Για την ενότητα της Αριστεράς...Για μια πολυκεντρική Αριστερά...Για την ενότητα στη βάση

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

Η τακτική του ενιαίου μετώπου στους κλασσικούς του Μαρξισμού και την Κομμουνιστική Διεθνή (3ο μέρος)


Το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο στο πρόγραμμα και την πρακτική του ΚΚΕ
Σήμερα ξαναγίνεται λόγος για την αναγκαιότητα της κοινής πάλης της εργατικής με άλλες τάξεις στη λογική της σύμπηξης ενός ενιαίου μετώπου πάλης. Η συζήτηση περιστρέφεται συνήθως γύρω από τους στόχους πάλης αλλά και τους εταίρους που μπορούν να απαρτίζουν ένα τέτοιο μέτωπο. Ο Εργατικός Αγώνας συμβάλλοντας στον προβληματισμό δημοσιεύει μια ανάλυση του Ανδρέα Σαρακίνη που παίρνει υπόψη της τις απόψεις των κλασσικών του Μαρξισμού για τη μετωπική πολιτική. Το άρθρο θα ολοκληρωθεί σε τέσσερις  αναρτήσεις.
Μέρος Γ’
Το 15ο συνέδριο του Κ.Κ.Ε. και το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο
Μετά τη διάσπαση του το 1989-1991, το Κ.Κ.Ε. προώθησε την ανασυγκρότηση και την οικοδόμηση του και ανάμεσα στα άλλα οργάνωσε το 15ο συνεδρίου του, συνέδριο που επεξεργάστηκε το νέο πρόγραμμα και το καταστατικό του.
Το νέο, αν και όχι εντελώς νέο, αυτού του προγράμματος είναι ότι δεν αντιμετωπίζει πλέον την επανάσταση ως ενιαία διαδικασία με δύο στάδια, το αντιιμπεριαλιστικό που θα μετεξελιχθεί γρήγορα σε σοσιαλισμό, αλλά ως επανάσταση άμεσα σοσιαλιστική, θέση απόλυτα ορθή και φυσιολογική η οποία συνάντησε την καθολική συμφωνία των κομμουνιστών.
Εκτιμώντας το συνέδριο τη θέση της χώρας στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, ως θέση ενδιάμεση και εξαρτημένη, καθώς και τα συνολικά χαρακτηριστικά του ελληνικού καπιταλισμού (επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, ταξική σύνθεση, εκτεταμένα μικροαστικά στρώματα στην πόλη και στην ύπαιθρο...) εκτίμησε ότι η πάλη ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό έχει κομβική θέση στους αγώνες του λαού για τα καθημερινά του προβλήματα και για την προσέγγιση στην επανάσταση. Η πάλη εναντίον των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού είναι το όχημα που στις συνθήκες της χώρας μπορεί να δώσει ώθηση στη συγκέντρωση δυνάμεων που έχουν συμφέρον να προωθήσουν την επαναστατική πάλη. Στην εισήγηση της ΚΕ στο συνέδριο τονιζόταν: «Τα αντιιμπεριαλιστικά, αντιμονοπωλιακά προβλήματα θα αποτελέσουν τον πυρήνα των προβλημάτων που θα ωθήσουν τις κινητήριες δυνάμεις της κοινωνικής επανάστασης να ανατρέψουν το παλιό και να λύσουν το πρόβλημα της πολιτικής εξουσίας, που είναι το πρόβλημα κλειδί για να γίνει το πέρασμα στο σοσιαλισμό με προοπτική την κομμουνιστική κοινωνία»[1]. Απαντώντας επίσης από το βήμα του συνεδρίου στην τελική της ομιλία η Α. Παπαρήγα σε αντιλήψεις και ενστάσεις που είχαν διατυπωθεί, όσον αφορά την τακτική που επιλέχθηκε και ιδιαίτερα το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο έλεγε: «Μπερδεύουν τη θέση για ωριμότητα των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό με τις προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης. Οι υλικοί όροι έχουν ωριμάσει, υπερωριμάσει για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, παίρνοντας σαν βάση την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, την ανάπτυξη και το βάθος των καπιταλιστικών σχέσεων, τη διαμόρφωση του κρατικομονοπωλιακού συστήματος. Άλλο πράγμα να θεωρούμε ότι έχουν ωριμάσει και οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης. Άρα να πιστεύουμε ότι το μόνο που μένει είναι ο αυστηρά υποκειμενικός παράγοντας, δηλαδή το κόμμα και ο περίγυρος του[2]», και στη συνέχεια «μέσα στο πρόγραμμα δεν εξασφαλίζουμε αυτόματα την ικανότητα, σε κάθε φάση και σε όλη την πορεία του κόμματος, να συνδέουμε κυριολεκτικά την τακτική με τη στρατηγική. Να υπηρετεί η τακτική το στρατηγικό μας σκοπό. Είναι ένα σύνθετο ζήτημα. Λέμε για τη διαλεκτική σχέση, αλλά στην πράξη απαιτεί περίσσια ικανότητα και ωριμότητα. Το πώς δηλαδή θα υπηρετεί η τακτική τη στρατηγική σε κάθε φάση του κινήματος. Ο τρόπος που σχετίζονται δεν είναι πάντα ίδιος. Αλλιώς θα γίνεται σε συνθήκες απότομης και μεγάλης ανόδου του κινήματος και με άλλο τρόπο σε φάση στασιμότητας, προσωρινής υποχώρησης.Η θέση για το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο εκφράζει τη διαλεκτική σχέση τακτικής και στρατηγικής»[3].
Ολόκληρη η δράση του Κ.Κ.Ε, οι αγώνες που θα αναπτυχθούν πρέπει να έχουν κύριο, άμεσο στόχο, τη διαμόρφωση των αναγκαίων όρων που θα διευκολύνουν τη δημιουργία του κοινωνικοπολιτικού λαϊκού μετώπου, μέτωπο που το προσδιορίζει το συνέδριο ως αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό από το εύρος των ζητημάτων και των αντιθέσεων που διαμορφώνουν τη βάση του και ο χαρακτήρας του θα είναι κοινωνικοπολιτικός, θα συμμετέχουν δηλαδή κοινωνικές δυνάμεις και συνάμα πολιτικές δυνάμεις, κόμματα, κινήσεις, ομάδες, παράγοντες και πρόσωπα.
Είναι σαφές από το χαρακτήρα του μετώπου ότι σε αυτό θα συσπειρωθούν η εργατική τάξη, γενικότερα οι μισθωτοί, τα μικροαστικά στρώματα της πόλης, οι αγρότες εκτός από ένα λεπτό στρώμα τους που ανήκουν ή προσεγγίζουν την αστική τάξη, οι εργαζόμενοι στην τέχνη και στον πολιτισμό, στην ανάπτυξη της επιστήμης, δυνάμεις και κινήματα που αγωνίζονται για τα δημοκρατικά δικαιώματα, εναντίον ιμπεριαλισμού και του πολέμου κ.λπ. Το έδαφος πάνω στο οποίο ξεδιπλώνονται οι διαδικασίες συγκρότησης και εδραίωσης του μετώπου είναι τα οξυμένα προβλήματα που απασχολούν το λαό, και οι  διεκδικήσεις των εργαζομένων και επίσης όλα τα στοιχεία που συνθέτουν και διαμορφώνουν τη σύγκρουση με το μονοπωλιακό κεφάλαιο, την εξουσία και τους μηχανισμούς του. Θεμέλιο και ηγετική δύναμη του μετώπου θα είναι η εργατική τάξη που διαμορφώνει μέσα στην πάλη την ενότητα της σε ταξική κατεύθυνση και τη συμμαχία της με τα μικροαστικά στρώματα.
Καίρια σημασία για το μέτωπο και την προοπτική του έχει ο ηγετικός ρόλος του Κ.Κ.Ε., τον οποίον το ίδιο τον διεκδικεί και τον κατακτά στην καθημερινή δράση, καθημερινά γίνεται περισσότερο αποδεκτό από το λαό και καταξιώνεται με τη θεωρητική επάρκεια, τις πρωτοπόρες επεξεργασίες του, τη δράση με αυταπάρνηση των μελών του και συνολικά τον πρωτοπόρο ρόλο του.
Στην εισήγηση της ΚΕ προς το συνέδριο σημειωνόταν: «Το Κ.Κ.Ε. θα επιδιώξει κοινή δράση, συντονισμό και συνεργασία με πολιτικές δυνάμεις που θα θελήσουν να στηρίξουν τους αντιιμπεριαλιστικούς, αντιμονοπωλιακούς αγώνες. Το Κ.Κ.Ε. δεν θέτει όρο για κοινή δράση να αποδεχθούν υποχρεωτικά και προκαταβολικά οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και σχηματισμοί όλες τις θέσεις του. Η κοινή δράση πρέπει να βασίζεται στη συμφωνία αντίστασης στις επιλογές των ιμπεριαλιστικών οργανισμών σε βάρος των εργαζομένων και της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας. Να υπερασπίζεται τα δικαιώματα των εργαζομένων από την επίθεση των πολυεθνικών και γενικότερα του μεγάλου κεφαλαίου. Να αντιστέκεται στις αντίστοιχες κυβερνητικές επιλογές. Να δίνει ώθηση στους λαϊκούς αγώνες, να μη δεσμεύει και κλείνει το δρόμο προς τα μπρος»[4]. Στο πρόγραμμα επίσης αναφέρεται: «Το Κ.Κ.Ε. επιδιώκει τη συνεργασία με πολιτικές δυνάμεις που αποδέχονται την αναγκαιότητα σύγκρουσης με τον ιμπεριαλισμό και τα πολυεθνικά μονοπώλια, υπερασπίζονται τα δικαιώματα των εργαζομένων, τη λαϊκή κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας. Η συνεργασία μπορεί να εκφραστεί με τη μορφή συντονισμού, πολλαπλών συσπειρώσεων και κοινής δράσης για ορισμένα συγκεκριμένα προβλήματα, στα οποία διαπιστώνεται συμφωνία. Η εμπειρία της κοινής δράσης θα δείχνει κατά πόσο είναι δυνατή η διεύρυνση της για συνεργασία και σε άλλους αντιιμπεριαλιστικούς αντιμονοπωλιακούς στόχους, κατά πόσο στη συνέχεια μπορεί να εξελιχθεί σε πολιτική συμφωνία»[5].
Από τα παραπάνω αποσπάσματα καθίσταται σαφές ότι το 15ο συνέδριο του Κ.Κ.Ε. αντιμετωπίζει με διαλεκτικό τρόπο τη συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις στα πλαίσια της δράσης και του μετώπου. Τη βλέπει καταρχήν ως συντονισμό και απλή συνεργασία στη δράση για τα άμεσα προβλήματα, μέσα στους αγώνες. Τη βλέπει ως συμφωνία για αντίσταση στις επιλογές του ιμπεριαλισμού, στην πολιτική των κυβερνήσεων, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, θέτει ως προϋπόθεση να δίνει ώθηση στους λαϊκούς αγώνες και να ανεβάζει σε ψηλότερο επίπεδο ωριμότητας και συνειδητότητας το κίνημα. Η συμφωνία και η δράση πάνω στα συγκεκριμένα προβλήματα θα αποδεικνύει πόσο είναι ώριμη και δυνατή η επέκταση της σε γενικότερους αντιιμπεριαλιστικούς στόχους και αν μπορεί να μετεξελιχθεί σε πολιτική συμφωνία και συμμετοχή στο μέτωπο.
Από την πρώτη στιγμή εκδηλώθηκε τάση αμφισβήτησης της αναγκαιότητας το μέτωπο να έχει πολιτική διάσταση, να οικοδομείται δηλαδή και «από τα πάνω» με συμφωνίες πολιτικών δυνάμεων και κινήσεων, οι οποίες θα πάρουν μέρος σ’ αυτό ωριμάζοντας οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Τις απόψεις αυτές αντέκρουσε η εισήγηση της ΚΕ στο συνέδριο. «Οι κυριότερες επιφυλάξεις και προβληματισμοί ορισμένων συντρόφων, έγραφε,  εκφράστηκαν με το ερώτημα αν πρέπει το Κ.Κ.Ε. να επιδιώκει πολιτική συνεργασία με άλλα κόμματα, πολιτικές ομάδες και παράγοντες. Οι σύντροφοι αυτοί βλέπουν μόνο την πλευρά των κοινωνικών συμμαχιών και το Κ.Κ.Ε. αποκλειστικό φορέα για την καθοδήγηση τους, πράγμα που περιορίζει τη σημασία των ανακατατάξεων και διεργασιών. Παραγνωρίζουν ότι οι ανακατατάξεις και διεργασίες, για αλλαγή των συσχετισμών κάτω από την επίδραση των αγώνων, θα ασκήσουν επίδραση και στο πολιτικό επίπεδο... Η συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις μπορεί να εκφραστεί με τη μορφή συντονισμού, πολλαπλών συσπειρώσεων και κοινής δράσης για ορισμένα αντιιμπεριαλιστικά αντιμονοπωλιακά αιτήματα στα οποία διαπιστώνεται συμφωνία. Η εμπειρία της κοινής δράσης δείχνει κατά πόσο είναι δυνατόν να διευρυνθεί με γενικότερους στόχους, κατά πόσον μπορεί να εξελιχθεί σε πολιτική συμφωνία»[6]. Η  Α. Παπαρήγα στην τελική ομιλία της στο συνέδριο έλεγε: « Είπαν ορισμένοι σύντροφοί ότι δεν είναι απαραίτητο μέσα στο πρόγραμμα να ασχοληθούμε με θέματα πολιτικών συμμαχιών. Αν θα εμφανιστεί μορφή λαϊκής εξουσίας, χωρίς εκλογικές διαδικασίες, ή αν θα εμφανιστεί κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, του μετώπου μέσα από κοινοβουλευτική διαδικασία. Λένε ας τα βγάλουμε αυτά από το πρόγραμμα είναι θέματα τακτικής που θα τα αντιμετωπίσουμε συγκεκριμένα. Η άποψη αυτή είναι λάθος. Δεν είναι θέματα τακτικής. Ακριβώς αυτή η άποψη οδηγεί στην αποσύνδεση της τακτικής από τη στρατηγική μας. Οι συμμαχίες, οι μορφές προσέγγισης προς το σοσιαλισμό, η αντιμετώπιση της αντεπίθεσης του αντιπάλου είναι θέματα στρατηγικής σημασίας. Και απ' αυτή την άποψη, αλίμονο αν αυτά τα ζητήματα τα βγάλουμε από το πρόγραμμα και έχουμε μια γενική θέση  ‘‘παλεύουμε για το σοσιαλισμό’’[7]»
Πώς εξελίσσεται η αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού, δηλαδή των πολιτικών συμμαχιών, θα το παρακολουθήσουμε και στα επόμενα άρθρα, σε όλη την πορεία των επεξεργασιών του Κ.Κ.Ε. για το μέτωπο, αλλά και στην πρακτική του δράση. Εδώ θέλουμε να σημειώσουμε μόνο ότι οι πολύ σωστές αυτές θέσεις διολισθαίνοντας έχουν μετατραπεί στο αντίθετο τους. Δεν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις για να γίνει συνεργασία, ή κοινή δράση πάνω σε ορισμένα ζητήματα κατά την ηγεσία του Κ.Κ.Ε., όλες οι δυνάμεις πέραν των κομμάτων του συστήματος είναι οπορτουνιστικές και αντικομουνιστικές και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο συνεργασίας μαζί τους για οποιοδήποτε ζήτημα. Το μέτωπο από κοινωνικοπολιτικό, όπως αναφερόταν στην απόφαση, μετατράπηκε σε κοινωνικοταξικό, κοινωνικολαϊκό κ.λπ. Διαγράφεται η πολιτική διάσταση και μάλιστα χωρίς απόφαση κανενός συνεδρίου, ή κομματικού οργάνου και στο επόμενο, το 19ο συνέδριο, η ηγετική ομάδα ετοιμάζεται να το βαφτίσει μόνο κοινωνικό. Η εισήγηση της ΚΕ στο συνέδριο σημειώνει ότι «το Κ.Κ.Ε. πρέπει να επιδιώκει να κρατά στην όχθη της αντιιμπεριαλιστικής πάλης όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, χωρίς αυτό να μειώνει τη βασική στρατηγική του αγώνα"[8]. Πρακτικά στο θέμα αυτό τι γίνεται τα τελευταία χρόνια; Το Κ.Κ.Ε. ονομάστηκε η μόνη προοδευτική και συνεπής δύναμη, όλες οι άλλες πολιτικές δυνάμεις συλλήβδην ονομάστηκαν αστικές, οπορτουνιστικές, αντικομουνιστικές και επικίνδυνες, κανένας διαχωρισμός δεν γίνεται μεταξύ της ηγεσίας των δυνάμεων αυτών και της βάσης τους, του λαϊκού κόσμου που τις ακολουθεί και με τη στάση που κρατά το Κ.Κ.Ε. απέναντι τους τις σπρώχνει στην αγκαλιά του μονοπωλιακού κεφαλαίου, αντί τις υπαρκτές διαφοροποιήσεις και διεργασίες στις γραμμές τους να τις ενισχύει και να τις παροτρύνει, ώστε περισσότερες δυνάμεις να κρατιούνται στην αντιιμπεριαλιστική όχθη.
Όσον αφορά την προγραμματική βάση του μετώπου τα πράγματα είναι σαφή. Βάση του είναι «ένα προγραμματικό πλαίσιο κατευθύνσεων και στόχων που εναντιώνονται και συγκρούονται με τις βασικές επιλογές του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Ένα πλαίσιο ανοιχτό σε ριζικές αλλαγές που θίγουν τα βάθρα του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν μπορεί να είναι οποιοδήποτε ελάχιστο προγραμματικό πλαίσιο, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να αποτελεί πλαίσιο διαχείρισης της κρίσης του συστήματος. Πρέπει να αντανακλά το επίπεδο ωρίμανσης των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών κοινωνικών δυνάμεων. Να θεμελιώνει και να βαθαίνει τη συμμαχία τους. Να αναπτύσσει την κοινωνική και πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων. Το Μέτωπο επηρεάζεται από το βαθμό συμφωνίας των δυνάμεων που το συγκροτούν σε συμμαχία με το ΚΚΕ. Οι προγραμματικές κατευθύνσεις και στόχοι πάλης του Μετώπου έχουν εσωτερική συνοχή και ιεράρχηση. Αναπροσαρμόζονται στην πορεία του αγώνα ανάλογα με τις εξελίξεις στο εσωτερικό του Μετώπου και το συσχετισμό δυνάμεων στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο. Υπηρετούν την οργάνωση της πάλης με μέτρα και στόχους που αφορούν: Τις ζωτικές οικονομικές, μορφωτικές και πολιτιστικές ανάγκες της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ανεργίας και των συνεπειών της. Την υπεράσπιση και διεύρυνση των κατακτήσεών τους, τα δημοκρατικά τους δικαιώματα. Την υπεράσπιση και διεύρυνση της παραγωγικής βάσης της χώρας και των αναπτυξιακών της δυνατοτήτων. Τη διεκδίκηση της εθνικής ανεξαρτησίας και υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας από την ιμπεριαλιστική "νέα τάξη πραγμάτων". Τη δραστήρια συμβολή της χώρας στον αγώνα για την ειρήνη και την απόκρουση κάθε μορφής επέμβασης και ιμπεριαλιστικού πολέμου στην περιοχή και γενικότερα…»[9].
Oρισμένες βασικές προγραμματικές δεσμεύσεις του που αναφέρει ρητά το πρόγραμμα είναι:
  • Η αποδέσμευση από την Ε.Ε. ως βασική προϋπόθεση για την αξιοποίηση των εγχώριων αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας.
  • Η άρνηση συμμετοχής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια και επεμβάσεις. Η απεμπλοκή από το πλέγμα της πολιτικοστρατιωτικής εξάρτησης από τις ΗΠΑ, την Ε.Ε. και  ΝΑΤΟ, η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ.
  • Εθνική αμυντική πολιτική που κατοχυρώνει την ασφάλεια της χώρας και τον αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό της. Καμιά εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
  • Η δράση για την αντιμετώπιση των οξύτατων προβλημάτων της εργατικής τάξης ,  Ελλήνων και αλλοδαπών.
  • Η δράση κατά των συμφωνιών που υποθηκεύουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Η υπαγωγή όλων των βασικών υπηρεσιών κοινωνικής πολιτικής και πρόνοιας στο δημόσιο τομέα. Η  διεκδίκηση και υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα επιχειρήσεων και τομέων στρατηγικής σημασίας.
  • Η απόκρουση της κοινής αγροτικής πολιτικής και της ΓΚΑΤΤ. Μέτρα στήριξης του εισοδήματος του μικρομεσαίου αγρότη και αύξηση των επενδύσεων σε έργα υποδομής.
  • Εκδημοκρατισμός της δημόσιας διοίκησης, των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας, του συστήματος απονομής δικαιοσύνης.
  • Μέτρα για την πολιτιστική ανάπτυξη του λαού, η απόκρουση της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού,  η προστασία του περιβάλλοντος κ.λπ.
Με δύο λόγια η προγραμματική βάση του μετώπου αφορά στην πάλη για τα καυτά προβλήματα και τις διεκδικήσεις των εργαζομένων και μαζί μια δέσμη μεταβατικών στόχων που αφορούν σε κομβικά ζητήματα της χώρας και του λαού, παρά την όποια ανεπάρκειά τους. Φυσικά, καμιά αστική κυβέρνηση δεν είναι δυνατόν να προωθήσει τους στόχους αυτούς, συνολικά μια τέτοια πολιτική, ούτε εξάλλου στις αστικές κυβερνήσεις και γενικότερα στην εξουσία του κεφαλαίου απευθυνόταν για την προώθηση τους, αλλά συνολικά διαμορφώνουν ένα πλαίσιο που υλοποιούμενο ξεπερνά τα όρια του καπιταλισμού. Η υλοποίηση του απαιτεί άλλη εξουσία, εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
Το πρόγραμμα του Κ.Κ.Ε. απάντησε στο κεντρικό αυτό πρόβλημα, τη σχέση δηλαδή του μετώπου με την εξουσία που αναδεικνύουν οι εργαζόμενες τάξεις και προωθεί τα συμφέροντα του λαού. Η ανάπτυξη των ταξικών συγκρούσεων από τα πράγματα θα θέσει το ζήτημα της εξουσίας και στις γραμμές του μετώπου με δεδομένη την ποικιλομορφία συμφερόντων και των αντιλήψεων παρά τη σταθερή βάση που διαμορφώνει η αντίθεση των δυνάμεων του μετώπου με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό θα διαμορφώνεται μια ορισμένη ταλάντευση. Το Κ.Κ.Ε. σταθερά θα προσπαθεί να πείσει για την ανάγκη να μη εναλλάσσονται στην κυβέρνηση, κόμματα και δυνάμεις που στέκουν σταθερά στην αστική όχθη της πολιτικής, αλλά πρέπει να ηττηθεί η αστική τάξη και το κράτος της και να δημιουργηθεί μια νέα εξουσία, η σοσιαλιστική που θα θέσει τα συμφέροντα των ως εκείνη τη στιγμή υποτελών τάξεων στην καρδιά της πολιτικής και των αποφάσεων. Το Κ.Κ.Ε. θα αγωνίζεται να πείσει ολόκληρο το μέτωπο για την ανάγκη της νέας λαϊκής εξουσίας.
Ανιχνεύοντας το πρόγραμμα του κόμματος τις πιθανές εξελίξεις σε συνθήκες μεγάλης ανάπτυξης της ταξικής πάλης και με βάση την ιστορική εμπειρία διακρίνει δύο πιθανές εκδοχές εξέλιξης. Είτε θα υπάρξει ανατροπή της αστικής εξουσίας και εγκαθίδρυση της σοσιαλιστικής εργατικής εξουσίας, είτε η ανάπτυξη των ταξικών αγώνων θα οδηγήσει σε μεγάλη φθορά των αστικών πολιτικών δυνάμεων, χωρίς όμως να έχει δημιουργηθεί επαναστατική κατάσταση, οπότε μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων με βάση το κοινοβούλιο. Στην περίπτωση αυτή το Κ.Κ.Ε. και το μέτωπο εξετάζουν συγκεκριμένα την κατάσταση αν είναι δυνατή και αναγκαία η συμμετοχή σ’ αυτήν, είτε θα τη στηρίξει, ή θα δώσει ανοχή, ή αν δεν υπάρχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για όλα αυτά τότε θα σταθεί απέναντί της και θα την κρίνει με βάση τα πεπραγμένα της. Σε κάθε περίπτωση η προώθηση από μια τέτοια κυβέρνηση σημαντικών μέτρων υπέρ του λαού και εναντίον του μονοπωλιακού κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού θα οδηγήσει σε γενικευμένη σύγκρουση με την αστική τάξη για την εξουσία πλέον και όχι μόνο για την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση δηλαδή θα χρησιμοποιηθεί ως όχημα για τη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για την κατάληψη της εξουσίας. Η τοποθέτηση αυτή ήταν και είναι σύμφωνη με τις παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος.
Η τοποθέτηση αυτή αμφισβητήθηκε από μια ορισμένη μικρή μερίδα στελεχών κατά τις προσυνεδριακές διαδικασίες με αποτέλεσμα να γίνει εκτενής αναφορά στο συνέδριο. Η εισήγηση της ΚΕ έγραφε: «Άλλες απόψεις υποστηρίζουν ότι στο πρόγραμμα του κόμματος πρέπει να γίνεται λόγος μόνο για την εξουσία της εργατικής τάξης. Να μη γίνεται αναφορά στο ενδεχόμενο να αναδειχθεί στην πορεία της πάλης του μετώπου μια κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, ενώ δεν θα έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Θεωρούν ότι μια τέτοια αναφορά καλλιεργεί αυταπάτες και μπορεί να οδηγήσει στις «καλένδες» την επίλυση του βασικού προβλήματος, του προβλήματος της εξουσίας. Οι απόψεις αυτές επηρεάζονται από υπαρκτά στοιχεία που περικλείονται στη πείρα των επαναστάσεων του 20ου αιώνα και τελικά καταλήγουν σε μονομέρεια και απολυτότητα… Το επαναστατικό άλμα δεν καθορίζεται από την επιθυμία του Κ.Κ.Ε. Πρέπει να υπάρχουν οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές προϋποθέσεις για την σοσιαλιστική επανάσταση… Το Κ.Κ.Ε. επιδιώκει μια τέτοια κυβέρνηση με την δράση της και τη γενικότερη λαϊκή παρέμβαση, να συμβάλει στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας»[10]. Η τοποθέτηση της εισήγησης, όπως βλέπουμε,  απέρριπτε με κατηγορηματικό τρόπο τις θέσεις αυτές και ξεκαθάριζε τη στάση του ΚΚΕ απέναντι στην κυβέρνηση αυτή, καθώς και το ρόλο της, όσον αφορά τη σχέση της με την επαναστατική διαδικασία. Κλείνοντας  τη συζήτηση στο θέμα  αυτό η Α. Παπαρήγα  τόνιζε : «Όσον αφορά την κυβέρνηση,  μέσα από εκλογικές διαδικασίες, δεν θα αποκλείσουμε τον καρπό  ενός συσχετισμού,  γιατί δεν έχει το βάθος που θέλουμε.  Να έχουμε καθαρό:  Δεν πρόκειται για μια απλή εκλογική νίκη,  είναι κάτι παραπάνω,  αλλά ταυτόχρονα πολύ  λιγότερο από μια πραγματική εξουσία.  Ο αγώνας είναι  πολυμέτωπος, δουλεύουμε σε όλα τα μέτωπα»[11].
Από τα ίδια στελέχη εκφράστηκε η άποψη μήπως ο αντιιμπεριαλιστικός αντιμονοπωλιακός αγώνας διεξάγεται σε βάρος του αγώνα για το σοσιαλισμό. Μήπως πρέπει να τεθεί ως βάση για την πολιτική των συμμαχιών και διαμόρφωσης του μετώπου η βασική αντίθεση του συστήματος κεφάλαιο – εργασία, ή καπιταλισμός - σοσιαλισμός. Είναι μια αντίληψη που επανέρχεται συνεχώς σε κάθε φάση και στα κινήματα όλων των χωρών της Ευρώπης πολλές δεκαετίες τώρα. Οι φορείς της θεωρούν ότι ο αγώνας για τα δημοκρατικά- αντιιμπεριαλιστικά προβλήματα απομακρύνει από το σοσιαλισμό. Ας ανατρέξουμε στον Λένιν και το έργο του «Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», που έγραψε το 1915. Εκεί έγραφε: «Οι πολιτικοί μετασχηματισμοί προς μια πραγματικά δημοκρατική κατεύθυνση και ακόμα περισσότερο οι πολιτικές επαναστάσεις δεν μπορούν σε καμία περίπτωση ποτέ και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ούτε να επισκιάσουν, ούτε να αδυνατίσουν το σύνθημα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αντίθετα την φέρνουν πάντα πιο κοντά, πλαταίνουν τη βάση της, εντάσσουν στο σοσιαλιστικό αγώνα νέα στρώματα μικροαστών και μισοπρολεταριακών μαζών. Και από το άλλο μέρος οι πολιτικές επαναστάσεις είναι αναπόφευκτες στην πορεία της σοσιαλιστικής επανάστασης, που δεν μπορούμε να τη βλέπουμε σαν μια μόνο πράξη, μα πρέπει να τη βλέπουμε σαν μια εποχή θυελλωδών πολιτικών και οικονομικών κλονισμών, σαν εποχή της πιο οξυμένης ταξικής πάλης, εμφύλιου πολέμου, επαναστάσεων και αντεπαναστάσεων»[12]. Στην άποψη αυτή απάντησε και η εισήγηση της Κ.Ε. στο 15ο συνέδριο. Έγραφε: «Το αντίθετο. Ο αγώνας αυτός διευκολύνει την ωρίμανση και ανάπτυξη της αντικαπιταλιστικής συνείδησης. Είναι ο δρόμος που βοηθάει να κατανοηθεί η ριζική ρήξη με το παλιό, αφού ο καπιταλισμός βρίσκεται στο ανώτατο στάδιο του, το ιμπεριαλιστικό... Η αντίθεση με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό είναι πραγματική. Πηγάζει από τη βασική αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας, αγκαλιάζει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού. Το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο πατάει λοιπόν στη σημερινή πραγματικότητα. Δεν αποτελεί σημερινή θέση, επινόηση του Κ.Κ.Ε. Από το 1974 που δρα νόμιμα το κόμμα μας στην Ελλάδα, πρόβαλε την αξία και σημασία αυτού του μετώπου κατά των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού. Κανένα κίνημα δεν είναι πραγματικό λαϊκό κίνημα αν υποστηρίζει την ουδετερότητα σε αυτή την αντίθεση».[13] Παρόμοιες απόψεις εξαιρετικά μειοψηφικές τότε συνέχιζαν να επανέρχονται τακτικά τόσο που η Αλέκα Παπαρήγα στην τελική της ομιλίας στο 16ο συνέδριο τόνιζε: « Η συγκέντρωση δυνάμεων, η πολιτική συμμαχιών του κόμματος χτίζεται πάνω στην αντίθεσή μονοπώλια- ιμπεριαλισμός. Εδώ σε αυτή τη θέση εκφράζεται και ο συμβιβασμός, ο σωστός συμβιβασμός, που πρέπει να κάνει το κόμμα στην πολιτική συμμαχιών. Δεν μπορούμε να χτίσουμε συμμαχία στην αντίθεση καπιταλισμός- σοσιαλισμός, γιατί σημαίνει συμμαχία για τη σοσιαλιστική επανάσταση και συμμαχία για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτό δεν μπορούμε να το βάλουμε. Και δεν μπορούμε να το βάλουμε, γιατί είναι και λυμένο θεωρητικά, αλλά και η πρακτική πείρα αυτό δείχνει».[14]
Τόσο ξεκάθαρες έγιναν οι θέσεις του προγράμματος για την προσέγγιση στην επαναστατική διαδικασία και ιδιαίτερα η στάση του Κ.Κ.Ε. απέναντι στην πιθανότητα δημιουργίας αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης. Αυτά τότε. Στην πορεία έγιναν μεγάλες προσπάθειες η θέση αυτή να αλλοιωθεί και να αποσιωπηθεί, ώσπου ο εσωκομματικός συσχετισμός να επιτρέψει την εξάλειψή της από το κομματικό πρόγραμμα μαζί και με πολλά άλλα που στο σύνολό τους συνιστούν πλήρη ανατροπή του προγράμματος του κόμματος. Η πρώτη προσπάθεια απάλειψής της έγινε κατά την προετοιμασία των θέσεων του 17ου συνεδρίου από την ΚΕ και τότε δεν πέρασε. Αργότερα αποσιωπήθηκε στην πράξη, ως που φτάσαμε στην προεκλογική περίοδο των εκλογών της 6ης Μάη 2012, όταν οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν πλησίαζαν ως ένα βαθμό αυτές που περιγράφει το πρόγραμμα. Πολύ μεγάλη φθορά και απαξίωση των αστικών κομμάτων και μαζί  απαξίωση θεσμών του συστήματος, αξιών του και σταθερών πυλώνων της αστικής πολιτικής που τέθηκαν στη χώρα τα τελευταία τριάντα χρόνια. Παράλληλα ο ΣΥΡΙΖΑ για να διαβολίσει το Κ.Κ.Ε. και να προσελκύσει ευρύτατες μάζες ψηφοφόρων που διέρρεαν από το δικομματισμό έριξε το σύνθημα της «αριστερής κυβέρνησης». Σε αυτές τις συνθήκες όλοι γίναμε μάρτυρες μιας απίστευτης μπουρδολογίας προκειμένου να παρακαμφθεί το πρόγραμμα του Κ.Κ.Ε. Αντιμετωπίσαμε μια απίστευτα πολύχρωμη κουρελού απόψεων που παρουσίαζε η ΚΕ και τα υπόλοιπα κομματικά στελέχη, χωρίς καμιά επαφή με την πραγματικότητα.
Ακούστηκε ότι δεν περιλαμβάνει κάτι τέτοιο, σχετικά με αντιιμπεριαλιστική κυβέρνηση, το πρόγραμμα του κόμματος, άλλοι έλεγαν ότι το αναφέρει μεν, αλλά το Κ.Κ.Ε. δεν είναι υπέρ μιας τέτοιας εξέλιξης, αργότερα ειπώθηκε ότι δεν υπάρχουν συνθήκες για κάτι τέτοιο και το πιο αμίμητο ότι μια τέτοια τοποθέτηση του κόμματος σήμερα θα ακύρωνε τη στρατηγική του, δηλαδή το πρόγραμμα του κόμματος ακυρώνει στρατηγική του κόμματος. Τέλος ειπώθηκε ότι επόμενα συνέδρια του κόμματος έχουν τοποθετηθεί διαφορετικά στο θέμα αυτό και άρα το πρόγραμμα δεν ισχύει. Τι να πει κανείς. Ηγεσία που δεν σέβεται το πρόγραμμα του κόμματος που την ανέδειξε, το στραπατσάρει και το καταστρατηγεί, που δεν σέβεται τις αποφάσεις τις δικές της και του κόμματος και τις παραποιεί με τέτοιο τρόπο,  ηγεσία που δεν σέβεται τις χιλιάδες μέλη και φίλους του κόμματος, που στο όνομα της συνέπειας και της επαναστατικότητας φέρεται με τρόπο αντεπαναστατικό, δεν μπορεί να σέβεται τους εργάτες και το λαό, είναι ηγεσία ανάξια.
Συμπέρασμα
Το 15ο συνέδριο του Κ.Κ.Ε. σωστά εκτιμώντας το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας, τη θέση της στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, ως ευρισκόμενη σε ενδιάμεση και εξαρτημένη θέση, την κοινωνικοταξική της διάρθρωση κ.λπ. καθόρισε την επανάσταση ως σοσιαλιστική και όχημα προσέγγισης στην επανάσταση την αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή πάλη εκτιμώντας την ως την  ενδεικνυομένη τακτική για να συνδεθεί το σήμερα με την επανάσταση και το σοσιαλισμό. Οι δυνάμεις του αγωνιζόμενου λαού συσπειρώνονται σε ένα μέτωπο αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό, στο οποίο συμμετέχουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, είναι μέτωπο κοινωνικό - πολιτικό. Κορμός και ηγετική δύναμη του είναι η εργατική τάξη και το κόμμα της που αγωνίζεται να αναδειχθεί σε καθοδηγητική του δύναμη. Βάση συγκρότησης του μετώπου είναι ο αγώνας για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα. Η δράση διαφορετικών δυνάμεων σε επιμέρους προβλήματα και μέτωπα οδηγεί στο σχηματισμό συσπειρώσεων και σε επιμέρους συνεργασίες και εκεί πάνω δοκιμάζεται η δυνατότητα γενικευμένης συμμαχίας και δημιουργίας του μετώπου  και διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για το μέτωπο.
Το συνέδριο απόκρουσε αποφασιστικά τις σεχταριστικές προσπάθειες να ανατραπεί ο χαρακτήρας του μετώπου, ως μετώπου κοινωνικού πολιτικού, αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού, καθώς επίσης και η επιβολή της άποψης που ήθελε ένα άλμα κατευθείαν στην επανάσταση, χωρίς ενδιάμεσες διαδικασίες προσέγγισης της και χωρίς να παίρνονται καθόλου υπ' όψιν τα αντικειμενικά δεδομένα και η ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα, έναν άλμα δηλαδή στο κενό. Αυτό ήταν μεγάλη επιτυχία, κάτι το οποίο δεν απεφεύχθη αργότερα.
Στη λογική συγκρότησης του αντιιμπεριαλιστικού-αντιμονοπωλιακού- δημοκρατικού μετώπου, παρά τις όποιες αδυναμίες, κυρίως μια σχηματοποίηση στην όλη σύλληψη και προσπάθεια, την ενιαία δράση μονοσήμαντα μέσα από ορισμένο οργανωτικό σχήμα που προκαθόρισε το ΚΚΕ, την ανεπάρκεια του πλαισίου των στόχων του, βρίσκουμε την πείρα και τις παραδόσεις  της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ήταν το μέτωπο που είχε ανάγκη η εργατική τάξη και ο λαός στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και έχει ανάγκη και σήμερα και απόδειξη τούτου είναι ότι δρώντας το Κ.Κ.Ε. σε αυτή τη γραμμή και οργανώνοντας σε αυτή τη βάση τις συνεργασίες και τους αγώνες για ένα διάστημα, από το 1996 ως και τα μέσα της δεκαετίας του 2000, σημείωσε σοβαρές επιτυχίες, παρότι είχαν αρχίσει οι σεχταριστικές παρεμβάσεις στις θέσεις και τη δράση του Κ.Κ.Ε. από την ηγετική ομάδα από πιο νωρίς.

Ανδρέας Σαρακίνης


[1] 15ο συνέδριο του Κ.Κ.Ε. ντοκουμέντα  σ. 31
[2] 15ο συνέδριο του  Κ.Κ.Ε. ντοκουμέντα  σ. 85
[3] 15ο συνέδριο του Κ.Κ.Ε.  ντοκουμέντα ,  σ. 85 - 86
[4] 15ο συνέδριο Κ.Κ.Ε.     ντοκουμέντα   σ. 33.
[5] 15ο συνέδριο Κ.Κ.Ε.     ντοκουμέντα  σ.  116
[6] Στο ίδιο   σ. 35-36
[7] Στο ίδιο   σ. 86
[8] Στο ίδιο  σ. 37
[9] στον  ίδιο   σ.118
[10] στο ίδιο σ. 37 38
[11] Στο ίδιο σ. 88
[12] Λένιν  Άπαντα  τόμος 26,  σ.  359 - 360
[13] 15ο συνέδριο ντοκουμέντα  σ. 33
[14] 16ο συνέδριο  Κ.Κ.Ε. ντοκουμέντα  σ. 71


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου