολίας. Τότε, βέβαια, που ξηλώνανε τα Χαυτεία οι οικοδόμοι του ΚΚΕ ήμουν μαζί τους στις συγκρούσεις, αλλά όταν δεν πήγαινα να πουλήσω "Οδηγητή" μού λέγανε πως είχα μικροαστικά κατάλοιπα. Και σαφώς είχα. Δεν θα πήγαινα να πουλήσω. Στον πολιτιστικό σύλλογο της Στοκχόλμης, που ήμουν ενεργός λίγο αργότερα, είχα έναν θείο που ήταν κηδεμόνας μου και ανήκε στο ΚΚΕ εσωτερικού. Είχα συμπάθεια και σε κάτι υπέροχους γέρους μαοϊκούς, ανθρώπους χωρίς πατρίδα, ταλαιπωρημένους κομμουνιστές. Σιγά σιγά έβλεπα διαφορετικά τα πράγματα. Με ενοχλούσε η μη αυτοκριτική και τα κονκλάβια του ΚΚΕ, ήταν πιο συνεπές βέβαια αλλά ίσως και εκ του ασφαλούς. Απλώς ψήφιζα ΚΚΕ εσωτερικού χωρίς περαιτέρω σχέσεις. Τίποτε άλλο».
-Και πώς ζούσες;
«Δεν έχω κατηγορηθεί για τίποτε πέρα από την αυτοδικία. Όλες οι κατηγορίες εναντίον μου είναι πως έκανα κάτι γιατί μου έκαναν κάτι άλλο, δεν έχω κατηγορηθεί ως επαγγελματίας κακοποιός. Η ουσιαστική κατηγορία που με κρατά μέσα είναι μια ποινή 21 χρόνων γιατί υποτίθεται πως σκότωσα έναν που έβαζε επανειλημμένως βόμβες. Δεν είχα όμως επαγγελματική δραστηριότητα με την παρανομία. Σαφώς δεν ήταν ίσιο το μονοπάτι, αλλά ό,τι έβγαλα το σκόρπισα, Δημήτρη μου, ούτε περίεργα ούτε τίποτε. Η γειτονιά μου ήταν το Χαϊδάρι, είχα όμως μάντρα με νταλίκες στον Ασπρόπυργο, γύρναγα με φίλους εκεί αλλά και στην Ελευσίνα, στα ταβερνάκια. Ακόμη κι όταν άνοιξα νυχτερινά μαγαζιά, δεν μπορούσα να ταιριάξω με αυτό το σύστημα».
-Ποια νυχτερινά κέντρα είχες;
«Για παράδειγμα, είχα νοικιάσει από τη χήρα του Θωμά Μιχαηλίδη τα Νέα Δειλινά, μετά το πήραν το 2004 τα ολυμπιακά ακίνητα. Στη Θεσσαλονίκη νοίκιασα δύο φορές μαγαζιά. Βασικά στην Αθήνα είχα τα Πλατό, Ερως, Νεράιδα, Prime (το χειμερινό ήταν στη Βουλιαγμένης και το καλοκαιρινό στη «μεγάλη» Νεράιδα). Βασικά όμως η δουλειά μου ήταν κυρίως εισαγωγές αυτοκινήτων, γερανοί, νταλίκες».
-Πόσο καιρό τώρα είσαι στη φυλακή;
«Είμαι οκτώμισι χρόνια μέσα. Στη φυλακή, από τη στιγμή που αρχίζεις να κοιτάς την πόρτα - είτε περιμένοντας να βγεις κανονικά είτε προσπαθώντας να δραπετεύσεις - οι μέρες είναι εβδομάδες. Οι μήνες είναι αιώνες. Στη φυλακή ένας τρόπος υπάρχει να ωφεληθείς απ' τον χρόνο: να μην τον θεωρήσεις χαμένο. Να προσπαθήσεις να διατηρήσεις την υγεία σου. Το μυαλό σου. Το μέσα σού βγάζει ορισμένες κακίες που δεν ήξερες πως τις έχεις. Τη φυλακή πρέπει να την κουβαλάς στην πλάτη σου και να πατάς καλά κάτω. Ημουν ισοβίτης αρχικά. Που σημαίνει είκοσι συναπτά χρόνια μέσα. Δηλαδή θα έβγαινα 67 χρονών. Το έσπασα μετά στο Εφετείο. Εκατό τόσους μήνες είμαι μέσα κι έπρεπε να έχω βγει στις 19 Μαΐου με μια διάταξη, αλλά δεν μου αναγνωρίσανε δύο μήνες παλιά ποινή και δεν πρόλαβα να αποφυλακιστώ γιατί έληξε ο νόμος - δούλευα μέσα στη φυλακή. Κάναμε συνέχεια κινητοποιήσεις, όλο κάτι ζητάγαμε ως κρατούμενοι».
-Εχεις ζήσει οκτώμισι χρόνια μέσα. Εχεις δει κυβερνήσεις. Υπήρξε κάποια πιο ευαίσθητη με τους φυλακισμένους;
«Κοίταξε, σαφώς ο Παρασκευόπουλος και το παρεάκι του είναι πιο ευαίσθητοι. Δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Ώς εκεί και στοπ. Κι αυτό αφού τους δημιουργούν ενοχικά σύνδρομα και είναι και ανεπαρκείς. Δεν είναι τέτοιες οι καταστάσεις για ανθρώπους του «ναι μεν αλλά», δεν έχουν πυγμή, φοβούνται μηχανισμούς. Ακόμη κάνουν κουμάντο οι μηχανισμοί του παρακράτους της Δεξιάς, υποδόρια ακόμη κάνουν τη δουλειά τους. Από την άλλη, οι νόμοι είναι άτεχνοι, αφήνουν πολλά περιθώρια ερμηνείας και ασάφειας. Επειδή είναι μάστορες οι δικαστές κι έχουν διαβάσει πολύ, συχνά ερμηνεύουν κατά το δοκούν. Τον δρεπανηφόρο - αυστηρό - δικαστή δεν τον κρίνει κανείς».
-Ποιο θεωρείς σήμερα το βασικό πρόβλημα στις φυλακές;
«Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει τη διάθεση, που να ξέρει να φτιάξει σωφρονιστική πολιτική. Αυτό βέβαια δεν είναι εύκολο. Σήμερα τις φυλακές τις κρατάνε με τα δόντια, κάνουν θελήματα στους μεγαλοκρατουμένους για να μην τιναχθούν οι φυλακές στον αέρα, έχουν ένα ξεχείλωμα γιατί δεν υπάρχουν υπάλληλοι και δομές».
-Εξήγησέ το μας αυτό.
«Άκου: Ένας υπάλληλος τώρα, το βράδυ στις 21.00, θα μπει σε μια πτέρυγα με 400-450 κρατουμένους και με ένα κλειδάκι στα χέρια του θα τους βάλει μέσα να τους κλείσει. Αυτοί είναι όλοι μαζί, για τον καθέναν από αυτούς έχουν ασχοληθεί για να τους πιάσουν αστυνομικοί, περιπολικά, ειδικές δυνάμεις. Για όλο αυτό το μάζεμα των κρατουμένων υπάρχει μόνο ένας υπάλληλος. Την ώρα που τους μαζεύει, άλλος δεν προλαβαίνει, άλλος έχει στερητικά από ναρκωτικά, άλλος έμαθε πως η γυναίκα του είναι έξω με άλλον. Κι όμως μπαίνουν στα κελιά την κατάλληλη ώρα γιατί εφάπτονται οι ζωές μας με των υπαλλήλων και είναι έτσι όπως σ' το λέω, Δημήτρη, δεν θέλω να φανεί πως τους χαϊδεύω».
-Αποσυμφόρηση δεν έγινε;
«Αποσυμφόρηση υπήρξε, ναι, με τον νόμο Παρασκευόπουλου, έφυγαν δυο-τρεις χιλιάδες άτομα, ήτανε κάτι αυτό. Είναι οι ποινές τόσο εξοντωτικές και γι' αυτό αναγκάζονται οι κυβερνήσεις και βγάζουν νόμους - φίλτρα με ευνοϊκές διατάξεις».
-VIP μέσα υπάρχουν;
«Από πάνω μου κρατούνται: Τσοχατζόπουλος, Μαρτίνης, Μουσάς και άλλοι. Είναι για γέλια και για κλάματα. Οταν μονολογούν δεν σταματάνε πάντως να σε εκπλήσσουν… »
-Ομάδες υπάρχουν;
«Στις φυλακές υπάρχουν μόνο συμμορίες: Ρώσοι, Αλβανοί, Κούρδοι, Πακιστανοί, Αλγερινοί (αυτά είναι δύσκολα παιδιά). Μόνο οι Ελληνες δεν έχουν ομάδα, δεν έχουν ανάγκη να γίνουν αγέλη, δεν έχουν τέτοιο θέμα. Τα προβλήματα λύνονται με σεβασμό, με κουβέντα, ανθρώπινα. Πρέπει να βοηθάς τους συγκρατούμενούς σου επειδή το εννοείς. Οχι όμως για να τους καλοπιάσεις».
-Οι κρατούμενοι για συμμετοχή στους Πυρήνες της Φωτιάς;
«Κρατούνται στη διπλανή πτέρυγα. Δεν μου επιτρέπουν να συναναστρέφομαι μαζί τους. Τα συμπάθησα χωρίς να τα ξέρω, ήταν έτσι σκληροπυρηνικά πιτσιρίκια, τα πήρα κοντά μου σε κελιά. Αυτά τα παιδιά στάθηκαν στα πόδια τους, ήταν αξιοπρεπή απ' την πρώτη στιγμή. Είναι τα παιδιά που θα ήθελες γείτονες και φίλους. Τα συμπάθησα πάρα πολύ, μιλάμε για τα εννιά συγκεκριμένα άτομα, όχι αυτούς που μπαίνουν και βγαίνουν και λένε πως είναι Πυρήνες».
-Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου έξω;
«Θα κοιτάξω τα παιδάκια μου, τη μανούλα μου και θα προσπαθήσω να βρω τρόπο να διοχετεύω την κοινωνικότητά μου. Εγώ θέλω να έχω αρχές, προτίμησα να μη γίνω τόσο οικονομικά ισχυρός και άρα να μεγαλώσει η οικογένεια μου αποστειρωμένη. Με ενδιαφέρει άμεσα η πορεία της κοινωνίας μου, και με τανκ να βγω αύριο, θα βγουν ο γιος μου και το εγγόνι μου και θα θέλουν να ερωτευθούν, να ζήσουν».
-Θα κατέβαινες στην πολιτική;
«Ντρέπομαι να κατέβω με κόμμα. Ντρέπομαι να πω σε ανθρώπους "διαλέξτε εμένα".
Ο Τσίπρας έπρεπε να βγει και να πει: "Θα περάσουμε δύσκολα".
-Ξέρω πως ασχολείσαι με τα πολιτικά και σήμερα. Κάνε ένα γενικό σχόλιο.
«Αν αφαιρέσεις το ΚΚΕ που σέβομαι αλλά διαφωνώ, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μου κάνουν. Εγώ δεν είμαι σε φάση να διαβάσω τώρα, μου μένουν οσμές, εικόνες. Δεν ξέρω ας πούμε το πρόγραμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ανησυχώ λίγο με τα εθνοπατριωτικά της.
-Ο ΣΥΡΙΖΑ;
«Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόλαβε να κάνει τόση ζημιά γιατί ακύρωσε όλη την προοπτική της Αριστεράς. Θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να κάνει πράγματα. Εντάξει δεν μπορούσε να κόψει πετρέλαια και άλλα βασικά είδη ανάγκης στον κόσμο, να βγουν έξω οι προβοκάτορες και να το κάνουν εδώ "κατσαρόλες και Βενεζουέλες". Σαφώς ο λαός τού έδωσε πάσα με το δημοψήφισμα και το 62% στο Οχι. Αλλά όχι όπως εξελίχθηκε αυτό με παιδικές ζαβολιές και δημιουργικές ασάφειες. Επρεπε ο Τσίπρας να βγει και να πει: Θα περάσουμε δύσκολα. Να μίλαγε ειλικρινά στον λαό. Κάποτε πείναγε μια ολόκληρη οικογένεια για να κάνει ένα πανωσήκωμα για προίκα στην κορούλα της, και μοιραζόταν το ψωμί. Μπορούσε να θυσιαστεί ο άλλος. Αν ήταν ειλικρινής θα είχε αρραγές ποσοστό, θα είχε φτιάξει την κοινωνική του βάση και θα ερχόταν ύστερα από δύο χρόνια να κάνει ό,τι θέλει. Οχι αυτό που γίνεται τώρα, να χαριεντίζεται η κυβέρνηση με ολιγάρχες».
-Για την υπόθεση Μαυρίκου τι λες;
«Πεθαίνω στο γέλιο εδώ με τον Μουσά. Πιο νούμερο δεν υπάρχει. Δεν υπήρχαν λόγοι πάντως να τους κλείσουν μέσα. Ήταν η συνήθης ταχτική. Έχω συνεργαστεί με κανάλια όταν πλήρωνα διαφήμιση χωρίς να πάρω χαρτί ή πουμπλί ως επιχειρηματίας. Αυτό δεν ήτανε; Έτσι δουλεύει το σύστημα, τώρα πήγαν αυτοί οι ποντικοί και ξέρω γω εκβιάζανε. Ο απατεώνας θέλει θράσος. Δεν φοβάται. Και να τον φτύσεις θα σου φιλήσει το χέρι, σου λέει δεν θα με πειράξουν άλλο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου