Για την ενότητα της Αριστεράς...Για μια πολυκεντρική Αριστερά...Για την ενότητα στη βάση

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

(Κριτική)! ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (4/8)

...KAI MIA ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΙΚΟ ΜΑΥΡΟΜΑΤΗ
ΣΧΟΛΙΑ ΑΠΟ ΠΛΕΥΡΑΣ ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Η iskra, για την πληρέστερη δυνατή ενημέρωση των αναγνωστών της, παραθέτει αυτούσια τη συνέντευξη του Γιάννη Δραγασάκη στο Βήμα της Κυριακής, ενώ στη συνέχειακαταχωρεί, χωρίς κρίσεις και σχόλια, μια κριτική τοποθέτησηεπί του περιεχομένου της συνέντευξης, που μας εστάλει και είναι δημοσιευμένη στο Αριστερό Βήμα, από τον Νίκο Μαυρομάτη, ο οποίος έχει φυσικά και την ευθύνη του κειμένου.
Τέλος για την συμπλήρωση της εικόνας η iskra καταχωρεί, χωρίς κρίσεις και σχόλια, σχολιασμούς από πλευράς του ΠΑΣΟΚ και του Φ. Κουβέλη, μαζί με τη "non paper" απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Γ.ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ ΣΤΟ "ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"
1. Κύριε Δραγασάκη, οι συγκρούσεις σας με τη Χρυσή Αυγή λόγω του θεσμικού σας ρόλου ως αντιπροέδρου της Βουλής, είναι συνεχείς. Θεωρείτε ότι μπορεί να υπάρξει στενότερη διακομματική συνεργασία για την αντιμετώπιση του φαινομένου; Μπορεί μία τέτοια διαδικασία να διαμορφώσει και ένα διαφορετικό πολιτικό τοπίο, π.χ. συνεργασίες με πολιτικό - δημοκρατικό πρόταγμα και όχι οικονομικό;
Για να είμαστε ακριβείς δεν είναι το προεδρείο της Βουλής που είναι σε σύγκρουση με τη Χρυσή Αυγή. Είναι η Χρυσή Αυγή η οποία συστηματικά ενεργεί προκλητικά και προσβλητικά προς το Σύνταγμα, τον Κανονισμό της Βουλής και το Προεδρείο. Πάντως, όπως δήλωσε και ο Πρόεδρος της Βουλής, ως Προεδρείο, έχουμε κοινές εκτιμήσεις και ενιαία στάση απέναντι στα φαινόμενα αυτά. Αναμένουμε και άλλες προκλήσεις και είμαστε έτοιμοι να τις αντιμετωπίσουμε με τρόπο θεσμικό και ενιαίο.
Σε ό,τι αφορά τώρα το ερώτημά σας, το πολιτικό – δημοκρατικό πρόβλημα δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το οικονομικό διότι είναι ακριβώς η συρρίκνωση του κοινωνικού περιεχομένου που ευτελίζει  τη δημοκρατία, ιδιαίτερα στα μάτια των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Αυτό όμως που πρωτίστως εμποδίζει μια ευρεία δημοκρατική αντιρατσιστική και  αντιφασιστική συμπαράταξη είναι ότι υπάρχουν δυνάμεις, ακροδεξιές, κρατικοδίαιτες και διαπλεκόμενες μέσα στο καταρρέον σύστημα, που  βλέπουν την δήθεν «αντισυστημική» Χρυσή Αυγή ως το μακρύ χέρι και ύστατο στήριγμα της εξουσίας τους.
 
2. Το μετασυνεδριακό τοπίο στον ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύει δύο τάσεις, με σοβαρές διαφορές. Πώς και για πόσο μπορούν να συνυπάρξουν η εμμονή της Αριστερής Πλατφόρμας στην μονομερή διαγραφή του χρέους και η δική σας άποψη της επαναδιαπραγμάτευσης και του μορατόριουμ στην αποπληρωμή του;
Το βήμα έγινε. Ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ είναι γεγονός. Ο ΣΥΡΙΖΑ βγήκε από το Συνέδριο ενιαίος και δυνατός, έτοιμος για ένα νέο, μεγάλο άνοιγμα στην κοινωνία και τις δυνάμεις που προσβλέπουν σ’ αυτόν ως δύναμη ελπίδας και προοπτικής. Θέσαμε τις βάσεις για τη συσπείρωση της Αριστεράς και για το μετασχηματισμό της σε δύναμη πρωταγωνιστική και ηγετική της κοινωνίας.
Βεβαίως και μετά το Συνέδριο ο καθένας μπορεί να έχει τις ιδιαίτερες προσωπικές απόψεις του και ο διάλογος μπορεί να συνεχίζεται. Όμως οι θέσεις που δεσμεύουν όλους μας και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ είναι οι αποφάσεις που το Συνέδριο συλλογικά έλαβε. Οτιδήποτε πέρα απ’ αυτό είναι ξένο προς την δημοκρατική και συλλογική κουλτούρα της Αριστεράς.
 
3. Σας ικανοποίησε η εικόνα εσωτερικής πόλωσης που επικράτησε;
Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εκλέχθηκε με ποσοστό 75%. Το καταστατικό λειτουργίας και η πολιτική απόφαση εγκρίθηκαν με πολύ μεγάλες πλειοψηφίες. Σε ποια πόλωση λοιπόν αναφέρεστε;
Εμείς, ξέρετε, δεν προσβλέπουμε σε ένα ιδεολογικά μονολιθικό κόμμα. Θέλουμε ένα κόμμα ιδεολογικά ζωντανό και προγραμματικά ριζοσπαστικό, σχολείο δημοκρατίας και συλλογικότητας. Και ένα πρώτο βήμα, αλλά σημαντικό, έγινε ήδη προς αυτή την κατεύθυνση.
 
4. Γιατί η μία θέση είναι πιο ρεαλιστική από την άλλη; Γιατί εν τέλει η Ευρώπη να δεχθεί ένα μορατόριουμ στην εξόφληση του χρέους; Κι αν σας «προλάβει» η σημερινή κυβέρνηση και εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους; Μία άποψη είναι πως σε κάτι τέτοιο ποντάρει ο κ. Σαμαράς…
Αν με τον όρο «ρεαλιστική» εννοείτε εύκολη, εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχουν εύκολες ούτε ανώδυνες λύσεις. Πολύ περισσότερο που το συσσωρευμένο χρέος χρησιμοποιείται ως μοχλός εξάρτησης και υποταγής. Αυτός είναι ο λόγος που δεν έγινε εξ αρχής ρύθμιση του χρέους. Κι αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που σήμερα αρνούνται μια ριζική λύση. Το ζητούμενο στις συνθήκες αυτές δεν είναι ούτε η παθητική αναμονή ούτε ο μαξιμαλισμός των στόχων, αλλά η χάραξη εκείνης της στρατηγικής που θα μας επιτρέψει να οικοδομήσουμε τις αναγκαίες συμμαχίες, να αλλάξουμε τους συσχετισμούς, και να απαλλαγούμε τελικά από την παγίδα του χρέους και τη θηλιά της εξάρτησης. Και αυτό ακριβώς επιδιώκει η πολιτική μας, όπως επιβεβαιώθηκε και από το Συνέδριο.
 
5. Σε ενάμιση μήνα διεξάγονται οι γερμανικές εκλογές. Τι εκτιμάτε ότι μπορεί να αλλάξει στην Ευρώπη; Σε ποια κατεύθυνση; Και ποιος πιστεύετε ότι θα είναι ο ρόλος των ΗΠΑ στο εξής;
Δεν αναμένουμε δραματικές αλλαγές στην γερμανική στρατηγική. Παρόλο που η ύφεση επεκτείνεται και στον πυρήνα της Ευρώπης, από μόνο του το γεγονός αυτό δεν είναι ικανό να επιβάλει αλλαγή πολιτικής, διότι η ύφεση είναι μέρος του σχεδίου που υλοποιείται.
Μια ισχυρότερη πίεση από τις ΗΠΑ και τις αγορές δεν θα μπορέσει να αγνοηθεί αλλά δεν αποτελεί πηγή ελπίδας για εμάς διότι οι εν λόγω εξωγενείς πιέσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μια ακόμη πιο «γερμανική» και αυταρχική Ευρώπη.
Πρώτη επιλογή, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να είναι η συντονισμένη πάλη για αλλαγή των συσχετισμών στο εσωτερικό της Ευρώπης, η από τα αριστερά ανατροπή της σημερινής πολιτικής και των κυβερνήσεων που την ασκούν σε μια σειρά χώρες.
 
6. Τι νέο έχει να προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ σε προγραμματικό επίπεδο;
Η κεντρική ιδέα, όπως προσωπικά την κατανοώ, είναι, αντί να μοιρολογούμε πάνω στα οικονομικά και τα κοινωνικά ερείπια που δημιουργεί η κρίση και η πολιτική των μνημονίων, αντί να αναζητούμε τις λύσεις στο χρεοκοπημένο ή εξαντλημένο παρελθόν, να κατανοήσουμε τις συνθήκες που θα καθορίσουν τις πρωτοπορίες  και τις ηγεμονίες του μέλλοντος, και να μεταφέρουμε το πεδίο της ταξικής και της εθνικής μάχης στο έδαφος αυτό.
Αν π.χ. συμφωνήσουμε ότι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός είναι αυτός που είναι σε κρίση, τότε οι πρωτοπόροι του μέλλοντος θα είναι αυτοί που πρώτοι θα προχωρήσουν σε έναν μετα-νεοφιλελεύθερο δρόμο και θα δημιουργήσουν ένα νέο υπόδειγμα, μια νέα «οικονομία των αναγκών», βασισμένη στην καινοτόμο παραγωγή, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισότητα, την αλληλέγγυα δημοκρατία και την αειφορία.
Αν συμφωνήσουμε επίσης ότι το από ιστορική άποψη ιδιαίτερο στοιχείο της παρούσας κρίσης δεν βρίσκεται στην οικονομική αλλά στην ηθική, την  αξιακή και την οικολογική της διάσταση, δηλαδή στους σκοπούς και τα κίνητρα, τότε δεν είναι οι ποσοτικοί δείκτες αλλά η συλλογική και η προσωπική αξιοπρέπεια, το συλλογικό και ατομικό «ευ ζην», που με το σύγχρονο κοινωνικό του περιεχόμενο θα μπορούσε να γίνει ο στόχος και το μέσο του νέου τρόπου ανάπτυξης και των νέων προτύπων κατανάλωσης.
Όλα αυτά βέβαια προϋποθέτουν το σταμάτημα της καταστροφής, άρα την απεξάρτηση από τα μνημόνια και τα χρέη του παρελθόντος, και την ανάδειξη νέων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στην ηγεσία της χώρας, με πυρήνα τους τον κόσμο της εργασίας και την Αριστερά.
 
7. Ποια είναι τα εργαλεία που επιλέγετε εσείς για την υπέρβαση της κρίσης; Μία από τις βασικές πηγές κριτικής κατά του κόμματός σας είναι ότι οραματίζεστε με ανεδαφικό τρόπο την αναβίωση του κράτους των προηγούμενων δεκαετιών. Δεν είναι επίσης ξεκάθαρο σε πολλούς αν μιλάτε για αναβίωση της πολιτικής των ελλειμμάτων ή όχι.  
Όχι δεν επιδιώκουμε αναβίωση της πολιτικής των ελλειμμάτων, πράγμα άλλωστε ανέφικτό από τη στιγμή που δεν υπάρχει η δυνατότητα κρατικού δανεισμού. Εκείνο όμως το οποίο επιδιώκουμε είναι πρώτον ο επαναπροσδιορισμός του ορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος, έτσι ώστε να μην συμπεριλαμβάνονται σε αυτό οι δημόσιες επενδύσεις, και, δεύτερον, η δυνατότητα χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων από ευρωομόλογα ή άλλον ευρωπαϊκό θεσμό. Το αίτημα αυτό το θέτει και η ιταλική κυβέρνηση όπως και πολλές άλλες πολιτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη. Είναι θλιβερό που η ελληνική κυβέρνηση ακόμη και κατά την πρόσφατη επίσκεψη του κ. Λέττα στην Αθήνα απέφυγε να αναφερθεί έστω στο θέμα αυτό.
Σε ό,τι αφορά στο άλλο σκέλος του ερωτήματός σας, ο κρατικός καπιταλισμός δεν είναι ούτε ο στόχος μας ούτε το όραμά μας. Ούτε τον θεωρούμε προθάλαμο του σοσιαλισμού.  Αυτή η τριτοκοσμική άποψη αποδείχθηκε όχι μόνο λανθασμένη αλλά και επικίνδυνη.  Επιβιώνει ακόμη σε τμήματα της αριστεράς αν και διαπιστώνω ότι τελευταία μαζί με τους όρους κρατικοποίηση ή εθνικοποίηση χρησιμοποιείται και ο όρος «κοινωνικοποίηση», έστω και με ένα ασαφές περιεχόμενο.
Επομένως η βάση της πολιτικής μας δεν είναι αναβίωση του κράτους των προηγούμενων δεκαετιών αλλά ο επαναπροσδιορισμός της ίδιας της έννοιας  και του περιεχομένου του κράτους, του κοινωνικού σκοπού του και των ορίων του στο πλαίσιο μιας πλουραλιστικής μεταβατικής οικονομίας.
 
8. Το ερώτημα που κυριάρχησε από το 2009 κι έπειτα, είναι αυτό της χρηματοδότησης. Το «πού θα βρείτε τα λεφτά;», έφερε το «λεφτά υπάρχουν» και τα συνακόλουθα. Εσείς από πού θα αντλήσετε πόρους προκειμένου να ασκήσετε την πολιτική που περιγράφετε;  
Σε ένα λάθος ερώτημα δεν μπορεί να δοθεί η ορθή απάντηση. Και το ερώτημα αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν λεφτά γενικώς είχε τεθεί εξαρχής σε λάθος βάση. Εκείνο που πρέπει να κάνουμε είναι να συνειδητοποιήσουμε τις ριζικά νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί και να επεξεργασθούμε πολιτικές διεξόδου από την κατάσταση ασφυξίας στην οποία βρισκόμαστε, με δεδομένο ότι το κράτος δεν θα μπορεί επί μακρόν να δανεισθεί, οι τράπεζες θα είναι για χρόνια παγιδευμένες στα παλιά, μη εξυπηρετούμενα δάνεια, και σημαντικό μέρος του συσσωρευμένου πλούτου έχει απαξιωθεί ή φυγαδευτεί στο εξωτερικό.
Χρειαζόμαστε, επομένως, ένα πλαίσιο πολιτικής το οποίο θα επιδιώξει μια ριζική λύση στο ζήτημα του χρέους, των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των τραπεζών, τη δημιουργία περιουσιολογίου και ενός δίκαιου και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος, τη δίκαιη διανομή και αναδιανομή, τη στοχευμένη και παραγωγική χρήση των πόρων.
 
9. Στο πλαίσιο αυτών που αναφέρατε προηγουμένως τι συγκεκριμένες λύσεις θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε;  
Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση που, για να ξεφύγουμε από τους τεράστιους κινδύνους που μας απειλούν, χρειαζόμαστε ένα συνδυασμό συμβατικών και μη συμβατικών λύσεων, ορθόδοξων και ετερόδοξων μέσων.
Πέρα από τον επανασχεδιασμό της χρήσης των ευρωπαϊκών πόρων και την αξιοποίηση των όποιων διαθέσιμων συμβατικών μέσων, πρέπει να στραφούμε και σε εναλλακτικά μέσα και πολιτικές.
Με δεδομένη π.χ. την δημοσιονομική στενότητα, θα έπρεπε να είχαμε εκδώσει ήδη ομόλογα ειδικού σκοπού που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εναλλακτικό μέσο πληρωμής, και να θέσουμε σ’ εφαρμογή εναλλακτικά μέσα δημιουργίας ρευστότητας.
Με δεδομένη την αδυναμία μας να καθορίσουμε την νομισματική πολιτική, πρέπει με άλλους τρόπους να επηρεάσουμε την πιστωτική πολιτική, έτσι ώστε οι περιορισμένοι πόροι να κατευθυνθούν εκεί που επιβάλλουν οι προτεραιότητες της πολιτικής και όχι εκεί που συμφέρει κοντόφθαλμα τις τράπεζες.
Δεδομένου ότι οι ριζικές λύσεις στο πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών είναι μόνο μακροπρόθεσμες, πρέπει να εφαρμόσουμε μέσα βραχυπρόθεσμης απόδοσης για την αποθάρρυνση των εισαγωγών και τον επηρεασμό των διαρθρωτικών, μη εργασιακών παραγόντων  του κόστους παραγωγής.
Αυτά είναι όμως μόνο κάποια ενδεικτικά παραδείγματα.
 
10. Κάποιοι παρατηρούν μία μεταστροφή του επιχειρηματικού κόσμου, ο οποίος δεν δείχνει να «φοβάται» πια τον ΣΥΡΙΖΑ, χαρακτηριστική ήταν και η συγχαρητήρια επιστολή του προέδρου του ΣΕΒ προς τον κ. Τσίπρα για την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματος.  
Ο επιχειρηματικός κόσμος βέβαια δεν είναι ενιαίος.  Οι παραδοσιακές διακρίσεις ανάμεσα σε μικρό και μεγάλο κεφάλαιο, σε ξένες και ντόπιες επιχειρήσεις, αν και διατηρούν τη σημασία τους, επικυριαρχούνται από νέες αντιθέσεις που σχετίζονται με τη στάση του επιχειρηματικού κόσμου απέναντι στη δημοκρατία, με τον διαφανή ή μη τρόπο συσσώρευσης του κεφαλαίου, την αποδοχή ή όχι  εργασιακών και οικολογιών δεσμεύσεων, την πραγματοποίηση ή όχι επενδύσεων κλπ.
Επομένως και η δική μας στάση απέναντι στον επιχειρηματικό κόσμο δεν μπορεί να είναι ισοπεδωτική, επίπεδη ή τυφλή. Πολύ περισσότερο που, ειδικά στη χώρα μας, στα χρόνια της δικομματικής και νεοφιλελεύθερης ασυδοσίας έχει γιγαντωθεί ένας «γκρίζος» ή και κατάμαυρος καπιταλισμός, που ζει από τα λαθρεμπόρια, τη φοροκλοπή, τη διαφθορά, τις μίζες και τη διαπλοκή. Είναι ακριβώς εκείνα τα  συμφέροντα που βυσσοδομούν ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ διότι τρέμουν την πολιτική αλλαγή. Για αυτό το λόγο εξάλλου κτίζουν συμμαχίες με τμήματα της ΝΔ ακόμη και με τη Χρυσή Αυγή. Με αυτό το πλέγμα συμφερόντων δεν υπάρχουν δυνατότητες δικής μας «ειρηνικής συμβίωσης». Η σύγκρουση μιας κυβέρνησης της Αριστεράς μαζί τους θα είναι αδυσώπητη.
Ακριβώς γι’ αυτό θα διαψευσθούν τόσο εκείνοι που βιάστηκαν να μιλήσουν για συμβιβασμούς του ΣΥΡΙΖΑ όσο και εκείνοι που τον εμφανίζουν ως μπαμπούλα ή εχθρό προς κάθε μορφή επιχειρηματικότητας.
Στις συνθήκες αυτές, το γεγονός ότι ο ΣΕΒ δείχνει να αναγνωρίζει τον θεσμικό ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνιστά ένα γεγονός που ασφαλώς δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Όμως δεν πρέπει να δίνονται στο γεγονός αυτό διαστάσεις ή προεκτάσεις που το υπερβαίνουν.
 
11. Συνεργασίες: είστε έτοιμοι και διατεθειμένοι για όλα - εντός φυσικά δημοκρατικών πλαισίων; Αν συζητάτε με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, γιατί όχι με την ΔΗΜΑΡ ή «μετανοημένα» τμήματα του ΠαΣοΚ ή της ΝΔ;  
Οι στατικές εικόνες στην πολιτική μπορεί να είναι παγιδευτικές. Ιδίως όταν μια κοινωνία, όπως η δική μας, έχει ανάγκη από μια καθεστωτική αλλαγή, η αποσύνθεση του παλιού καθεστώτος δεν έχει όρια. Το μόνο, λοιπόν, που θα μπορούσα στη φάση αυτή να πω ως απάντηση στο ερώτημά σας είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και στην περίπτωση που έχει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, ενδιαφέρεται να υπάρξει η ευρύτερη δυνατή συμπαράταξη στη βάση του προγράμματος που θα έχει εγκρίνει ο ελληνικός λαός.
Στη συνέχεια η Ιskra αναδημοσιεύει, χωρίς κρίσεις και σχόλια, από το aristerovima.gr μια κριτική τοποθέτηση στην συνέντευξη του Γ. Δραγασάκη από το Νίκο Μαυρομάτη,ο οποίος φυσικά φέρει και την αποκλειστική ευθύνη του κειμένου και της κριτικής του.

ΡΗΞΗ ΜΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Η «ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΗ» ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ;
ΜΙΑ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ ΣΤΟ «ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ»
Του ΝΙΚΟΥ ΜΑΥΡΟΜΑΤΗ
Η συνέντευξη του Γιάννη Δραγασάκη στο τελευταίο φύλλο του έντυπου-ναυαρχίδα του ΔΟΛ «Βήμα της Κυριακής» έχει ήδη προκαλέσει μια σειρά από αντιδράσεις από διάφορες πλευρές που πολιτικού συστήματος. Δύσκολα πράγματι μπορούσε να περάσει απαρατήρητο ή ασχολίαστο ένα πρωτοσέλιδο με τον εξής πηχυαίο τίτλο «από την ουτοπία στον... ρεαλισμό» και τον υπέρτιτλο «ο Γ. Δραγασάκης αναγγέλει τη μεγάλη στροφή του Σύριζα».
Το ερώτημα που προκύπτει αμέσως είναι φυσικά το ακόλουθο: δικαιολογείται ο τίτλος από το περιεχόμενο της συνέντευξης ή μήπως πρόκειται για δημοσιογραφική υπερβολή με απώτερο στόχο την εξυπηρέτηση της ατζέντας που προωθούν ο ΔΟΛ (και τα συμφέροντα που εκφράζει) σχετικά με τον Σύριζα και την πολιτική του; Ίσως εδώ να ισχύουν και τα δύο, αυτό εξ' άλλου υπονοούν και οι περισσότερες από τις αντιδράσεις που προκάλεσε το δημοσίευμα. Διότι αν και σε όσους είναι εξοικειωμένοι με τις θέσεις του Γ. Δραγασάκη η συνέντευξη δεν παρουσιάζει τίποτε ιδιαίτερα καινούργιο, εκτός από ένα-δυό μάλλον πρόχειρα και επικοινωνιακού χαρακτήρα ευρήματα, εν τούτοις πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν ότι ένα τέτοιο κείμενο δεν διαβάζεται όμως μόνο υπό το φως των όσων λέει αλλά και των όσων δεν λέει.
Τι εννοούμε μ' αυτό; Απαντώντας στις ερωτήσεις του Α. Κωβαίου, ο Γ. Δραγασάκης αγγίζει μια ευρύτατη σειρά θεμάτων, από την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής και τις ευρωπαϊκές εξελίξεις μέχρι την πολιτική συμμαχιών του Σύριζα και τις προτάσεις του για λύση της παρούσας κρίσης, με το κύριο βάρος να πέφτει ωστόσο στις τελευταίες. Το εάν όλα αυτά στοιχειοθετούν «στροφή», και μάλιστα «μεγάλη», του Σύριζα προς τον διαβόητο «ρεαλισμό» παραπέμπει λοιπόν στο εάν και κατά πόσο οι απόψεις του Γ. Δραγασάκη συνιστούν διαφοροποίηση σε σχέση με τις θέσεις του Σύριζα, ειδικότερα δε με αυτές που μόλις υιοθέτησε στο ιδρυτικό του συνέδριο.
ΜΙΑ ΕΚΚΩΦΑΝΤΙΚΗ ΑΠΟΣΙΩΠΗΣΗ
Με αυτήν την έννοια το μόνο αξιοσημείωτο στοιχείο της εν λόγω συνέντευξης δεν βρίσκεται σε κάποια (ανεύρετη) ρητή αναγγελία αλλαγής θέσεων ή στροφής αλλά σε μια άλλου τύπου απουσία. Δηλαδή στο ότι στις σχετικά μακροσκελείς απαντήσεις του Γ. Δραγασάκη δεν βρίσκουμε ουσιαστικά καμία αναφορά στις βασικές δεσμεύσεις του Σύριζα, σε αυτές που ορίζουν το γενικό πλαίσιο εντός του οποίου καλείται να κινηθεί και η όποια «προγραμματική εμβάθυνση» των θέσεών του, αν όντως αυτό είναι το νόημα της παρέμβασής που επιχειρείται. Δεν βρίσκουμε πιο συγκεκριμένα αναφορά στα κρίσιμα ζητήματα της κατάργησης των Μνημονίων, της διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, της αύξησης των μισθών και των κοινωνικών δαπανών, της δημόσιας ιδιοκτησίας των τραπεζών και της ακύρωσης των ιδιωτικοποιήσεων που είναι εκ των πραγμάτων στο επίκεντρο της πολιτικής πρότασης του κύριου φορέα της ριζοσπαστικής Αριστεράς [1]
Μια τέτοια σιωπή είναι τουλάχιστον εκκωφαντική. Και γεννά αναπόφευκτα το ερώτημα για το τι είναι τότε εκείνο που ορίζει το γενικό πλαίσιο των θέσεων που αναπτύσσει ο Γ. Δραγασάκης στη συνέντευξή του.
Ας αρχίσουμε από το θεμέλιο λίθο του όλου εγχειρήματος, το θέμα της ακύρωσης του Μνημονίου. Σε όλη τη συνέντευξη, ο όρος «Μνημόνιο» αναφέρεται μια μόνο φορά (!) σε μια διατύπωση όπου γίνεται λόγος για «το σταμάτημα της καταστροφής, άρα την απεξάρτηση από τα μνημόνια και τα χρέη του παρελθόντος». Χωρίς να θέλουμε να γίνουμε σχολαστικοί ας επισημάνουμε ότι ο όρος «απεξάρτηση», που θυμίζει την «απαγκίστρωση» που επαγγέλονταν κάποιοι στο πρόσφατο παρελθόν, είναι συμβατός με μια λογική «εξόδου» από το Μνημόνιο που έπεται όμως της εφαρμογής του και της διατήρησης βασικών πλευρών του «κεκτημένου» του. Κεντρική σημασία από αυτήν άποψη έχει ο στόχος περί «μη αναβίωσης της πολιτικής των ελλειμμάτων» που προβάλλει με ιδιαίτερη έμφαση ο Γ. Δραγασάκης. Πρόκειται με άλλα λόγια για δέσμευση υπέρ ισορροπημένων ή πρωτογενώς πλεονασματικών προϋπολογισμών, η επίτευξη των οποίων αποτελεί, ας το θυμίσουμε, τη βασική επιδίωξη των Μνημονίων. Η δικαιολόγηση που δίνεται εδώ είναι το «ανέφικτο του κρατικού δανεισμού» (αν και όπως θα δούμε στη συνέχεια ο ίδιος ο Γ. Δραγασάκης προβλέπει σ' αυτό το σημείο μια αντιφατική εξαίρεση) που στο παρελθόν οδήγησε στον αποκλεισμό από τις διεθνείς αγορές και εν τέλει στο δίπτυχο των Μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων.
Όλοι ξέρουν όμως ότι από ακριβώς αυτόν τον κεντρικό στόχο απορρέει το σύνολο ουσιαστικά της συντελούμενης εδώ και μια τριετία καταστροφής, ξεκινώντας από τις άγριες περικοπές των δημόσιων δαπανών, τόσο των κοινωνικών όσο και αυτών που αφορούν τους μισθούς των εργαζόμενων στο δημόσιο και τις δημόσιες επενδύσεις. Σε συνδυασμό με την «οριζόντια» μείωση των μισθών και των εισοδημάτων στον ιδιωτικό τομέα, άμεσο αποτέλεσμά τους είναι η κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης που οδηγεί με τη σειρά τη στην πρωτοφανή για τα μεταπολεμικά δεδομένα δυτικής χώρας ύφεση της τάξης του 25%, την εκτόξευση της ανεργίας και την περαιτέρω μείωση της ζήτησης και τη δημιουργία ενός υφεσιακού φαύλου κύκλου. Δέσμευση για εξάλειψη των ελλειμμάτων σημαίνει λοιπόν επί της ουσίας δέσμευση για καθήλωση των δημόσιων δαπανών στα τρομακτικά επίπεδα που τις έφεραν οι Μνημονιακές περικοπές, και αυτό άσχετα από την όποια αλλαγή αφορά τα έσοδα, μέσω της πιο δίκαιας κατανομής των φορολογικών βαρών. Σημαίνει με άλλα λόγια ότι η όποια βελτίωση στα επίπεδα των κοινωνικών δαπανών, των μισθών και επιδομάτων του δημοσίου αλλά και των επενδύσεων μπορεί να προκύψει μόνο από μια «αναδιάταξη των δημόσιων δαπανών με διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας» όπως λέει ο Γιώργος Σταθάκης σε συνέντευξη που έδωσε στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» . «Αναδιάταξη» λοιπόν, και όχι αύξηση, έστω «σταδιακή» όπως αναφέρεται στην απόφαση του συνέδριου, με άλλα λόγια οριακές βελτιώσεις εντός ενός συνολικού πλαισίου που θεωρείται ακατάλυτο.
Ο ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ
Αυτά τα προφανή εξηγούν γιατί σε όλη την ετερόδοξη (και όχι μόνο τη μαρξιστική) οικονομική σκέψη οι ελλειμματικοί προϋπολογισμοί (ειδικά όταν στηρίζονται στον εσωτερικό δανεισμό και εν μέρει στη χρηματιστικοποίηση του χρέους) κάθε άλλο παρά απευκταίοι θεωρούνται. Εντός λογικών ορίων, το έλλειμμα είναι κατ' εξοχήν αναπτυξιακό εργαλείο, και στηρίζεται στους χρηματοπιστωτικούς μηχανισμούς που μπορεί να κινητοποιήσει το κράτος (πρώτα και κύρια δια μέσου του τραπεζικού συστήματος, το οποίο έχει κάθε συμφέρον να κατέχει και να ελέγχει) και εν ανάγκη στην δυνατότητα χρηματιστικοποίησης ενός μέρους του ελλείμματος, μέσω της έκδοσης νομίσματος. Εδώ όμως βρίσκεται και η μεγάλη αντίφαση της θέσης που προσπαθεί να τεκμηριώσει ο Γ. Δραγασάκης, ο οποίος, ακολουθώντας την γραμμή της ευρωορθόδοξης οικονομικής σκέψης, θέτει μεν ως στόχο την ανάπτυξη έχοντας ωστόσο εκ των προτέρων αποκλείσει και τα δύο εργαλεία άσκησης μακροοικονομικής πολιτικής που μπορούν να την στηρίξουν: το δημοσιονομικό (που στοχεύει στην τόνωση της ζήτησης και προϋποθέτει την αύξηση των δημόσιων δαπανών) και το νομισματικό, που προϋποθέτει τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος και την ανάκτηση της ικανότητας χάραξης αυτόνομης νομισματικής πολιτικής – κάτι βεβαίως αδύνατον εντός των πλαισίων της ΟΝΕ. Με αυτήν την έννοια ιδιαίτερη σημασία αποκτά το σημείο της συνέντευξης όπου στο ερώτημα σχετικά με τον τρόπο χρηματοδότησης των αναπτυξιακών στόχων, ο Γ. Δραγασάκης, αφού ξεκαθαρίσει ότι «δεν επιδιώκει την αναβίωση της πολιτικής των ελλειμμάτων», δηλώνει ότι απαντά «με δεδομένο ότι κράτος δεν θα μπορεί επί μακρόν να δανεισθεί, (ότι) οι τράπεζες θα είναι για πολλά χρόνια παγιδευμένες στα παλιά μη εξυπηρετούμενα δάνεια» (και ότι) σημαντικό μέρος του συσσωρευμένου πλούτου έχει απαξιωθεί η φυγαδευτεί στο εξωτερικό».
Δεν του απομένει λοιπόν παρά να προσπαθήσει να τετραγωνίσει τον κύκλο μέσω της εξής ιδέας: για να υπάρξει αναπτυξιακή προοπτική που να μην στηρίζεται στα κλασσικά εργαλεία άσκησης δημόσιας μακροοικονομικής πολιτικής αλλά ούτε και στον κατ'ε ξοχήν παράγοντα τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης που είναι η αύξηση των μισθών και εισοδημάτων – που απορρέει μεν από τη δέσμευση του Σύριζα για επαναφορά του κατώτατου μισθού και σύνταξης στα προμνημονιακά επίπεδα αλλά που πουθενά δεν αναφέρεται από τον υπεύθυνο επί των οικονομικών του κόμματος – προτείνεται ο «επαναπροσδιορισμός του ορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος έτσι ώστε να μη συμπεριλαμβάνονται σε αυτό οι δημόσεις επενδύσεις και η δυνατότητα χρηματοδότησης των δημόσιων επενδύσεων από ευρωομόλογα ή άλλον ευρωπαϊκό θεσμό».
Το πρώτο σκέλος της πρότασης προκαλεί τουλάχιστον απορία γιατί προφανώς παραπέμπει σε μια εκδοχή «δημιουργικής λογιστικής» που προσπαθεί να παρακάμψει εικονικά το προφανές, δηλαδή ότι οι δημόσιες επενδύσεις αποτελούν δαπάνες που από κάπου θα πρέπει να χρηματοδοτούνται. Πως όμως μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο όταν έχουν, όπως είδαμε προηγουμένως, έχουν εκ των προτέρων αποκλειστεί περίπου όλα τα εργαλεία που θα το επέτρεπαν δηλαδή τα δημοσιονομικά ελλείμματα και η άσκηση κυρίαρχης χρηματοπιστωτικής πολιτικής, που προϋποθέτει την έκδοση εθνικού νομίσματος, κάτι που ρητά θέτει εκτός συζήτησης ο Γ. Δραγασάκης ; Η ιδέα εδώ συνίσταται στην έκδοση «ομολόγων ειδικού σκοπού» και που θα «μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εναλλακτικό μέσο πληρωμής». Με άλλα λόγια επαναφέρεται από το παράθυρο η δυνατότητα του εσωτερικού δανεισμού που είχε πριν αποκλεισθεί, με έναν ωστόσο εξαιρετικά αντιφατικό, και ας το σημειώσουμε, ελάχιστο ρεαλιστικό τρόπο. Διότι σε μια χώρα επί μακρόν αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές, τέτοια ομόλογα ούτε αγοραστές έχουν την παραμικρή πιθανότητα να βρουν (διότι αν έβρισκαν, τότε αυτό θα ίσχυε και για τα «κανονικά» κρατικά ομόλογα στις αγορές) ούτε αποδέκτες ως μέσα πληρωμής (διότι θα θεωρηθούν σκουπιδόχαρτα).
Η πρόχειρη και αναξιόπιστη αυτή πρόταση αποτελεί μεν παραδοχή ότι υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας στην οικονομία αλλά ταυτόχρονα και προσπάθεια επίλυσής του εντός του πλαισίου που το δημιουργεί. Και τούτο γιατί έχουν αποκλειστεί προκαταβολικά τα μέσα που θα μπορούσαν όντως να δώσουν λύση, όπως σημειώσαμε προηγουμένως, με την έκδοση εθνικού νομίσματος και τη διαμόρφωση ενός δημόσιου τραπεζικού συστήματος, που θα είχε εξυγιανθεί και θα λειτουργούσε με αναπτυξιακούς στόχους, όπως προβλέπεται στις θέσεις του Σύριζα. Είναι χαρακτηριστικό από αυτήν την άποψη ότι ο Γ. Δραγασάκης θεωρεί «δεδομένο» ότι το τραπεζικό σύστημα που θα έχει στη διάθεσή του θα συνεχίσει να λειτουργεί εντός των καταναγκασμών που προκύπτουν από το σημερινό πλαίσιο και που ακυρώνουν την ικανότητά του παροχής ρευστότητας στην οικονομία.
Το βάρος πέφτει λοιπόν αναπόφευκτα στο δεύτερο σκέλος της πρότασης, δηλαδή τη χρηματοδότηση των δημόσιων επενδύσεων από ευρωπαϊκές πηγές. Αυτό ακούγεται πιο «ρεαλιστικό» με την έννοια ότι αποτελεί συνέχιση της εφαρμοζόμενης (ως ένα σημείο τουλάχιστον) πολιτικής: δημοσιονομική ορθοδοξία από τη μία, με αναμενόμενα (και εν πολλοίς επιθυμητά) υφεσιακά αποτελέσματα, ευρωπαϊκή χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων από την άλλη, εν είδει «αναπτυξιακού αντίβαρου». Ακριβώς γι αυτό το λόγο είναι προφανές και το όριο της πρότασης. Αυτό ίσως να μην είναι όμως το κύριο. Διότι πέρα από φενάκη, η ιδέα της χρηματοδότησης της ανάπτυξης μιας κατεστραμμένης χώρας από αυτούς που την καταστρέφουν σημαίνει πολύ απλά ότι ανάμεσα σε όλα αυτά που θεωρούνται «δεδομένα» από τον Γ. Δραγασάκη προστίθεται και το εξής (που ουσιαστικά αποτελεί την προϋπόθεση όλων των άλλων): η μη-ρήξη με το ευρωπαϊκό πλαίσιο, εκτός αν θεωρήσουμε ότι ορμώμενοι από κάποιο είδος ανορθολογικής γενναιοδωρίας οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, στα χέρια των οποίων βρίσκεται πλέον το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των τίτλων του ελληνικού δημόσιου χρέους, θα αρχίσουν να χρηματοδοτούν μια πολιτική που θα έχει ακυρώσει τις μνημονιακές δεσμεύσεις, ανατρέψει τη λιτότητα και την λογική της εσωτερικής υποτίμησης και θα στοχεύει στη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους.
Ίσως έτσι, ως ακούσια παραδοχή του ανέφικτου μιας επιλογής ακύρωσης των Μνημονίων εντός ευρωπαϊκού πλαισίου, να εξηγείται και γιατί στην λογική που αναπτύσσει ο Γ. Δραγασάκης δεν χωράει αναφορά στις θεμελιώδεις δεσμεύσεις του Σύριζα. Και γιατί σε μια τέτοια λογική δεν έχει νόημα και η αναφορά σε αυτό το εξ'ίσου θεμελιώδες σημείο της πολιτικής απόφασης του ιδρυτικού συνέδριου: «Δεσμευόμαστε ότι θα αντιμετωπίσουμε τις ενδεχόμενες απειλές και τους εκβιασμούς των δανειστών με όλα τα δυνατά όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε με οποιαδήποτε εξέλιξη, βέβαιοι ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ελληνικός λαός θα μας στηρίξει».
ΟΛΙΓΟΝ ΜΝΗΜΟΝΙΟ...ΟΠΩΣ ΟΛΙΓΟΝ ΕΓΓΥΟΣ;
Ας επανέλθουμε λίγο στο ερώτημα που αρχικά θέσαμε: στοιχειοθετεί η συνέντευξη του Γ. Δραγασάκη τη «μεγάλη στροφή του Σύριζα από την ουτοπία στον ρεαλισμό» όπως διατείνεται το «Βήμα»; Είναι γεγονός ότι ως προς το περιεχόμενό της αποπνέει μια λογική που εμμέσως πλην σαφώς σηματοδοτεί την υποκατάσταση του σχεδίου αντιμνημονιακής ανατροπής όπως το εκφράζει ο Σύριζα, όσες υποσημειώσεις κι αν βάλλει κανείς σχετικά με τα ανοιχτά ή αμφίσημα σημεία του προγράμματός του, με ένα άλλο σχέδιο, όπου βασικές συντεταγμένες των μνημονιακών επιλογών θεωρούνται δεδομένες και οι όποιες διορθωτικές κινήσεις νοούνται εντός των ορίων που αυτές οι επιλογές χαράζουν και του τοπίου που έχουν ήδη διαμορφώσει. Για να το πούμε διαφορετικά, το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι το «ολίγο Μνημόνιο» ούτε εναλλακτική αποτελεί σε σχέση με το «όλο Μνημόνιο», ούτε όμως και συγκροτεί κάποια ρεαλιστική και εφαρμόσιμη γραμμή πλεύσης.
Αυτό επιβεβαιώνουν και τα γνώριμα ευφυολογήματα στα οποία προσφεύγει στο τέλος της συνέντευξής του ο Γ. Δραγασάκης όταν διαχωρίζει τον «γκρίζο ή και κατάμαυρο καπιταλισμό», που ζει από τη διαφθορά και τη διαπλοκή, από τον άλλη «μορφή επιχειρηματικότητας» που θα κριθεί από την αν είναι διατεθειμένη να δεχθεί τη «δημοκρατία, τον διαφανή τρόπο συσσώρευσης του κεφαλαίου, τις εργασιακές και οικολογικές δεσμεύσεις». Και διευκρινίζει ότι η «αδυσώπητη σύγκρουση μιας κυβέρνησης της Αριστεράς» αφορά μόνο τον πρώτο, τον «κακό» καπιταλισμό, και όχι τον δεύτερο, που μάλλον όμως υφίσταται μόνο στη σφαίρα της φαντασίας, ή μάλλον της τετριμμένης ιδεολογίας της «υγιούς επιχειρηματικότητας».
Ας ξεκαθαρίσουμε εδώ από την πλευρά μας ότι για μας το πρόβλημα δεν βρίσκεται φυσικά στο ότι ο Γ. Δραγασάκης δεν προτείνει την κατάργηση του καπιταλισμού εν μια νυκτί αλλά στο ότι συγκαλύπτεται το γεγονός ότι η εφαρμογή του οποιουδήποτε προγράμματος προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων από μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα την φέρει σε μια οξύτατη σύγκρουση όχι μόνο με κάποιο «βρώμικο» τμήμα του κεφαλαίου αλλά με το εγχώριο κεφάλαιο ως τέτοιο (και φυσικά με τα διεθνή του στηρίγματα) τα συμφέροντα του οποίου ως σύνολο υπηρετούν οι ακολουθούμενες μνημονιακές πολιτικές.
Συμπερασματικά, και χωρίς να θέλουμε να προδικάσουμε τη μορφή που θα πάρει στο μέλλον η στρατηγική του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε ότι δυστυχώς συνεχίζεται και μετά το συνέδριο του ενιαίου πλέον Σύριζα, που βασικό διακηρυγμένο στόχο είχε την προς τα έξω ενιαία παρουσία του, το φαινόμενο που είχαμε δει στο πρόσφατο παρελθόν: κεντρικά στελέχη, με ιδιαίτερο κύρος στο κόμμα και την κοινωνία, να αποστασιοποιούνται από τις συλλογικές αποφάσεις και ειδικότερα από τις ριζοσπαστικές και συγκρουσιακές αιχμές τους, χωρίς αυτό να προκαλεί κάποια αντίδραση από τα όργανα ή τα επίσημα μέσα έκφρασης του Σύριζα αλλά αντιθέτως, μάλλον να επιβραβεύεται.
Με αυτόν τον τρόπο όμως τα κομματικά κείμενα μετατρέπονται σε είδος προς εσωτερική κατανάλωση ενώ η προς τα έξω εκφορά των θέσεων του Σύριζα ξεφεύγει από κάθε δημοκρατική διαδικασία συλλογικού ελέγχου και λογοδοσίας. Και δεν πρόκειται εδώ μόνο για θέμα εσωκομματικής τάξης αλλά για κάτι πολύ ευρύτερο, από το οποίο εξαρτάται εν τέλει και η κατάληξη της σημερινής τραγωδίας: για την ικανότητα ενός αριστερού φορέα που βρίσκεται αντικειμενικά κοντά σε θέση κυβερνητικής εξουσίας να τηρήσει τις βασικές του δεσμεύσεις, να μην ενδώσει στις τεράστιες πιέσεις – εγχώριες και διεθνείς – που του ασκεί το σύστημα και να προσφέρει εν τέλει νικηφόρα διέξοδο στη λαϊκή ελπίδα που του έχει εναποτεθεί.
--
[1] Ας υπενθυμίσουμε εδώ συνοπτικά πέντε από τις πιο βασικά σημεία αυτών των δεσμεύσεων έτσι όπως διατυπώνονται στο κείμενο της πολιτικής απόφασης του πρόσφατου συνέδριού του (σημείο 13.2 και επόμενα):
1. «ακύρωση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων».
2. «επαναδιαπραγμάτευση των δανειακών συμβάσεων και (την) ακύρωση των επαχθών όρων τους, θέτοντας ως πρώτο θέμα τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους και πραγματοποιώντας λογιστικό έλεγχο».
3. «αποτελεσματική και κοινωνικά δίκαιη αντιμετώπιση των ελλειμμάτων, προτάσσοντας την αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου και την περιβαλλοντικά ασφαλή ανάπτυξη, με στόχο τη σταδιακή αύξηση των μισθών και των κοινωνικών δαπανών».
4. ένα «τραπεζικό σύστημα υπό την ιδιοκτησία και τον έλεγχο του δημοσίου, με ριζική τροποποίηση του τρόπου λειτουργίας του και των στόχων που σήμερα υπηρετεί, με αναβάθμιση του ρόλου των εργαζομένων και των καταθετών»
5. «ακύρωση των προβλεπόμενων ιδιωτικοποιήσεων και της λεηλασίας του δημόσιου πλούτου, (με την) επαναφορά υπό δημόσιο έλεγχο και ταυτόχρονα την πλήρη ανασυγκρότηση των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας που έχουν ιδιωτικοποιηθεί ή βρίσκονται σε διαδικασία ιδιωτικοποίησης, ώστε να διαμορφώσουμε έναν ισχυρό, παραγωγικό, αποτελεσματικό και ανοιχτό σε συνεργασίες, δημόσιο τομέα νέου τύπου».
Στη συνέχεια η Ιskra παραθέτει σχόλια από πλευράς ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, σχετικά με τη συνέντευξη του Γ.Δραγασάκη και μια "non paper" απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ.
ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Σε μια άτυπη ενημέρωση του το ΠαΣοΚ σχετικά με τη συνέντευξη του υπεύθυνου της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γιάννη Δραγασάκη στο Βήμα της Κυριακής σχολιάζει:
«Είναι πράγματι θετικό που ο κ. Δραγασάκης ως υπεύθυνος Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, αρνείται τους «μαξιμαλισμούς των στόχων» , δηλώνει πώς δεν θα αναβιώσουν την πολιτική των ελλειμάτων και εκφράζει την αντίθεσή του με τον «κρατικό καπιταλισμό».
Δεν γνωρίζουμε βέβαια αν τις απόψεις του υιοθετούν  τόσο ο κ.Τσίπρας όσο και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που διαγωνίζονται σε υποσχέσεις, λαϊκισμό, παροχολογία, που λένε στον καθ’ ένα αυτό που θέλει να ακούσει.
Του επισημαίνουμε όμως ότι:
-  Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έθεσε από την πρώτη στιγμή το ζήτημα της έκδοσης του ευρωομολόγου και διεκδίκησε το «πέρασμα» του χρέους για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στο ESM.
-  Ακόμη και αν οι εταίροι εδέχοντο επαναπροσδιορισμό ορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος (ώστε να μην περιλαμβάνονται οι Δημόσιες επενδύσεις) αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να απαιτούνται περισσότερα κεφάλαια από το μνημόνιο, μια και η χώρα έχει αποκοπεί από τις αγορές Κεφαλαίου. Άρα;
Το επικίνδυνο όμως είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-και αυτό φαίνεται και στη συνέντευξη του κ.Δραγασάκη- επιδίδεται  σε ασκήσεις προετοιμασίας για το πέρασμα σε εθνικό νόμισμα. Γιατί τι άλλο είναι τα ομολόγα ειδικού σκοπού;

Αλήθεια αυτά θα μπορούν να τα χρησιμοποιούν οι αποδέκτες τους για την αποπληρωμή φορολογικών η ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Αν ναι η πρόταση αυτή ισοδυναμεί με την εισαγωγή ενός παραλλήλου νομίσματος. Αν όχι με ποιο τρόπο θα υποχρεωθούν να τα αποδεχτούν σε εθελοντική βάση οι λήπτες όταν ο Συριζα διακηρύττει ότι θα κουρέψει το χρέος;

Όσο για τα μέτρα για αποθάρρυνση εισαγωγών και κατευθυνόμενες δανειοδοτήσεις των τραπεζών μάλλον σε μέτρα που ακολουθούσε η Ελλάδα στις δεκαετίες 1980 και 1990 παραπέμπουν παρά σε πολιτικές μιας χώρας της ευρωζώνης
».

Φ. ΚΟΥΒΕΛΗΣ: «ΑΣΑΦΗ ΟΣΑ ΕΙΠΕ Ο ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ»
Την Δευτέρα(5/8) ο Πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Φώτης Κουβέλης μίλησε στο BHMA-FM και στον Δημήτρη Χόνδρο, μεταξύ άλλων και για τη συνέντευξη Δραγασάκη.
«Οφείλω να σας πω, ότι παρά το γεγονός ότί όσα είπε ο κ. Δραγασάκης επιχειρούν να επαναπροσδιορίσουν κάποιες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ , εξακολουθεί να παραμένει το μεγάλο ερώτημα, τι θα γίνει με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Νομίζω ότι όσα είπε ο κ. Δραγασάκης προσδιορίζονται από έντονη ασάφεια, η οποία δεν επιτρέπει την αναζήτηση συγκεκριμένου πολιτικού στίγματος που θα δικαιολογεί να διαπιστώσει κανείς τη στροφή, την επαναφορά των πραγμάτων στον πολιτικό ρεαλισμό.»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε non paper που διένειμε σημειώνει ότι το τι είπε ή δεν είπε το ΠΑΣΟΚ καθώς και το τι έκανε ή δεν έκανε το γνωρίζει ο ελληνικός λαός, το αποτύπωσε με την ετυμηγορία του στις εκλογές και θα το δείξει ακόμη πιο έντονα στις ερχόμενες.
Διευκρινίζοντας τις θέσεις του κόμματος ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει:
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ όπως εξηγεί και ο Δραγασάκης στη συνέντευξη του, εκτιμά ότι στις συνθήκες που βρισκόμαστε, με τη φτώχεια να καλπάζει και με πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας, πρέπει να συζητήσουμε μέτρα που μπορούν να αμβλύνουν έστω την κατάσταση χρηματοπιστωτικής ασφυξίας. Και στην κατεύθυνση αυτή προτείνει συγκεκριμένα μέτρα ως παραδείγματα ώστε να αποτραπεί η έξοδος από το ευρώ σε περίπτωση που η ήδη υπαρκτή κρίση ρευστότητας πάρει ακόμη πιο ακραίες και ανεξέλεγκτες καταστάσεις προς τις οποίες οδηγεί η πολιτική των μνημονίων.
Το ΠΑΣΟΚ τι συγκεκριμένα προτείνει ή αντιτάσσει σε αυτό τον προβληματισμό; Να περιμένουμε παθητικά κάποιο θαύμα; Ελπίζει ότι το μνημόνιο θα δώσει δουλειά στους ανέργους ή ότι πρέπει να αφήσουμε το κόσμο να πεθάνει από την πείνα όσο η ανθρωπιστική κρίση επιδεινώνεται;
2. Τι γνώμη έχει το ΠΑΣΟΚ για τις τράπεζες και τα κριτήρια χρηματοδότησης; Και τι προτείνει σχετικώς; Να αποφασίζουν οι τράπεζες με αποκλειστικό κριτήριο την κερδοφορία τους ή την άσκηση δημοσίου ελέγχου ώστε να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια αναπτυξιακά και κοινωνικά; Γενικότερα, πρέπει η κοινωνία να έχει λόγο στην άσκηση της πιστωτικής πολιτικής όπως προτείνει ο Δραγασάκης και ο ΣΥΡΙΖΑ ή όχι;
3. Αν για παράδειγμα οι τράπεζες προτιμούν να χρηματοδοτούν εισαγωγές αντί εγχώριας παραγωγής και επενδύσεων, αυτό αποτελεί ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και ευθύνη της πολιτείας να το αντιμετωπίσει ή αποτελεί αποκλειστική ιδιωτική υπόθεση των τραπεζών όταν μάλιστα οι τελευταίες έχουν χρηματοδοτηθεί από τον ελληνικό λαό;
Γενικότερα για τις εισαγωγές, έχει κάποια ιδέα το ΠΑΣΟΚ πως θα μπορούσαν να αποθαρρυνθούν μέχρις ότου μπορέσει να διαμορφωθεί ένα βιώσιμο και κοινωνικά δίκαιο παραγωγικό πρότυπο; Αν έχει, γιατί δεν το εφάρμοσε τόσα χρόνια αλλά στήριξε την πρόσκαιρη μείωση των εισαγωγών στην εξαθλίωση του Ελληνικού λαού;

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου