με αφορμή την προηγούμενη ανάρτηση...
Ανάπηροι, ακουμπισμένοι σε ξένους τοίχους, αποδεχθήκαμε την ενσωμάτωση στην πραγματικότητα σαν αναγκαιότητα και, ακολουθώντας σκοτεινά μονοπάτια, χαθήκαμε μέσα στους λαβύρινθους μιας νέας αναζήτησης. Αποδιώξαμε του ποταμιού τη λαχτάρα να φθάσει στη θάλασσα, σβήσαμε τον πόθο για το ταξίδι σε ορίζοντες μακρινούς, τη δίψα να φτιάχνουμε τον κόσμο από την αρχή, τη χαρά ν' αφήνουμε πίσω μας ό,τι μας βαραίνει. Εϊχαν τούτοι οι χρόνοι ευημερίες και δικαιώσεις, δάφνες καιπεργαμηνές. Όμως προσπόρισαν μόνον αυτά που θα εξασφάλιζαν την Ήττα μας.
Και,
δεκαετίες τώρα οι αντοχές λιγοστεύουν, οι μνήμες ξεθωριάζουν, η πραγματικότητα επιβάλλεται σαν καθημερινότητα, που επικάθεται σε κάθε μας σκέψη, που παγιδεύει κάθε ανάταση της ψυχής και του νού. Στα απόνερα αυτής της παρακμής ανδρώθηκε η χρόνια αναπηρία μας. Και εθιστήκαμε να συγχωρούμε αυτά που χθες λοιδωρούσαμε, να παραβλέπουμε τις αποκλίσεις από τα οράματά μας, αλλά και να σείουμε αρειμανίως το λάβαρο της ιδεολογικής καθαρότητας κάθε εποχής και κάθε ευκαιρίας.
Χρόνια τώρα η Ήττα μας αναζητά την πατρότητά της. Περιφερόμενη από κόμμα σε κόμμα, από συνέδριο σε συνέδριο και από στόμα σε στόμα ιστορικών αναλυτών, αναζητά το αραξοβόλι της αποδοχής. Νάβρει τη δικαίωση του νόστου, αναγκαία προϋπόθεση για μια πορεία αλλοιώτικη. Κι' εμείς συννένοχοι του ακρωτηριασμού μας, γενήκαμε ένοχοι του εκπατρισμού της, γκρεμίζοντας έναν-έναν τους φάρους που θα την οδηγούσαν στο αραξοβόλι της.
Τίνος Κόρη είναι αυτή η Ήττα που περιφέρεται σαν το νυχτοπούλι ;
Ήττα-Μήδεια, αλλοφρόνου για το χαμένο της αραξοβόλι, γενοβολάει το φόβο, τεκνοποιεί την παραίτηση. Γιατί ήθελε γενναιότητα εκείνη η πατρότητα. Για να γενοβολήσει τον πλούτο της σκέψης, να ζυμώσει τα όνειρα.
κι' έγινε τούτη η ήττα παιδί δικό μας...
Το ποτάμι στέρευε σιγά-σιγά, ξεράθηκε, επιχωματώθηκε, έγινε mall, έγινε κολαστήριο για ψυχές και σώματα.
***
και,
κάθομαι στο παράθυρο της μελαγχολίας με το βλέμμα άδειο και την ψυχή
αλλοπαρμένη, να ψάχνω να βρώ τις αιτίες που μ' αφήνουνε μισό.
το σύνθημα που δεν εκστομίζεται,
η ιστορία που δεν διδάχθηκα,η απαντοχή του δάσκαλου της άγονης γραμμής,
η εγκαρτέρηση της πωλήτριας στο δωδεκάωρο,
η πείνα που σβήνει σ' έναν κάδο σκουπιδιών,
η χαρμολύπη της προσμονής,
το αγνάντεμα της Ανατολής,
το άδειο βλέμμα στο παράθυρο της μοναξιάς,
η καταθελγόμενη ψυχή την ώρα του δειλινού,
η σιωπή των βουνών και το θρόϊσμα των μονοπατιών τους
το βλέμμα του σπουργιτιού στ' άδεια μου χέρια,
είναι...
είναι...
Είναι η Ψυχή που φυλάει σαν φυλαχτό την παιδική μας αθωότητα.
φωτο:
σπλόνια στους βράχους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου