Για την πολιτικοεκκλησιαστική κρίση στην Ουκρανία
Πριν μπούμε στις λεπτομέρειες για την εκκλησιαστική κρίση που ξέσπασε μεταξύ των πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας, με επίδικο το ποιος θα έχει το πάνω χέρι στα εκκλησιαστικά πράγματα της Ουκρανίας, μια σύντομη ιστορική αναδρομή θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα την ουσία του ζητήματος, πέρα από τα ταλμουδικά με τα οποία στολίζουν της αλληλοκατηγορίες τους οι αντιμαχόμενες πλευρές. Και, κυρίως, να καταλάβουμε τη γεωπολιτική πλευρά της και τις συνέπειες που θα έχει για τις εξελίξεις στην περιοχή η κρίση αυτή.
Οι εκκλησιαστικές εξελίξεις πάντα αποτελούσαν ακολούθημα των πολιτικών
Όποιος έχει, έστω και μια μικρή γνώση της εκκλησιαστικής ιστορίας, εύκολα μπορεί να διακρίνει μια κόκκινη γραμμή που την διαπερνά και καθορίζει τις μεγάλες και καθοριστικές στιγμές της. Από την εποχή του Κωνσταντίνου του Μεγάλου και τoυ διατάγματος των Μεδιολάνων ( 313), με την αναγνώριση του χριστιανισμού και τη μετατροπή του από κίνημα των καταπιεζομένων σε ιδεολογικό στήριγμα του ρωμαικού κράτους, έως τις μέρες μας, πίσω από κάθε μεγάλη εκκλησιαστική απόφαση, διάσταση ή κρίση, βρισκόταν η πολιτική και το παιχνίδι της εξουσίας.
Πίσω από το σχίσμα της ανατολικής βυζαντινής και της δυτικής ρωμαϊκής Εκκλησίας (1054) βρισκόταν η άγρια διαπάλη ανάμεσα στον Πατριάρχη Κηρουλάριο (και το βυζαντινό κράτος) και τον Γερμανό Πάπα Λέοντα Θ΄, για το ποιος θα εξουσίαζε τις πλούσιες επαρχίες της Μεσημβρινής Ιταλίας.
Πίσω από τις σταυροφορίες, αυτές τις εκστρατείες των κάθε λογής ρεμαλιών και τυχοδιωκτών της Δύσης, δεν βρίσκονταν η απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από την κατοχή των μουσουλμάνων, αλλά οι χρυσοφόρες αγορές της Ανατολής. Και όταν αυτά τα μπουλούκια, που εκστράτευσαν με τις ευλογίες του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄, βρήκαν την ευκαιρία, κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη (1204) τη λεηλάτησαν και προκάλεσαν μεγαλύτερες καταστροφές κι από αυτές που έγιναν στην Άλωση της Πόλης από τον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Μια ακόμη σύγκρουση, με καθαρά πολιτικό χαρακτήρα κι αυτή φορά, είχαμε μετά τον προσηλυτισμό της Ρωσίας, στα τέλη του 10ου με τις αρχές του 11ου αιώνα ( λεπτομέρεια: ο Βασίλειος ο Β΄ έδωσε την αδελφή του Άννα στο ρώσο ηγεμόνα Βλαδίμηρο με τον όρο να βαφτιστεί χριστιανός, τόσο απλά και χριστιανικά) που επέτρεψε στο Βυζάντιο να βάλει πόδι στην αχανή ρωσική γη που μετατράπηκε σε εκκλησιαστική επαρχία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, με πρώτο μητροπολίτη Κιέβου τον Έλληνα, Θεόπεμπτο, με εξουσίες πολύ ευρύτερες των εκκλησιαστικών. Η εκκλησιαστική εξάρτηση των Ρώσων από την Κωνσταντινούπολη σταμάτησε μόνο το 1448.
Πίσω από το σχίσμα της ανατολικής βυζαντινής και της δυτικής ρωμαϊκής Εκκλησίας (1054) βρισκόταν η άγρια διαπάλη ανάμεσα στον Πατριάρχη Κηρουλάριο (και το βυζαντινό κράτος) και τον Γερμανό Πάπα Λέοντα Θ΄, για το ποιος θα εξουσίαζε τις πλούσιες επαρχίες της Μεσημβρινής Ιταλίας.
Πίσω από τις σταυροφορίες, αυτές τις εκστρατείες των κάθε λογής ρεμαλιών και τυχοδιωκτών της Δύσης, δεν βρίσκονταν η απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από την κατοχή των μουσουλμάνων, αλλά οι χρυσοφόρες αγορές της Ανατολής. Και όταν αυτά τα μπουλούκια, που εκστράτευσαν με τις ευλογίες του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄, βρήκαν την ευκαιρία, κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη (1204) τη λεηλάτησαν και προκάλεσαν μεγαλύτερες καταστροφές κι από αυτές που έγιναν στην Άλωση της Πόλης από τον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Μια ακόμη σύγκρουση, με καθαρά πολιτικό χαρακτήρα κι αυτή φορά, είχαμε μετά τον προσηλυτισμό της Ρωσίας, στα τέλη του 10ου με τις αρχές του 11ου αιώνα ( λεπτομέρεια: ο Βασίλειος ο Β΄ έδωσε την αδελφή του Άννα στο ρώσο ηγεμόνα Βλαδίμηρο με τον όρο να βαφτιστεί χριστιανός, τόσο απλά και χριστιανικά) που επέτρεψε στο Βυζάντιο να βάλει πόδι στην αχανή ρωσική γη που μετατράπηκε σε εκκλησιαστική επαρχία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, με πρώτο μητροπολίτη Κιέβου τον Έλληνα, Θεόπεμπτο, με εξουσίες πολύ ευρύτερες των εκκλησιαστικών. Η εκκλησιαστική εξάρτηση των Ρώσων από την Κωνσταντινούπολη σταμάτησε μόνο το 1448.
Η μάχη για την πρωτοκαθεδρία στην Ορθοδοξία
Από τότε και μέχρι τις μέρες μας πάντα εκδηλωνόταν, είτε ανοιχτά είτε στα παρασκήνια, ένας πόλεμος για το ποιος θα έχει τα πάνω χέρι στον ορθόδοξο κόσμο. Το «αιχμάλωτο ( στους Οθωμανούς) Οικουμενικό Πατριαρχείο με μόνο όπλο τα εκκλησιαστικά κιτάπια και το μικρό (και αιχμάλωτο, κι αυτό, ποίμνιο), ή η ρωσική Εκκλησία με τα εκατομμύρια πιστούς;
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940 και με δεδομένη την ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, ξέσπασε μια νέα σκληρή διαμάχη μεταξύ του Πατριαρχείου της Μόσχας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ήταν μια αντιπαράθεση (όπως και οι προηγούμενες) καθαρά πολιτική. Αυτή τη φορά κομμάτι του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και των Δυτικών Δυνάμεων από τη μια μεριά και της Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων χωρών της από την άλλη.
Οι ανάγκες της αντίστασης κατά των χιτλερικών εισβολέων οδήγησαν τη σοβιετική ηγεσία στην αλλαγή της στάσης της απέναντι στην ρωσική Εκκλησία, και στην πλήρωση του πατριαρχικού θρόνου της Μόσχας, που παρέμενε κενός από το 1924. Ο νέος Πατριάρχης, Αλέξιος, αναδιοργάνωσε εκ βάθρων τη ρωσική Εκκλησία. Το 1947, ο Αλέξιος προσπάθησε να οργανώσει στη Μόσχα Διορθόδοξη Διάσκεψη, στην οποία αρνήθηκε να πάρει μέρος το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως.
Καμία από τις δυό πλευρές δεν έκρυψε τον πολιτικό χαρακτήρα της αντιπαράθεσης. Το Φανάρι και η Εκκλησία της Ελλάδος ταυτίστηκαν με την πολιτική του Δυτικού Στρατοπέδου. Είναι χαρακτηριστικό ένα άρθρο «γραμμής» που δημοσιεύθηκε τότε ( Αύγουστος 1947) στο επίσημο περιοδικό της Εκκλησίας της Ελλάδος), στο οποίο σημειωνόταν πως τα ελληνικά Πατριαρχεία και Εκκλησίες δεν είχαν μόνον «τον Παπισμόν και την Δυτικήν Εκκλησίαν πολεμίους , αλλά και τον Σλαυισμόν και τας υπό το σημερινόν κομμουνιστικόν καθεστώς διατελούσας σλαυικάς Ορθοδόξους Εκκλησίας, υπό την αιγίδα του Ρωσικού Πατριαρχείου, κινουμένας ίνα αμαυρώσωσι την αίγλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου και αναδείξωσιν εις την περίοπτον θέσιν, ην από αιώνων τούτο κέκτηται κατόπιν αποφάσεων Οικουμενικών Συνόδων, τον Πατριάρχην Αλέξιον. Από την άλλη πλευρά η Μόσχα και οι Εκκλησίες των ανατολικών χωρών συμφωνούσαν με την πολιτική των κυβερνήσεών τους.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940 και με δεδομένη την ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, ξέσπασε μια νέα σκληρή διαμάχη μεταξύ του Πατριαρχείου της Μόσχας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ήταν μια αντιπαράθεση (όπως και οι προηγούμενες) καθαρά πολιτική. Αυτή τη φορά κομμάτι του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και των Δυτικών Δυνάμεων από τη μια μεριά και της Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων χωρών της από την άλλη.
Οι ανάγκες της αντίστασης κατά των χιτλερικών εισβολέων οδήγησαν τη σοβιετική ηγεσία στην αλλαγή της στάσης της απέναντι στην ρωσική Εκκλησία, και στην πλήρωση του πατριαρχικού θρόνου της Μόσχας, που παρέμενε κενός από το 1924. Ο νέος Πατριάρχης, Αλέξιος, αναδιοργάνωσε εκ βάθρων τη ρωσική Εκκλησία. Το 1947, ο Αλέξιος προσπάθησε να οργανώσει στη Μόσχα Διορθόδοξη Διάσκεψη, στην οποία αρνήθηκε να πάρει μέρος το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως.
Καμία από τις δυό πλευρές δεν έκρυψε τον πολιτικό χαρακτήρα της αντιπαράθεσης. Το Φανάρι και η Εκκλησία της Ελλάδος ταυτίστηκαν με την πολιτική του Δυτικού Στρατοπέδου. Είναι χαρακτηριστικό ένα άρθρο «γραμμής» που δημοσιεύθηκε τότε ( Αύγουστος 1947) στο επίσημο περιοδικό της Εκκλησίας της Ελλάδος), στο οποίο σημειωνόταν πως τα ελληνικά Πατριαρχεία και Εκκλησίες δεν είχαν μόνον «τον Παπισμόν και την Δυτικήν Εκκλησίαν πολεμίους , αλλά και τον Σλαυισμόν και τας υπό το σημερινόν κομμουνιστικόν καθεστώς διατελούσας σλαυικάς Ορθοδόξους Εκκλησίας, υπό την αιγίδα του Ρωσικού Πατριαρχείου, κινουμένας ίνα αμαυρώσωσι την αίγλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου και αναδείξωσιν εις την περίοπτον θέσιν, ην από αιώνων τούτο κέκτηται κατόπιν αποφάσεων Οικουμενικών Συνόδων, τον Πατριάρχην Αλέξιον. Από την άλλη πλευρά η Μόσχα και οι Εκκλησίες των ανατολικών χωρών συμφωνούσαν με την πολιτική των κυβερνήσεών τους.
Ο Ψυχρός Πόλεμος και το Φανάρι
Για να αντιμετωπίσουν την προσπάθεια δημιουργίας ενός «άλλου ισχυρού πόλου» στον ορθόδοξο κόσμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες επεδίωξαν να θέσουν υπό τον άμεσο έλεγχό τους το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έτσι, στα τέλη του 1948, και αφού προηγουμένως εξανάγκασαν σε παραίτηση τον κατηγορούμενο για «ρωσοφιλία» Πατριάρχη Μάξιμο, επέβαλαν την εκλογή στη θέση του Οικουμενικού Πατριάρχη του έως τότε αρχιεπισκόπου Αμερικής, Αθηναγόρα, που έφθασε στην Κωνσταντινούπολη με το προσωπικό αεροσκάφος του Προέδρου Τρούμαν.
Από τότε και μέχρι σήμερα βασική πυξίδα σε όλη την πολιτική των εκπροσώπων του Φαναρίου αποτελεί η πολιτική της εκάστοτε αμερικανικής κυβέρνησης.
Κάτω από από αυτό το πρίσμα πρέπει να μελετηθούν και να αξιολογηθούν οι τελευταίες πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που απειλούν να τινάξουν στον αέρα την (έστω και επιφανειακή) ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών, όπως είχαμε επισημάνει και σε σχετικό σημείωμα του «Ημεροδρόμου» από τις 6 του περασμένου Ιουνίου.
Κάτω από από αυτό το πρίσμα πρέπει να μελετηθούν και να αξιολογηθούν οι τελευταίες πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που απειλούν να τινάξουν στον αέρα την (έστω και επιφανειακή) ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών, όπως είχαμε επισημάνει και σε σχετικό σημείωμα του «Ημεροδρόμου» από τις 6 του περασμένου Ιουνίου.
Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και οι επιπτώσεις της στις Εκκλησίες
Μέχρι τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και από τις δυο πλευρές τηρούνταν τα προσχήματα και αποφεύγονταν η ανοιχτή έκφραση των αντιθέσεων. Όμως, από το 1991 άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου. Το πρώτο βήμα το έκανε το Οικουμενικό Πατριαρχείο με την αναγνώριση της Αυτονομίας της Εκκλησίας της Εσθονίας, που μέχρι τότε υπάγονταν στο Πατριαρχείο της Μόσχας. Μάλιστα, τοποθέτησε ως αρχιεπίσκοπο το Στέφανο Χαραλαμπίδη, έναν Έλληνα, γεννημένο στο βελγικό Κονγκό. Η Μόσχα αντέδρασε έντονα, όμως δεν προχώρησε και σε ακραία μέτρα, όπως θα ήταν η διακοπή των σχέσεων με το Φανάρι. Ωστόσο το θέμα αυτό ήταν και μία από τις αιτίες που το Πατριαρχείο της Μόσχας δεν πήρε μέρος στην Πανορθόδοξη Σύνοδο, που συγκάλεσε ο Βαρθολομαίος στο Κολυμπάρι των Χανίων, τον Ιούνιο του 2016.
Από τότε και μέχρι πρόσφατα σε όλες τις σχετικές συζητήσεις οι εκπρόσωποι του Φαναρίου διαβεβαίωναν πως στο ουκρανικό ζήτημα η θέση τους δεν έχει αλλάξει και δεν επιδιώκουν αλλαγή του εκκλησιαστικού καθεστώτος χωρίς προηγούμενη συζήτηση με όλες τις πλευρές.
Από τότε και μέχρι πρόσφατα σε όλες τις σχετικές συζητήσεις οι εκπρόσωποι του Φαναρίου διαβεβαίωναν πως στο ουκρανικό ζήτημα η θέση τους δεν έχει αλλάξει και δεν επιδιώκουν αλλαγή του εκκλησιαστικού καθεστώτος χωρίς προηγούμενη συζήτηση με όλες τις πλευρές.
Το μπερδεμένο εκκλησιαστικό κουβάρι της Ουκρανίας
Στο σημείο αυτό πρέπει να θυμίσουμε πως αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία υπάρχουν τρεις ορθόδοξες Εκκλησίες: Μία αυτόνομη υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο (είναι και η μεγαλύτερη, με ισχυρή παρουσία σε όλη τη χώρα, αλλά κυρίως στις ανατολικές επαρχίες), που συμμετέχει στη Σύνοδο του Πατριαρχείου της Μόσχα. Η Εκκλησία αυτή αναγνωρίζεται σήμερα από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Υπάρχει επίσης το Πατριαρχείο Ουκρανίας που συγκροτήθηκε μετά το 1991 με την απόσχιση ορισμένων μητροπολιτών, υπό τον Φιλάρετο, που ανακηρύχθηκε Πατριάρχης. Αυτή η Εκκλησία δεν αναγνωρίζεται από τις άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες και θεωρείται σχισματική. Υποστηρίζεται όμως από τη σημερινή φιλοφασιστική κυβέρνηση του Κιέβου. Υπάρχει επίσης και μια τρίτη μικρότερη Εκκλησία, η «Αυτοκέφαλη Ουκρανική Εκκλησία», που κι αυτή θεωρείται σχισματική. Σ’ αυτές τις Εκκλησίες προσθέστε και την ισχυρή παρουσία των Ουνιτών, των ελληνορρύθμων καθολικών που υπάγονται στον Πάπα. Αυτοί αποσχίσθηκαν από την Ορθοδοξία το 16ο αιώνα. Στα χρόνια της γερμανικής κατοχής οι κορυφές τους συνεργάστηκαν ανοιχτά με τους κατακτητές και τον ηγέτη των Ουκρανών ναζιστών, Στεπάν Μπαντέρα. Μετά τον πόλεμο η Εκκλησία αυτή διαλύθηκε και οι πιστοί της επανήλθαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά μετά το 1991, επανασυγκροτήθηκε.
Το ταξίδι του Ποροσένκο στο Φανάρι
Έτσι είχε η κατάσταση μέχρι τον περασμένο Μάρτιο, οπότε ο πρόεδρος της Ουκρανίας Ποροσένκο πήγε στο Φανάρι και ζήτησε από τον πατριάρχη Βαρθολομαίο να αναγνωρίσει το, πλήρως το ελεγχόμενο από την αμερικανοστημένη κυβέρνησή του, πατριαρχείο της Ουκρανίας.
Ο πατριάρχης Βαρθολομαίος τον καλοδέχτηκε και του είπε για πρώτη φορά τόσο καθαρά πως θα εξετάσει το αίτημα του.
Τις επόμενες μέρες το Φανάρι έστειλε αντιπροσώπους του στις Ορθόδοξες Εκκλησίες για να βολιδοσκοπήσει τη στάση τους σε περίπτωση που θα έφτανε στην αναγνώριση της Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία. Στις περισσότερες από αυτές, οι εκπρόσωποί του συνάντησαν την επιφυλακτική στάση των Εκκλησιών και σε ορισμένες περιπτώσεις την κατηγορηματική άρνηση. Όμως, παρ’ όλα αυτά οι διαδικασίες προχωρούσαν.
Ο πατριάρχης Βαρθολομαίος τον καλοδέχτηκε και του είπε για πρώτη φορά τόσο καθαρά πως θα εξετάσει το αίτημα του.
Τις επόμενες μέρες το Φανάρι έστειλε αντιπροσώπους του στις Ορθόδοξες Εκκλησίες για να βολιδοσκοπήσει τη στάση τους σε περίπτωση που θα έφτανε στην αναγνώριση της Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία. Στις περισσότερες από αυτές, οι εκπρόσωποί του συνάντησαν την επιφυλακτική στάση των Εκκλησιών και σε ορισμένες περιπτώσεις την κατηγορηματική άρνηση. Όμως, παρ’ όλα αυτά οι διαδικασίες προχωρούσαν.
Στα τέλη Αυγούστου ο Πατριάρχης Μόσχας, Κύριλλος, πήγε στο Φανάρι, σε μια ύστατη προσπάθεια να αποτρέψει την Αυτοκεφαλία. Η συνάντηση με τον Βαρθολομαίο μπροστά στις κάμερες είχε όλα αυτά που γίνονται σε συναντήσεις εκκλησιαστικών ηγετών. Ασπασμούς , αδελφικές ευχές και όλα όσα προβλέπουν τα τυπικά. Όμως, το κλίμα στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις ήταν εντελώς διαφορετικό, με τον Βαρθολομαίο να επιμένει στις θέσεις του και τον Κύριλλο να προειδοποιεί για τις συνέπειες που θα έχει η πολιτική του Φαναρίου στην ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Τα ίδια είπε και σε επανειλημμένες δηλώσεις του ο «υπουργός» Εξωτερικών του Πατριαρχείου Μόσχας, μητροπολίτης Βολοκολάμσκ, Ιλαρίων.
Τα τετελεσμένα του Φαναρίου
Παρ’ όλα αυτά το Φανάρι προχώρησε σε ένα ακόμη βήμα, το αποφασιστικό, θέλοντας να φέρει τη Μόσχα προ τετελεσμένων. Στις 7 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε πως η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου όρισε δύο εξάρχους (σ.σ. απεσταλμένους) για να πάνε στην Ουκρανία και να αρχίσουν τις επαφές για την ανακήρυξη του Αυτοκέφαλου. Και οι δύο έξαρχοι είναι αμερικανοθρεμένοι και υπηρετούσαν στις ουκρανικές ενορίες σε ΗΠΑ και Καναδά που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δύο απεσταλμένοι του Πατριαρχείου συναντήθηκαν με τον πρόεδρο της Ουκρανίας Ποροσένκο και του επέδωσαν επιστολή του Βαρθολομαίου με την οποία επιβεβαιώνει την απόφαση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να παραχωρήσει το καθεστώς αυτοκεφαλίας στο Πατριαρχείο Ουκρανίας.
Η αντίδραση από τη Μόσχα, όπως ήταν αναμενόμενο, ήταν σκληρή. Τόσο η κυβέρνηση Πούτιν όσο και η ρωσική Εκκλησία (μια Εκκλησία απόλυτα ταυτισμένη με το καθεστώς Πούτιν και βαθύτατα αντιδραστική, μέχρι και τον τσάρο Νικόλαο ανακήρυξαν όσιο) θεώρησαν την κίνηση του Φαναρίου σαν μια έκφραση στον εκκλησιαστικό χώρο της προσπάθειας για απομόνωση της Ρωσίας. Με άλλα λόγια, θεωρούν πως όπως στο γεωπολιτικό παιχνίδι η Ουάσινγκτον επιδιώκει τον ασφυκτικό αποκλεισμό της Ρωσίας με μια αλυσίδα που θα ξεκινά από τις Βαλτικές χώρες και θα φτάνει στα Βαλκάνια, έτσι και στα εκκλησιαστικά, επιδιώκουν να απομονώσουν τη ρωσική Εκκλησία, τη μεγαλύτερη Ορθόδοξη Εκκλησία στον κόσμο. Και, μεταξύ μας, δεν έχουν άδικο, αν σκεφτούμε πως ανάλογες πρωτοβουλίες σχεδιάζει το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και με το καθεστώς των Εκκλησιών στα Σκόπια και το Μαυροβούνιο, θέματα για τα οποία θα μιλήσουμε στο επόμενο σημείωμα γιατί μας αφορούν και άμεσα.
Όπως και νάχει το πράγμα και χωρίς να μπαίνουμε σε θεωρίες συνομωσίας, η αλήθεια είναι μία: Βρισκόμαστε μπροστά σε μία σύγκρουση που πίσω από τους δύο πρωταγωνιστές, τον Βαρθολομαίο και τον Κύριλλο, βρίσκονται ο Τραμπ και τα γεράκια της Ουάσινγκτον, με το ισχυρό συντηρητικό ελληνικό λόμπυ στις ΗΠΑ (στον πρώτο) και ο Πούτιν (στο δεύτερο).
Όπως και νάχει το πράγμα και χωρίς να μπαίνουμε σε θεωρίες συνομωσίας, η αλήθεια είναι μία: Βρισκόμαστε μπροστά σε μία σύγκρουση που πίσω από τους δύο πρωταγωνιστές, τον Βαρθολομαίο και τον Κύριλλο, βρίσκονται ο Τραμπ και τα γεράκια της Ουάσινγκτον, με το ισχυρό συντηρητικό ελληνικό λόμπυ στις ΗΠΑ (στον πρώτο) και ο Πούτιν (στο δεύτερο).
«Την ευθύνη θα την φέρει ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος»
Σε πρώτη φάση η ρωσική Εκκλησία αποφάσισε να σταματήσει τη μνημόνευση του ονόματος του Πατριάρχη Βαρθολομαίου στις ακολουθίες της και την αποχή εκπροσώπων της από Ορθόδοξες συνάξεις στις οποίες θα προεδρεύουν εκπρόσωποι του Φαναρίου, προειδοποιώντας παράλληλα πως θα ακολουθήσουν και άλλα μέτρα. Τα προανήγγειλαν και στην απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου της Μόσχας: «Σε περίπτωση συνεχίσεως της αντικανονικής δράσεως του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στο έδαφος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, θα αναγκασθούμε να διακόψουμε πλήρως την ευχαριστιακή κοινωνία με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, με όλη την ευθύνη για τις τραγικές επιπτώσεις της διαιρέσεως αυτής να αναλάβει προσωπικά ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος και όσοι Αρχιερείς τον υποστηρίζουν».
«Δεν είναι τυχαία η βιασύνη του Βαρθολομαίου»
Την πολιτική διάσταση της σύγκρουσης τόνισε, χρησιμοποιώντας ιδιαίτερα υψηλούς τόνους και χωρίς να χρησιμοποιήσει τον όρο Οικουμενικό για το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, και ο μητροπολίτης Ιλαρίων σε πρόσφατη συνέντευξή του:
«-Η Ρωσική Εκκλησία, βεβαίως, δεν θα αναγνωρίσει το αυτοκέφαλο αυτό. Επίσης, δεν θα έχουμε άλλη επιλογή από το να διακόψουμε την κοινωνία με την Κωνσταντινούπολη. Αυτό θα σημαίνει ότι ο Κωνσταντινουπόλεως δεν θα έχει δικαίωμα να αυτοαποκαλείται, «επικεφαλής των 300 εκατομμυρίων Ορθοδόξων του πλανήτη», αφού, τουλάχιστον, το ήμισυ του ορθόδοξου πληθυσμού δεν θα τον αναγνωρίζει. Δηλαδή, με τις ενέργειες του αυτές θα διχάσει την Οικουμενική Ορθοδοξία.
Ερ.- Γεγονότα, στα οποία αναφέρεσθε, θυμίζουν τις διεθνείς εξελίξεις των τελευταίων ετών. Θυμίζουν τις εξελίξεις στην Πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο, αλλά αυτή τη φορά εντός Εκκλησίας…
Απ.-Βεβαίως, όλα αυτά εξελίσσονται στα πλαίσια μιας οξείας πολιτικής αντιπαραθέσεως. Επιπλέον, δεν είναι τυχαία αυτή η βιασύνη του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Αντιλαμβάνεται ότι οι ημέρες είναι μετρημένες για τις σημερινές Ουκρανικές αρχές: την άνοιξη του επόμενου έτους θα διεξαχθούν εκλογές, και είναι πολύ πιθανό ότι θα έρθει στην εξουσία νέα δύναμη η οποία δεν θα υποστηρίξει αυτές τις παπικές αξιώσεις του Κωνσταντινουπόλεως. Επομένως, όσο το δυνατόν ταχύτερα προσπαθούν να κάνουν τη βρώμικη δουλειά τους».
Οι τελευταίες εξελίξεις ανησυχούν όλες τις ηγεσίες των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Τα πατριαρχεία Σερβίας και Βουλγαρίας έχουν από την αρχή εκφράσει την αντίθεσή τους. Αντίθετο, αν και δεν το εκφράζει ανοιχτά είναι και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Ο αρχιεπίσκοπος της Πολωνικής Εκκλησίας έχει εκφράσει και αυτός ανοιχτά την αντίθεσή του. Επιφυλακτική είναι η Εκκλησία της Κύπρου και το Πατριαρχείο Ρουμανίας.
Και η ελλαδική Εκκλησία; Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος θυμίζει ακροβάτη που περπατά σε τεντωμένο σχοινί. Είναι γνωστό πως η Εκκλησία της Ελλάδος έχει στενές σχέσεις με το μητροπολίτη Ουκρανίας Oνούφριο, που υπάγεται στο πατριαρχείο της Μόσχας. Αυτό επανέλαβε και ο αρχιεπίσκοπος στην τελευταία συνάντησή του με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο επισημαίνοντάς του τους κινδύνους για την ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών από μια νέα σύγκρουση Φαναρίου- Μόσχας. Δεν μπορεί όμως να βγει ανοιχτά, αφού μια υπέρ του Φαναρίου τοποθέτηση θα προκαλούσε αντιδράσεις σε μεγάλο μέρος της Ιεραρχίας, ενώ μια αντίθετη τοποθέτηση θα τραυμάτιζε σοβαρά τις σχέσεις με το Οικουμενικό Πατριαρχείο που δεν βρίσκονται και στο καλύτερο σημείο τους τον τελευταίο καιρό.
«-Η Ρωσική Εκκλησία, βεβαίως, δεν θα αναγνωρίσει το αυτοκέφαλο αυτό. Επίσης, δεν θα έχουμε άλλη επιλογή από το να διακόψουμε την κοινωνία με την Κωνσταντινούπολη. Αυτό θα σημαίνει ότι ο Κωνσταντινουπόλεως δεν θα έχει δικαίωμα να αυτοαποκαλείται, «επικεφαλής των 300 εκατομμυρίων Ορθοδόξων του πλανήτη», αφού, τουλάχιστον, το ήμισυ του ορθόδοξου πληθυσμού δεν θα τον αναγνωρίζει. Δηλαδή, με τις ενέργειες του αυτές θα διχάσει την Οικουμενική Ορθοδοξία.
Ερ.- Γεγονότα, στα οποία αναφέρεσθε, θυμίζουν τις διεθνείς εξελίξεις των τελευταίων ετών. Θυμίζουν τις εξελίξεις στην Πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο, αλλά αυτή τη φορά εντός Εκκλησίας…
Απ.-Βεβαίως, όλα αυτά εξελίσσονται στα πλαίσια μιας οξείας πολιτικής αντιπαραθέσεως. Επιπλέον, δεν είναι τυχαία αυτή η βιασύνη του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Αντιλαμβάνεται ότι οι ημέρες είναι μετρημένες για τις σημερινές Ουκρανικές αρχές: την άνοιξη του επόμενου έτους θα διεξαχθούν εκλογές, και είναι πολύ πιθανό ότι θα έρθει στην εξουσία νέα δύναμη η οποία δεν θα υποστηρίξει αυτές τις παπικές αξιώσεις του Κωνσταντινουπόλεως. Επομένως, όσο το δυνατόν ταχύτερα προσπαθούν να κάνουν τη βρώμικη δουλειά τους».
Οι τελευταίες εξελίξεις ανησυχούν όλες τις ηγεσίες των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Τα πατριαρχεία Σερβίας και Βουλγαρίας έχουν από την αρχή εκφράσει την αντίθεσή τους. Αντίθετο, αν και δεν το εκφράζει ανοιχτά είναι και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Ο αρχιεπίσκοπος της Πολωνικής Εκκλησίας έχει εκφράσει και αυτός ανοιχτά την αντίθεσή του. Επιφυλακτική είναι η Εκκλησία της Κύπρου και το Πατριαρχείο Ρουμανίας.
Και η ελλαδική Εκκλησία; Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος θυμίζει ακροβάτη που περπατά σε τεντωμένο σχοινί. Είναι γνωστό πως η Εκκλησία της Ελλάδος έχει στενές σχέσεις με το μητροπολίτη Ουκρανίας Oνούφριο, που υπάγεται στο πατριαρχείο της Μόσχας. Αυτό επανέλαβε και ο αρχιεπίσκοπος στην τελευταία συνάντησή του με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο επισημαίνοντάς του τους κινδύνους για την ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών από μια νέα σύγκρουση Φαναρίου- Μόσχας. Δεν μπορεί όμως να βγει ανοιχτά, αφού μια υπέρ του Φαναρίου τοποθέτηση θα προκαλούσε αντιδράσεις σε μεγάλο μέρος της Ιεραρχίας, ενώ μια αντίθετη τοποθέτηση θα τραυμάτιζε σοβαρά τις σχέσεις με το Οικουμενικό Πατριαρχείο που δεν βρίσκονται και στο καλύτερο σημείο τους τον τελευταίο καιρό.
Και μια κυβερνητική απαγόρευση με ξεχωριστή σημασία
Όσο για τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης μια λεπτομέρεια αρκεί για να καταλάβει κανείς προς τα πού κλίνει. Πριν από λίγες μέρες – και αφού είχε προηγηθεί η απέλαση των Ρώσων διπλωματών- αρνήθηκε να δώσει βίζα εισόδου σε ένα κορυφαίο πρόσωπο της ρωσικής Εκκλησίας, το μητροπολίτη της Αγίας Πετρούπολης, Βαρσανούφιο, που ήθελε να επισκεφθεί το Άγιον Όρος…
Συμπέρασμα; Αυτό που δείχνει και η εκκλησιαστική ιστορία. Οι κρίσεις στην Εκκλησία έχουν πάντα την γεωπολιτική πλευρά τους. Και ειδικά για αυτή την κρίση είμαστε ακόμη στην αρχή…
Σημείωση: Αρκετά στοιχεία για το σημείωμα αυτό αντλήθηκαν από την πολύ καλά ενημερωμένη για το θέμα εκκλησιαστική ιστοσελίδα Romfea.gr. Οι εκτιμήσεις ανήκουν στον συντάκτη αυτού του σημειώματος.
Στο επόμενο: Ο Βαρθολομαίος και το Σκοπιανό εκκλησιαστικό ζήτημα
Συμπέρασμα; Αυτό που δείχνει και η εκκλησιαστική ιστορία. Οι κρίσεις στην Εκκλησία έχουν πάντα την γεωπολιτική πλευρά τους. Και ειδικά για αυτή την κρίση είμαστε ακόμη στην αρχή…
Σημείωση: Αρκετά στοιχεία για το σημείωμα αυτό αντλήθηκαν από την πολύ καλά ενημερωμένη για το θέμα εκκλησιαστική ιστοσελίδα Romfea.gr. Οι εκτιμήσεις ανήκουν στον συντάκτη αυτού του σημειώματος.
Στο επόμενο: Ο Βαρθολομαίος και το Σκοπιανό εκκλησιαστικό ζήτημα
http://www.imerodromos.gr/bartholomaios-kyrillos-ki-apo-piso-tramp-kai-poytin-toy-giorgoy-karagianni/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου