ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗ
Στον παρόντα φάκελο υπάρχουν links των αρχείων της iskra, με θέματα σχετικά με το ευρώ και την ευρωζώνη.
Πατώντας στο σχετικό link, μπαίνετε στην κατηγορία "ΦΑΚΕΛΟΙ"
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ
Οπως ήταν προβλέψιμο, η κρίση στην οποία βυθίζονται οι χώρες της ΕΕ εδώ και μία πενταετία έθεσε υπό σκληρή δοκιμασία την κυρίαρχη άποψη εντός της ευρωπαϊκής Αριστεράς σχετικά με τη φύση της ονομαζόμενης «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και των βασικών πυλώνων της, και πρωτ'απ'όλα του βασικότερου εξ'αυτών, της ΟΝΕ.
Βεβαίως αυτή η κρίση είναι μια παγκόσμια κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, που άρχισε στις ΗΠΑ και αγγίζει τα θεμέλια της σημερινής χρηματιστικοποιημένης οικονομίας. Είναι όμως προφανές ότι πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την ΕΕ, και εντός αυτής ορισμένες χώρες ποιοτικά περισσότερο από άλλες. Μετατιθέμενη στο τραπεζικό και δημοσιονομικό επίπεδο, η κρίση οδήγησε σε πρωτοφανείς για τα μεταπολεμικά δεδομένα ανεπτυγμένων χωρών πειραματισμούς, με αιχμές τα Μνημόνια και τη θεραπεία-σοκ που επιβλήθηκαν στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας από τους ίδιους τους θεσμούς της ΕΕ (συνεπικουρούμενους από το ΔΝΤ, με περιορισμένο όμως ρόλο). Με άλλα λόγια, έγινε σαφές ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα αποτελεί παράγοντα καθοριστικής σημασίας στην ειδική, και εξαιρετικά βεβαρυμένη μορφή που παίρνει η κρίση στην Γηραιά Ηπειρο. Αναδείχθηκαν ταυτόχρονα οι βασικές όψεις της λειτουργίας του που κινούνται γύρω από δύο βασικούς άξονες:
- Τη θωράκιση ιδιαίτερα σκληρών εκδοχών νεοφιλελευθερισμού, πολύ πέρα από μια απλή πολιτική λιτότητας.
- Την υπεράσπιση των συμφερόντων των καπιταλιστικών τάξεων του ευρωπαϊκού κέντρου, πρώτα και κύρια της Γερμανίας, σε βάρος αυτών της περιφέρειας, αλλά και των «ενδιάμεσων» μεγάλων χωρών (ειδικά της Γαλλίας και, ακόμη περισσότερο, της Ιταλίας, που έχει και όψεις περιφερειακής χώρας).
Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων είχε κατακλυσμικές συνέπειες σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Οι κυριότερες μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
- Μια πρωτοφανής αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των χωρών του κέντρου και της περιφέρειας. Ενώ η Γερμανία έχει, από το 2010 και μετά, θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με το ΑΕΠ της να κινείται το 2012 κατά 7% υψηλότερα απ'ότι το 2008 (παρά τη συρρίκνωση κατά 5,1% το 2009), η Ελλάδα γνωρίζει ύφεση τύπου δεκαετίας του 1930, με το ΑΕΠ της να έχει υποχωρήσει τουλάχιστον κατά 20% στην ίδια περίοδο. Τα αντίστοιχα ποσοστά συρρίκνωσης της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας είναι της τάξης του 6%, της Ιρλανδίας του 15%, ενώ η Γαλλία γνωρίζει στασιμότητα με εντεινόμενες υφεσιακές τάσεις.
- Εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι βίαιες συνταγές που είχαν ως τώρα εφαρμοστεί στις χώρες του Νότου και της Ανατολικής Ευρώπης (δραστική εσωτερική υποτίμηση, μαζική εκποίηση δημόσιας περιουσίας, απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων), με τα γνωστά και απολύτως αναμενόμενα αποτελέσματα (μαζική ανεργία και φτωχοποίηση, διάλυση του κράτους κλπ).
- Τη δημιουργία ενός πλέγματος σχέσεων κυριαρχίας νεοαποικιακού τύπου στις χώρες που υποβλήθηκαν σε Μνημόνια, με κύριο μοχλό τους μηχανισμούς αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους. Βασικές του όψεις η ολόπλευρη τροϊκανή κηδεμονία, η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και η αυταρχική κλιμάκωση του κράτους, που κινείται οριακά πλέον εντός του πλαισίου της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.Βεβαίως αυτή η κρίση είναι μια παγκόσμια κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, που άρχισε στις ΗΠΑ και αγγίζει τα θεμέλια της σημερινής χρηματιστικοποιημένης οικονομίας. Είναι όμως προφανές ότι πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την ΕΕ, και εντός αυτής ορισμένες χώρες ποιοτικά περισσότερο από άλλες. Μετατιθέμενη στο τραπεζικό και δημοσιονομικό επίπεδο, η κρίση οδήγησε σε πρωτοφανείς για τα μεταπολεμικά δεδομένα ανεπτυγμένων χωρών πειραματισμούς, με αιχμές τα Μνημόνια και τη θεραπεία-σοκ που επιβλήθηκαν στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας από τους ίδιους τους θεσμούς της ΕΕ (συνεπικουρούμενους από το ΔΝΤ, με περιορισμένο όμως ρόλο). Με άλλα λόγια, έγινε σαφές ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα αποτελεί παράγοντα καθοριστικής σημασίας στην ειδική, και εξαιρετικά βεβαρυμένη μορφή που παίρνει η κρίση στην Γηραιά Ηπειρο. Αναδείχθηκαν ταυτόχρονα οι βασικές όψεις της λειτουργίας του που κινούνται γύρω από δύο βασικούς άξονες:
- Τη θωράκιση ιδιαίτερα σκληρών εκδοχών νεοφιλελευθερισμού, πολύ πέρα από μια απλή πολιτική λιτότητας.
- Την υπεράσπιση των συμφερόντων των καπιταλιστικών τάξεων του ευρωπαϊκού κέντρου, πρώτα και κύρια της Γερμανίας, σε βάρος αυτών της περιφέρειας, αλλά και των «ενδιάμεσων» μεγάλων χωρών (ειδικά της Γαλλίας και, ακόμη περισσότερο, της Ιταλίας, που έχει και όψεις περιφερειακής χώρας).
Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων είχε κατακλυσμικές συνέπειες σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Οι κυριότερες μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
- Μια πρωτοφανής αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των χωρών του κέντρου και της περιφέρειας. Ενώ η Γερμανία έχει, από το 2010 και μετά, θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με το ΑΕΠ της να κινείται το 2012 κατά 7% υψηλότερα απ'ότι το 2008 (παρά τη συρρίκνωση κατά 5,1% το 2009), η Ελλάδα γνωρίζει ύφεση τύπου δεκαετίας του 1930, με το ΑΕΠ της να έχει υποχωρήσει τουλάχιστον κατά 20% στην ίδια περίοδο. Τα αντίστοιχα ποσοστά συρρίκνωσης της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας είναι της τάξης του 6%, της Ιρλανδίας του 15%, ενώ η Γαλλία γνωρίζει στασιμότητα με εντεινόμενες υφεσιακές τάσεις.
- Εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι βίαιες συνταγές που είχαν ως τώρα εφαρμοστεί στις χώρες του Νότου και της Ανατολικής Ευρώπης (δραστική εσωτερική υποτίμηση, μαζική εκποίηση δημόσιας περιουσίας, απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων), με τα γνωστά και απολύτως αναμενόμενα αποτελέσματα (μαζική ανεργία και φτωχοποίηση, διάλυση του κράτους κλπ).
Η ειδική μορφή που παίρνει λοιπόν η κρίση εντός ΕΕ αναδεικνύει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τη φύση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος που βασίστηκε στις γνωστές συνθήκες του Μάαστριχτ και της Λισαβώνας. Από οικονομική άποψη, η ΟΝΕ οδήγησε σε μια ψαλίδα ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στο ευρωπαϊκό κέντρο και την περιφέρεια, στην υπερχρέωση των χωρών που ανήκουν στο κλαμπ των χαμένων και κατόπιν στην υπαγωγή τους στη μνημονιακή λεηλασία. Από πολιτική άποψη, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί (ΕΚΤ, Κομισιόν, Eurogroup) εξελίσσονται στους κεντρικούς μηχανισμούς συντονισμού και επιβολής ακραίων νεοφιλελεύθερων επιλογών αλλά και διασφάλισης της κυριαρχίας των χωρών του κέντρου, με τη Γερμανία στη θέση του ηγεμόνα.
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΜΗΧΑΝΙΑ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Η συνοπτική απαρίθμιση των παραπάνω θα αρκούσε από μόνη της για να καταδειχθεί το αδιέξοδο της κυρίαρχης στρατηγικής εντός της ευρωπαϊκής αριστεράς, που βασίζεται όπως ξέρουμε στο στόχο μιας «άλλης ΕΕ», απαλλαγμένης από την πρόσδεση στις νεοφιλεύθερες πολιτικές. Ο συνδυασμός ακραίου αντιδημοκρατικού κατήφορου, σκληρού νεοφιλευθερισμού και νεοαποικιακής επιβολής καταρρακώνει τα θεμέλια του ευρωπαϊστικού σχεδίου που ορίζει την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» ως μοντέλο ενός πιο «κοινωνικού» καπιταλισμού σε πλαίσιο δημοκρατικών εγγυήσεων και συνεργασίας μεταξύ διαφορετικών κρατών και λαών.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα σε τι συνίσταται ειδικότερα η αριστερή εκδοχή του ευρωπαϊστικού σχεδίου, ας εξετάσουμε την πιο αντιπροσωπευτική του ίσως εκδοχή, δηλαδή τα ντοκουμέντα του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), που συσπειρώνει τις κύριες δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς της ευρύτερης περιοχής.
Στο 3ο του συνέδριο, το 2010, το ΚΕΑ παρουσιάζει την αντίληψή του περί «εκδημοκρατισμού της ΕΕ» ως εξής :
«Το ΚΕΑ δεσμεύεται να διεκδικήσει την πραγματική δημοκρατία στους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς και μια βαθιά αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής με διττή έννοια: πρώτον σε ότι αφορά τον πραγματικό έλεγχο της μετεγκατάστασης των κεφαλαίων και δεύτερον τοεμπόριο,με την έννοια της κατάργησης τωνανισοτήτων ανάμεσα στις διάφορες περιοχές η οποία θα επιτρέψει την ισορροπημένη ανάπτυξη όλων των περιοχών της Ευρώπης. Αυτή η διαδικασία δημοκρατικού μετασχηματισμού αφορά τους θεσμούς και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και των εθνικών κρατών. Παλεύουμε για τη δημοκρατική επανίδρυση της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Για να κατανοήσουμε καλύτερα σε τι συνίσταται ειδικότερα η αριστερή εκδοχή του ευρωπαϊστικού σχεδίου, ας εξετάσουμε την πιο αντιπροσωπευτική του ίσως εκδοχή, δηλαδή τα ντοκουμέντα του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), που συσπειρώνει τις κύριες δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς της ευρύτερης περιοχής.
Στο 3ο του συνέδριο, το 2010, το ΚΕΑ παρουσιάζει την αντίληψή του περί «εκδημοκρατισμού της ΕΕ» ως εξής :
«Το ΚΕΑ δεσμεύεται να διεκδικήσει την πραγματική δημοκρατία στους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς και μια βαθιά αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής με διττή έννοια: πρώτον σε ότι αφορά τον πραγματικό έλεγχο της μετεγκατάστασης των κεφαλαίων και δεύτερον τοεμπόριο,με την έννοια της κατάργησης τωνανισοτήτων ανάμεσα στις διάφορες περιοχές η οποία θα επιτρέψει την ισορροπημένη ανάπτυξη όλων των περιοχών της Ευρώπης. Αυτή η διαδικασία δημοκρατικού μετασχηματισμού αφορά τους θεσμούς και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και των εθνικών κρατών. Παλεύουμε για τη δημοκρατική επανίδρυση της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Δυσυχώς όμως το ντοκουμέντο δεν εξηγεί πως είναι δυνατό αυτοί οι στόχοι, που αντιβαίνουν το σύνολο των εν ισχύ συνθηκών, που συστηματοποιούν τον απρόσκοπτο και ελεύθερο ανταγωνισμό και δημιουργούν πανίσχυρους μηχανισμούς απόκλισης και ανισότητας μεταξύ περιοχών και χωρών, μπορούν να υλοποιηθούν με δεδομένο ότι οποιαδήποτε αλλαγή των συνθηκών απαιτεί ομοφωνία, ή έστω συμφωνία των κυριότερων (δηλαδή μεγαλύτερων) χωρών. Αναπόφευκτα λοιπόν καταλήγουν στο να μοιάζουν περισσότερο με ευχολόγια, κάτι που ίσως εξηγεί και την πλήρη αδυναμία τους να συγκροτήσουν το παραμικρό κίνημα σε ευρωπαϊκή επίπεδο παρά την τελετουργική τους επανάληψη εδώ και πολλά χρόνια σε πάμπολα κείμενα και εκδηλώσεις.
Κάτι παρόμοιο ισχύει φυσικά και για τα μέτρα που προτείνονται στη συνέχεια του ντοκουμέντου του ΚΕΑ και που προτάσσουν «ευρωπαϊκής λύσεις» για μια εναλλακτική αντιμετώπιση της κρίσης, δηλαδή λύσεις που η εφαρμογή τους νοείται μόνο κατ'ευθείαν σε ένα ευρωπαϊκό υπερεθνικό επίπεδο.
Ως τέτοια μέτρα το ΚΕΑ αναφέρει κυρίως:
- Την «ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους» με την «κατάργηση μέρους του» (δεν διευκρινίζεται αν αφορά το μεγαλύτερο μέρος του).
- Τη δημιουργία ενός «ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης των κρατών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες».
- Τη μεταρρύθμιση της ΕΚΤ έτσι ώστε να τροφοδοτεί με πίστωση πραγματικά αναπτυξιακούς στόχους.
- Τη φορολόγηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο των κερδοσκοπικών συναλλαγών και ευρύτερα των εισοδημάτων που προέρχονται από χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες.
- Τη δημιουργία ευρωομόλογων.
Πέρα από τη συζήτηση σχετικά με το πόσο δόκιμα ή πραγματοποιήσιμα είναι το σύνολο ή μέρος αυτών των μέτρων εντός του υπαρκτού ευρωπαϊκού πλαισίου, και πάλι λείπει η οποιαδήποτε αναφορά στον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν: πχ αν αποκτήσει το ΚΕΑ την πλειοψηφία στο ονομαζόμενο «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» (που όμως δεν αποτελεί καν τύποις νομοθετικά κυρίαρχο όργανο); Αν συμβούν περίπου ταυτόχρονες πολιτικές ανατροπές σε μια σειρά ευρωπαϊκών χωρών; Εαν ναι είναι δυνατόν να νοηθεί μια διαδικασία συναινετικής αλλαγής των συνθηκών αντίστοιχης με αυτήν που επικράτησε κατά την επικύρωσή τους στη σημερινή τους μορφή;
Αντί για κάποια απόπειρα απάντησης έχουμε μια γενικόλογη διακύρηξη σύμφωνα με την οποία
«Το ΚΕΑ αγωνίζεται για μια δημοκρατική και αριστερή πολιτική λύση, για την αλλαγή της κατάστασης σε κάθε επίπεδο: τοπικό, εθνικό,ευρωπαϊκό και παγκόσμιο».
Παρά την απαρίθμιση των δυνάμεων που καλούνται να στρατευθούν σε τέτοια κατεύθυνση (κινήματα, συνδικάτα και κοινωνικοί φορείς, κλπ), λείπει η οποιαδήποτε ανάλυση των σχέσεων ανάμεσα σε αυτά τα επίπεδα και των διαφορετικών (ενίοτε και αντιθετικών) χρονικοτήτων που τα χαρακτηρίζουν από τη σκοπιά των πολιτικών συσχετισμών. Οι ρυθμοί ανάπυξης της ταξικής πάλης και οι συσχετισμοί που απορρέουν χαρακτηρίζονται και αυτές από την «άνιση και συνδυασμένη ανάπτυξη» που αποτελεί το ίδιον του καπιταλισμού ως παγκόσμιο σύστημα. Επιπλέον το κείμενο δεν ορίζει σε ποιό επίπεδο κρίνεται το στοίχημα της συνολικής ανατροπής του συσχετισμού δύναμης, δηλαδή της πολιτικής εξουσίας. Με χαρακτηριστικό τρόπο δεν τίθεται καν το ενδεχόμενο κατάκτησης από κόμμα μέλος του ΚΕΑ κυβερνητικής εξουσίας, προφανώς γιατί κάτι τέτοιο είναι νοητό μόνο σε εθνικό επίπεδο και θα διατάρασσε την ρητορική συμπληρωματικότητα μεταξύ όλων των επιπέδων που απαριθμούνται. Αυτό δείχνει εξ'άλλου και ο τρόπος με τον οποίο το κείμενο καταδικάζει απερίφραστα τόσο τις «εθνοκεντρικές» (το αγγλικό και το γαλλικό κείμενο μιλούν μάλιστα για «εθνικές: national/nationales») όσο και τις «ευρωκεντρικές» λύσεις:
«Πολλοί αντιμετωπίζουν τη διεύρυνση της φτώχειας και των ανισοτήτων ως συνολική αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ικανή να βάλει τέλος στην κερδοσκοπία, τότε ποιός μπορεί να το κάνει; Οι εθνοκεντρικές και ευρωκεντρικές λύσεις, που είναι σε αντίθεση με τα συμφέροντα των λαών ολόκληρης της Ευρώπης, δεν οδηγούν στην κοινωνική ισότητα. Χωρίς αλληλεγγύη και συνεργασία πέρα από τα εθνικά σύνορα, δεν θα έχουμε την ευκαιρία να σχεδιάσουμε τις πολιτικές του μέλλοντος. Πιστεύουμε πως η κοινωνική ευθύνη μπορεί να προκύψει μόνο μέσω της συνεργασίας, όχι από τον ανταγωνισμό».
Παρά τις επιφανειακά «ισορροπημένες» διατυπώσεις («ούτε εθνοκεντρισμός, ούτε ευρωκεντρισμός»), είναι εμφανές ότι επί της ουσίας καταδικάζεται οποιαδήποτε απόπειρα λύσης εκτός πλαισίου ΕΕ, που ταυτίζεται με τον «ανταγωνισμό» ενώ, εμμέσως πλην σαφώς, οι υπάρχοντες ευρωπαϊκοί θεσμοί (αν και βελτιώσιμοι) θεωρούνται ότι αποτελούν βήματα προς την «αλληλεγγύη και τη συνεργασία πέρα από τα εθνικά σύνορα". Πως αλλιώς θα μπορούσε εξ'άλλου να κατανοηθεί η εκπληκτική διατύπωση σύμφωνα με την οποία «μόνο η Ευρωπαϊκή Ενωση μπορεί να βάλει τέλος στην κερδοσκοπία»...
Δεν χρειάζεται νομίζουμε να τονισθεί πόσο ακατάλληλα μοιάζουν αυτά τα προ τριετίας κείμενα για να αντιμετωπισθεί με όρους στοιχειώδους ρεαλισμού η προοπτική ρήξης μιας χώρας, ακόμη και μιας σειράς χωρών, με το μνημονιακό πλαίσιο και την τροϊκανή κυριαρχία που το συνοδεύει. Πόσο απροετοίμαστη βρέθηκε, για να το πούμε διαφορετικά, η Αριστερά που κινήθηκε σε αυτή τη βάση μπροστά στο ενδεχόμενο σπασίματος της αλυσίδας σε έναν συγκεκριμένο «αδύνατο κρίκο», επί του προκειμένου την Ελλάδα, και στην ισχυρή πιθανότητα ανάλυψης της εξουσίας από ένα αριστερό κόμμα μιας μικρής περιφερειακής χώρας σε ένα απολύτως εχθρικό (σε διακρατικό επίπεδο) ευρωπαϊκό περιβάλλον. Και δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι η κατεύθυνση στην οποία κινούνται τα κείμενα του ΚΕΑ υποδηλώνει εν τέλει μια δορυφορική λογική ως προς τις στρατηγικές επιλογές των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων και βεβαίως της ευρωπαϊστικής ιδεολογίας που τις νομιμοποιεί.
Κάτι παρόμοιο ισχύει φυσικά και για τα μέτρα που προτείνονται στη συνέχεια του ντοκουμέντου του ΚΕΑ και που προτάσσουν «ευρωπαϊκής λύσεις» για μια εναλλακτική αντιμετώπιση της κρίσης, δηλαδή λύσεις που η εφαρμογή τους νοείται μόνο κατ'ευθείαν σε ένα ευρωπαϊκό υπερεθνικό επίπεδο.
Ως τέτοια μέτρα το ΚΕΑ αναφέρει κυρίως:
- Την «ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους» με την «κατάργηση μέρους του» (δεν διευκρινίζεται αν αφορά το μεγαλύτερο μέρος του).
- Τη δημιουργία ενός «ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης των κρατών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες».
- Τη μεταρρύθμιση της ΕΚΤ έτσι ώστε να τροφοδοτεί με πίστωση πραγματικά αναπτυξιακούς στόχους.
- Τη φορολόγηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο των κερδοσκοπικών συναλλαγών και ευρύτερα των εισοδημάτων που προέρχονται από χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες.
- Τη δημιουργία ευρωομόλογων.
Πέρα από τη συζήτηση σχετικά με το πόσο δόκιμα ή πραγματοποιήσιμα είναι το σύνολο ή μέρος αυτών των μέτρων εντός του υπαρκτού ευρωπαϊκού πλαισίου, και πάλι λείπει η οποιαδήποτε αναφορά στον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν: πχ αν αποκτήσει το ΚΕΑ την πλειοψηφία στο ονομαζόμενο «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» (που όμως δεν αποτελεί καν τύποις νομοθετικά κυρίαρχο όργανο); Αν συμβούν περίπου ταυτόχρονες πολιτικές ανατροπές σε μια σειρά ευρωπαϊκών χωρών; Εαν ναι είναι δυνατόν να νοηθεί μια διαδικασία συναινετικής αλλαγής των συνθηκών αντίστοιχης με αυτήν που επικράτησε κατά την επικύρωσή τους στη σημερινή τους μορφή;
Αντί για κάποια απόπειρα απάντησης έχουμε μια γενικόλογη διακύρηξη σύμφωνα με την οποία
«Το ΚΕΑ αγωνίζεται για μια δημοκρατική και αριστερή πολιτική λύση, για την αλλαγή της κατάστασης σε κάθε επίπεδο: τοπικό, εθνικό,ευρωπαϊκό και παγκόσμιο».
Παρά την απαρίθμιση των δυνάμεων που καλούνται να στρατευθούν σε τέτοια κατεύθυνση (κινήματα, συνδικάτα και κοινωνικοί φορείς, κλπ), λείπει η οποιαδήποτε ανάλυση των σχέσεων ανάμεσα σε αυτά τα επίπεδα και των διαφορετικών (ενίοτε και αντιθετικών) χρονικοτήτων που τα χαρακτηρίζουν από τη σκοπιά των πολιτικών συσχετισμών. Οι ρυθμοί ανάπυξης της ταξικής πάλης και οι συσχετισμοί που απορρέουν χαρακτηρίζονται και αυτές από την «άνιση και συνδυασμένη ανάπτυξη» που αποτελεί το ίδιον του καπιταλισμού ως παγκόσμιο σύστημα. Επιπλέον το κείμενο δεν ορίζει σε ποιό επίπεδο κρίνεται το στοίχημα της συνολικής ανατροπής του συσχετισμού δύναμης, δηλαδή της πολιτικής εξουσίας. Με χαρακτηριστικό τρόπο δεν τίθεται καν το ενδεχόμενο κατάκτησης από κόμμα μέλος του ΚΕΑ κυβερνητικής εξουσίας, προφανώς γιατί κάτι τέτοιο είναι νοητό μόνο σε εθνικό επίπεδο και θα διατάρασσε την ρητορική συμπληρωματικότητα μεταξύ όλων των επιπέδων που απαριθμούνται. Αυτό δείχνει εξ'άλλου και ο τρόπος με τον οποίο το κείμενο καταδικάζει απερίφραστα τόσο τις «εθνοκεντρικές» (το αγγλικό και το γαλλικό κείμενο μιλούν μάλιστα για «εθνικές: national/nationales») όσο και τις «ευρωκεντρικές» λύσεις:
«Πολλοί αντιμετωπίζουν τη διεύρυνση της φτώχειας και των ανισοτήτων ως συνολική αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ικανή να βάλει τέλος στην κερδοσκοπία, τότε ποιός μπορεί να το κάνει; Οι εθνοκεντρικές και ευρωκεντρικές λύσεις, που είναι σε αντίθεση με τα συμφέροντα των λαών ολόκληρης της Ευρώπης, δεν οδηγούν στην κοινωνική ισότητα. Χωρίς αλληλεγγύη και συνεργασία πέρα από τα εθνικά σύνορα, δεν θα έχουμε την ευκαιρία να σχεδιάσουμε τις πολιτικές του μέλλοντος. Πιστεύουμε πως η κοινωνική ευθύνη μπορεί να προκύψει μόνο μέσω της συνεργασίας, όχι από τον ανταγωνισμό».
Παρά τις επιφανειακά «ισορροπημένες» διατυπώσεις («ούτε εθνοκεντρισμός, ούτε ευρωκεντρισμός»), είναι εμφανές ότι επί της ουσίας καταδικάζεται οποιαδήποτε απόπειρα λύσης εκτός πλαισίου ΕΕ, που ταυτίζεται με τον «ανταγωνισμό» ενώ, εμμέσως πλην σαφώς, οι υπάρχοντες ευρωπαϊκοί θεσμοί (αν και βελτιώσιμοι) θεωρούνται ότι αποτελούν βήματα προς την «αλληλεγγύη και τη συνεργασία πέρα από τα εθνικά σύνορα". Πως αλλιώς θα μπορούσε εξ'άλλου να κατανοηθεί η εκπληκτική διατύπωση σύμφωνα με την οποία «μόνο η Ευρωπαϊκή Ενωση μπορεί να βάλει τέλος στην κερδοσκοπία»...
Δεν χρειάζεται νομίζουμε να τονισθεί πόσο ακατάλληλα μοιάζουν αυτά τα προ τριετίας κείμενα για να αντιμετωπισθεί με όρους στοιχειώδους ρεαλισμού η προοπτική ρήξης μιας χώρας, ακόμη και μιας σειράς χωρών, με το μνημονιακό πλαίσιο και την τροϊκανή κυριαρχία που το συνοδεύει. Πόσο απροετοίμαστη βρέθηκε, για να το πούμε διαφορετικά, η Αριστερά που κινήθηκε σε αυτή τη βάση μπροστά στο ενδεχόμενο σπασίματος της αλυσίδας σε έναν συγκεκριμένο «αδύνατο κρίκο», επί του προκειμένου την Ελλάδα, και στην ισχυρή πιθανότητα ανάλυψης της εξουσίας από ένα αριστερό κόμμα μιας μικρής περιφερειακής χώρας σε ένα απολύτως εχθρικό (σε διακρατικό επίπεδο) ευρωπαϊκό περιβάλλον. Και δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι η κατεύθυνση στην οποία κινούνται τα κείμενα του ΚΕΑ υποδηλώνει εν τέλει μια δορυφορική λογική ως προς τις στρατηγικές επιλογές των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων και βεβαίως της ευρωπαϊστικής ιδεολογίας που τις νομιμοποιεί.
Η ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Η ισχύς αυτής της υποτελούς ως προς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και την ιδεολογία του σχέση εξηγεί και την καθυστέρηση με την οποία εμφανισίστηκε η ανοιχτή αμφισβήτηση του ευρωπαϊσμού στο εσωτερικό των αριστερών δυνάμεων της ευρύτερης περιοχής. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι ορισμένα τμήματα της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς ήταν παραδοσιακά εχθρικά έναντι της ΕΕ. Αυτή είναι η περίπτωση των εναπομείναντων «παραδοσιακών» ΚΚ, σε Ελλάδα και Πορτογαλία, αλλά αφορά και το μεγαλύτερο τμήμα των σκανδιναβικών κομμάτων , όπως και το μαοϊκών καταβολών Σοσιαλιστικό Κόμμα Ολλανδίας κ. α. Στις κεντρικές χώρες της Ευρώπης όμως, αλλά και στο Νότο, ο αριστερός ευρωπαϊσμός κυριαρχούσε δίχως στην ουσία αντίβαρο, με την εξαίρεση των υπολογίσιμων αλλά αυστηρά περιχαρακωμένων ΚΚ Πορτογαλίας και Ελλάδας.
Σε μια πρώτη φάση, από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης έως την κυπριακή κρίση, σε επίπεδο πολιτικής Αριστεράς, μπορούμε να πούμε ότι επικρατεί ένα πάγωμα και μια σχετική σιωπή. Ακόμη και παραδοσιακά αντιΕΕ δυνάμεις όπως τα προαναφερθέντα ΚΚ Ελλάδας και Πορτογαλίας, αποφεύγουν, με διάφορετικά σκεπτικά, να θέσουν θέμα ευρώ και γενικότερα σύγκρουσης με την ΕΕ ως στοιχεία μιας αριστερής στρατηγικής. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα (Αριστερό Μπλόκο Πορτογαλίας, ΚΚ Γαλλίας) παρατηρείται μια σκλήρυνση ευρωπαϊστικών αντανακλαστικών στο όνομα της οριοθέτησης απέναντι σε υποτιθέμενες τάσεις «εθνικής αναδίπλωσης». Η Ελλάδα, όπου αντίθετα διεξάγεται μια πολύ ζωντανή αντιπαράθεση εντός των δυνάμεων που συσπειρώνονται στον Σύριζα και όπου το σύνολο σχεδόν της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς έχει μια ιδιαίτερα οξυμένη αντι-ΟΝΕ και αντι-ΕΕ στάση, αποτελεί με αυτήν την έννοια εξαίρεση. Ακόμη και η θέση με την οποία ο Σύριζα κατέβηκε στις εκλογικές αναμετρήσεις της άνοιξης του 2012, και που τον έφεραν στα πρόθυρα της εξουσίας, δηλαδή το «καμμιά θυσία για το ευρώ», αποτελούσε παραφωνία για τα τότε δεδομένα του ΚΕΑ.
Είναι αλήθεια ότι κάτω από την επιφάνεια της στασιμότητας και το πέπλο σιωπής τα πράγματα κινούνταν. Σε τμήματα της γαλλικής αλλά και στην περιφέρεια της πορτογαλικής αριστεράς ακούγονταν φωνές που εξέφραζαν μια πιο συστηματική αντίθεση στην ΕΕ και το ευρώ . Ο πρώην ηγέτης της ισπανικής Ενωμένης Αριστεράς Γιαμαθάρες, παρά τη γενική μετριοπάθεια που χαρακτηρίζει τις θέσεις, υποστηρίζει την έξοδο της χώρας του από το ευρώ από το φθινόπωρο του 2012. Ο Μελανσόν (βλέπε και παρακάτω) είχε ήδη διαφοροποιηθεί σε καίρια σημεία από την γενικότερη ευρωπαϊστική λογική. Σ'αυτή τη φάση, ορισμένοι αριστεροί οικονομολόγοι, με δεσπόζουσες μορφές τον Κώστα Λαπαβίτσα και τον Γάλλο Ζακ Σαπίρ, και κάποια έντυπα όπως η Μοντ Ντιπλοματίκ, έπαιξαν έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στο άνοιγμα της συζήτησης. Αναδρομικά μπορούμε να πούμε ότι άσκησαν μια διαβρωτική επίδραση στην ιδεολογική ηγεμονία του αριστερού ευρωπαϊσμού. Σε πολιτικό επίπεδο, με εξαίρεση και πάλι την ελληνική περίπτωση, οι διαδικασίες αυτές παρέμεναν ωστόσο υπόγειες, κτήμα περιορισμένων κύκλων της Αριστεράς.
Τα πράγματα αλλάζουν εντυπωσιακά με το ξέσπασμα της κυπριακής κρίσης. Η ωμότητα με την οποία η ΕΕ και η ΕΚΤ καταπάτησαν κάθε έννοια δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας, σε συνδυασμό με το πρωτοφανές μέτρο του κουρέματος των τραπεζικών καταθέσεων, προκαλούν σοκ σε όλη την Ευρώπη. Στις εβδομάδες που ακολουθούν δύο από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο ηγέτης του Αριστερού Μετώπου της Γαλλίας Ζαν-Λυκ Μελανσόν και ο Γερμανός Οσκαρ Λαφοντέν, θέτουν ανοιχτά θέμα ευρώ. Ο πρώτος δηλώνει ότι αν χρειαστεί μια προοδευτική κυβέρνηση να επιλέξει μεταξύ λαϊκής κυριαρχίας και διατήρησης του ευρώ, θα πρέπει να αποφασίσει υπέρ της πρώτης. Ο δεύτερος προτείνει με πιο ολοκληρωμένο τρόπο την διάλυση της ΟΝΕ και την επιστροφή σε εθνικά νομίσματα αλλά με συντεταγμένο τρόπο. Αμέσως μετά, το ΑΚΕΛ παίρνει θέση υπέρ της διπλής εξόδου της Κύπρου από Μνημόνια και ΟΝΕ και γίνεται το πρώτο μεγάλο ευρωπαϊκό κόμμα που υιοθετεί παρόμοια θέση, αξιποιώντας ταυτόχρονα τις επεξεργασίας οικονομολόγων όπως ο Λαπαβίτσας και ο Φλάσμπεκ.
Από εκείνη τη στιγμή και μετά οι εξελίξεις παίρνουν αλυσιδωτό χαρακτήρα. Εντός της γερμανικής Αριστεράς ανοίγει μια αντιπαράθεση γύρω από τις δηλώσεις Λαφοντέν, που υποστηρίζονται από την ανερχόμενη ηγετική προσωπικότητα του Die Linke (Αριστερά), και αντιπρόεδρο του κόμματος, Σάρα Βαγκενκνεχτ, αλλά και από σημαντικά τμήματα της αριστερής του πτέρυγας. Ακολουθεί η έκδοση της μελέτης των Κώστα Λαπαβίτσα και του στενού συνεργάτη του Λαφοντέν Χάϊνερ Φλάσμπεκ από το Ιδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, το επίσημο ινστιτούτου της Γερμανικής Αριστεράς, και η δημόσια παρουσίαση και συζήτησή του στο Βερολίνο σε συνεντεύξεις τύπου και ημερίδας που του είναι ειδικά αφιερωμένης.
Στη Γαλλία, το κόμμα του Ζαν-Λυκ Μελανσόν στο συνέδριό του σκιαγραφεί σχέδιο Β έναντι του ευρώ, σε περίπτωση που δεν γίνουν οι προτάσεις για μεταρρύθμιση της ΕΚΤ απορριφθούν από τις άλλες κυβερνήσεις, ένα εναλλακτικό σχέδιο που οικοδομείται γύρω από δύο «σενάρια»: το ενδεχόμενο κοινού νομίσματος χωρών του Νότου ή και την επιστροφή σε εθνικά νομίσματα με ειδικές ρυθμίσεις για τις ανταλλαγές με τις εκτός ΕΕ χώρες. Αλλά και σε άλλες συνιστώσες του Αριστερού Μετώπου, ειδικότερα σε αυτές που προέρχονται από τον τροτσκιστικό χώρο, άνοιξε μια ουσιαστική συζήτηση με την έκδοση του συλλογικού τόμου που επιμελήθηκε ο οικονομολόγος και στέλεχος της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς Σεντρίκ Ντιράν και κυκλοφόρησε με τον εύγλωτο τίτλο «Να τελειώνουμε με την Ευρώπη» . Στην Πορτογαλία οι φωνές αμφισβήτησης της ΟΝΕ πυκνώνουν και διαπερνούν όλους τους χώρους της Αριστεράς, έως και τις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας. Στην Ισπανία ο Χούλιο Αγκίτα, η ιστορική προσωπικότητα της κομμουνιστικού κινήματος, παίρνει την πρωτοβουλία ενός Μανιφέστου υπέρ της εξόδου της Ισπανίας από το ευρώ που συγκεντρώνει δεκάδες υπογραφές διανοούμενων, συνδικαλιστών και κεντρικών στελεχών της ισπανικής αριστεράς.
Αν και κυπριακή κρίση έπαιξε αναμφισβήτητα καταλυτικό ρόλο, οι δρόμοι πρέπει να υπγραμμισθεί ότι οι δρόμοι που οδήγησαν σε αυτή τη γρήγορη μεταβολή του τοπίου είναι περισσότεροι από ένας. Ο Μελανσόν για παράδειγμα υπήρξε στο παρελθόν θερμός ευρωπαϊστής, οπαδός μιας ομοσπονδιακής ΕΕ. Είχε μάλιστα ταχθεί υπέρ της Συνθήκης του Μάαστριχτ κάτι για το οποίο έκανε δημόσια αυτοκριτική. Η μετατόπισή σ'αυτά τα θέματα υπήρξε σταδιακή αλλά διαρκής. Το 2005, όταν ήταν ακόμη εντός του Σοσιαλιστικού Κόμματος, αντιτάχθηκε σθεναρά στο ευρωσύνταγμα και υπήρξε από τους βασικούς πρωταγωνιστές της ενωτικής καμπάνιας της ριζοσπαστικής Αριστεράς υπέρ του όχι στο σχετικό δημοψήφισμα (το οποίο και πλειοψήφισε). Μετά την αποχώρησή του από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και κατά της διάρκεια της εντυπωσιακά μαζικής προεκλογικής του εκστρατείας ως υποψήφιος του Αριστερού Μετώπου στις προεδρικές του 2012 απέρριψε την ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης και χαρακτήρισε τους θεσμούς της ΕΕ δομικά αντιδημοκρατικούς. Γενικότερα, ο Μελανσόν αρνήθηκε κάθε εκχώρηση επιπλέον εθνικής κυριαρχίας σ'αυτούς καθώς και το δικαίωμα opting out (μονομερούς αποδέσμευσης) της Γαλλίας από οποιαδήποτε αντικοινωνική ρύθμιση αποφασίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ένα δικαίωμα αντίστοιχο με αυτό που αναγνωρίζεται στη Μεγάλη Βρετανία - για τους διαμετρικά αντίθετους λόγους βέβαια. Υπερασπίστηκε δε με πάθος, σκορπώντας ενθουσιασμό σε ογκώδη ακροατήρια, το δικαίωμα μιας πραγματικά αριστερής κυβέρνησης να ακολουθήσει μονομερώς μια διαφορετικά πορεία, ερχόμενη σε σύγκρουση με τη συντηρητική Γερμανία αλλά και τους θεσμούς της Ε.Ε..
Αντίστοιχη είναι και με μια έννοια η πορεία του Οσκαρ Λαφοντέν, επίσης προερχόμενου από την αριστερή τάση της σοσιαλδημοκρατίας, πρώην ευρωπαϊστή και θιασώτη του ευρώ, που διαπιστώνει όμως τις συνέπειες της γερμανικής καπιταλιστικής ηγεμονίας τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας του. Μεταξύ αυτών είναι και η εμπέδωση μιας συστημικής εσωτερικής συναίνεσης γύρω από το γερμανικό μοντέλο και το ευρώ, που αγκαλιάζει το σύνολο των πολιτικών και οικονομικών ελίτ της χώρας αλλά και σημαντικά τμήματα της κοινωνίας (ακόμη και του συνδικαλιστικού κινήματος) και καθιστά απίθανη την οποιαδήποτε αλλαγή στάση της Γερμανίας στο άμεσο τουλάχιστον μέλλον. Το συμπέρασμα που συνάγουν ο Λαφοντέν, η Βάγκενκνεχτ και άλλοι γερμανοί αριστεροί είναι υπό αυτές τις συνθήκες η εμμονή στις «ευρωπαϊκές λύσεις» όπως αυτές που έχει επεξεργαστεί το ΚΕΑ, αλλά και τα επιμέρους κόμματα που το αποτελούν, ισοδυναμεί με πολιτικό παροπλισμό. Και ότι προέχει η επεξεργασία εναλλακτικών λύσεων και η υποστήριξη εκείνων των αριστερών δυνάμεων όπως το ΑΚΕΛ που προτείνουν λύσεις εκτός πλαισίου ΟΝΕ.
Τέλος, στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που υφίστανται Μνημόνια, πλήρη (Πορτογαλία) ή άτυπα (Ισπανία), και μετρούν υπολογίσιμες και εκλογικά ανερχόμενες αριστερές δυνάμεις, η αμφισβήτηση της ΟΝΕ συνδέεται με την επιτακτική, και γνώριμη σε μας, ανάγκη άμεσα εφαρμόσιμων και ρεαλιστικών λύσεων που να ανοίγουν έναν δρόμο για την επιβίωση αυτών των κοινωνιών και να αποτελούν τη βάση μιας πρότασης εξουσίας για την Αριστερά.
Σε μια πρώτη φάση, από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης έως την κυπριακή κρίση, σε επίπεδο πολιτικής Αριστεράς, μπορούμε να πούμε ότι επικρατεί ένα πάγωμα και μια σχετική σιωπή. Ακόμη και παραδοσιακά αντιΕΕ δυνάμεις όπως τα προαναφερθέντα ΚΚ Ελλάδας και Πορτογαλίας, αποφεύγουν, με διάφορετικά σκεπτικά, να θέσουν θέμα ευρώ και γενικότερα σύγκρουσης με την ΕΕ ως στοιχεία μιας αριστερής στρατηγικής. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα (Αριστερό Μπλόκο Πορτογαλίας, ΚΚ Γαλλίας) παρατηρείται μια σκλήρυνση ευρωπαϊστικών αντανακλαστικών στο όνομα της οριοθέτησης απέναντι σε υποτιθέμενες τάσεις «εθνικής αναδίπλωσης». Η Ελλάδα, όπου αντίθετα διεξάγεται μια πολύ ζωντανή αντιπαράθεση εντός των δυνάμεων που συσπειρώνονται στον Σύριζα και όπου το σύνολο σχεδόν της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς έχει μια ιδιαίτερα οξυμένη αντι-ΟΝΕ και αντι-ΕΕ στάση, αποτελεί με αυτήν την έννοια εξαίρεση. Ακόμη και η θέση με την οποία ο Σύριζα κατέβηκε στις εκλογικές αναμετρήσεις της άνοιξης του 2012, και που τον έφεραν στα πρόθυρα της εξουσίας, δηλαδή το «καμμιά θυσία για το ευρώ», αποτελούσε παραφωνία για τα τότε δεδομένα του ΚΕΑ.
Είναι αλήθεια ότι κάτω από την επιφάνεια της στασιμότητας και το πέπλο σιωπής τα πράγματα κινούνταν. Σε τμήματα της γαλλικής αλλά και στην περιφέρεια της πορτογαλικής αριστεράς ακούγονταν φωνές που εξέφραζαν μια πιο συστηματική αντίθεση στην ΕΕ και το ευρώ . Ο πρώην ηγέτης της ισπανικής Ενωμένης Αριστεράς Γιαμαθάρες, παρά τη γενική μετριοπάθεια που χαρακτηρίζει τις θέσεις, υποστηρίζει την έξοδο της χώρας του από το ευρώ από το φθινόπωρο του 2012. Ο Μελανσόν (βλέπε και παρακάτω) είχε ήδη διαφοροποιηθεί σε καίρια σημεία από την γενικότερη ευρωπαϊστική λογική. Σ'αυτή τη φάση, ορισμένοι αριστεροί οικονομολόγοι, με δεσπόζουσες μορφές τον Κώστα Λαπαβίτσα και τον Γάλλο Ζακ Σαπίρ, και κάποια έντυπα όπως η Μοντ Ντιπλοματίκ, έπαιξαν έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στο άνοιγμα της συζήτησης. Αναδρομικά μπορούμε να πούμε ότι άσκησαν μια διαβρωτική επίδραση στην ιδεολογική ηγεμονία του αριστερού ευρωπαϊσμού. Σε πολιτικό επίπεδο, με εξαίρεση και πάλι την ελληνική περίπτωση, οι διαδικασίες αυτές παρέμεναν ωστόσο υπόγειες, κτήμα περιορισμένων κύκλων της Αριστεράς.
Τα πράγματα αλλάζουν εντυπωσιακά με το ξέσπασμα της κυπριακής κρίσης. Η ωμότητα με την οποία η ΕΕ και η ΕΚΤ καταπάτησαν κάθε έννοια δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας, σε συνδυασμό με το πρωτοφανές μέτρο του κουρέματος των τραπεζικών καταθέσεων, προκαλούν σοκ σε όλη την Ευρώπη. Στις εβδομάδες που ακολουθούν δύο από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο ηγέτης του Αριστερού Μετώπου της Γαλλίας Ζαν-Λυκ Μελανσόν και ο Γερμανός Οσκαρ Λαφοντέν, θέτουν ανοιχτά θέμα ευρώ. Ο πρώτος δηλώνει ότι αν χρειαστεί μια προοδευτική κυβέρνηση να επιλέξει μεταξύ λαϊκής κυριαρχίας και διατήρησης του ευρώ, θα πρέπει να αποφασίσει υπέρ της πρώτης. Ο δεύτερος προτείνει με πιο ολοκληρωμένο τρόπο την διάλυση της ΟΝΕ και την επιστροφή σε εθνικά νομίσματα αλλά με συντεταγμένο τρόπο. Αμέσως μετά, το ΑΚΕΛ παίρνει θέση υπέρ της διπλής εξόδου της Κύπρου από Μνημόνια και ΟΝΕ και γίνεται το πρώτο μεγάλο ευρωπαϊκό κόμμα που υιοθετεί παρόμοια θέση, αξιποιώντας ταυτόχρονα τις επεξεργασίας οικονομολόγων όπως ο Λαπαβίτσας και ο Φλάσμπεκ.
Από εκείνη τη στιγμή και μετά οι εξελίξεις παίρνουν αλυσιδωτό χαρακτήρα. Εντός της γερμανικής Αριστεράς ανοίγει μια αντιπαράθεση γύρω από τις δηλώσεις Λαφοντέν, που υποστηρίζονται από την ανερχόμενη ηγετική προσωπικότητα του Die Linke (Αριστερά), και αντιπρόεδρο του κόμματος, Σάρα Βαγκενκνεχτ, αλλά και από σημαντικά τμήματα της αριστερής του πτέρυγας. Ακολουθεί η έκδοση της μελέτης των Κώστα Λαπαβίτσα και του στενού συνεργάτη του Λαφοντέν Χάϊνερ Φλάσμπεκ από το Ιδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, το επίσημο ινστιτούτου της Γερμανικής Αριστεράς, και η δημόσια παρουσίαση και συζήτησή του στο Βερολίνο σε συνεντεύξεις τύπου και ημερίδας που του είναι ειδικά αφιερωμένης.
Στη Γαλλία, το κόμμα του Ζαν-Λυκ Μελανσόν στο συνέδριό του σκιαγραφεί σχέδιο Β έναντι του ευρώ, σε περίπτωση που δεν γίνουν οι προτάσεις για μεταρρύθμιση της ΕΚΤ απορριφθούν από τις άλλες κυβερνήσεις, ένα εναλλακτικό σχέδιο που οικοδομείται γύρω από δύο «σενάρια»: το ενδεχόμενο κοινού νομίσματος χωρών του Νότου ή και την επιστροφή σε εθνικά νομίσματα με ειδικές ρυθμίσεις για τις ανταλλαγές με τις εκτός ΕΕ χώρες. Αλλά και σε άλλες συνιστώσες του Αριστερού Μετώπου, ειδικότερα σε αυτές που προέρχονται από τον τροτσκιστικό χώρο, άνοιξε μια ουσιαστική συζήτηση με την έκδοση του συλλογικού τόμου που επιμελήθηκε ο οικονομολόγος και στέλεχος της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς Σεντρίκ Ντιράν και κυκλοφόρησε με τον εύγλωτο τίτλο «Να τελειώνουμε με την Ευρώπη» . Στην Πορτογαλία οι φωνές αμφισβήτησης της ΟΝΕ πυκνώνουν και διαπερνούν όλους τους χώρους της Αριστεράς, έως και τις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας. Στην Ισπανία ο Χούλιο Αγκίτα, η ιστορική προσωπικότητα της κομμουνιστικού κινήματος, παίρνει την πρωτοβουλία ενός Μανιφέστου υπέρ της εξόδου της Ισπανίας από το ευρώ που συγκεντρώνει δεκάδες υπογραφές διανοούμενων, συνδικαλιστών και κεντρικών στελεχών της ισπανικής αριστεράς.
Αν και κυπριακή κρίση έπαιξε αναμφισβήτητα καταλυτικό ρόλο, οι δρόμοι πρέπει να υπγραμμισθεί ότι οι δρόμοι που οδήγησαν σε αυτή τη γρήγορη μεταβολή του τοπίου είναι περισσότεροι από ένας. Ο Μελανσόν για παράδειγμα υπήρξε στο παρελθόν θερμός ευρωπαϊστής, οπαδός μιας ομοσπονδιακής ΕΕ. Είχε μάλιστα ταχθεί υπέρ της Συνθήκης του Μάαστριχτ κάτι για το οποίο έκανε δημόσια αυτοκριτική. Η μετατόπισή σ'αυτά τα θέματα υπήρξε σταδιακή αλλά διαρκής. Το 2005, όταν ήταν ακόμη εντός του Σοσιαλιστικού Κόμματος, αντιτάχθηκε σθεναρά στο ευρωσύνταγμα και υπήρξε από τους βασικούς πρωταγωνιστές της ενωτικής καμπάνιας της ριζοσπαστικής Αριστεράς υπέρ του όχι στο σχετικό δημοψήφισμα (το οποίο και πλειοψήφισε). Μετά την αποχώρησή του από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και κατά της διάρκεια της εντυπωσιακά μαζικής προεκλογικής του εκστρατείας ως υποψήφιος του Αριστερού Μετώπου στις προεδρικές του 2012 απέρριψε την ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης και χαρακτήρισε τους θεσμούς της ΕΕ δομικά αντιδημοκρατικούς. Γενικότερα, ο Μελανσόν αρνήθηκε κάθε εκχώρηση επιπλέον εθνικής κυριαρχίας σ'αυτούς καθώς και το δικαίωμα opting out (μονομερούς αποδέσμευσης) της Γαλλίας από οποιαδήποτε αντικοινωνική ρύθμιση αποφασίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ένα δικαίωμα αντίστοιχο με αυτό που αναγνωρίζεται στη Μεγάλη Βρετανία - για τους διαμετρικά αντίθετους λόγους βέβαια. Υπερασπίστηκε δε με πάθος, σκορπώντας ενθουσιασμό σε ογκώδη ακροατήρια, το δικαίωμα μιας πραγματικά αριστερής κυβέρνησης να ακολουθήσει μονομερώς μια διαφορετικά πορεία, ερχόμενη σε σύγκρουση με τη συντηρητική Γερμανία αλλά και τους θεσμούς της Ε.Ε..
Αντίστοιχη είναι και με μια έννοια η πορεία του Οσκαρ Λαφοντέν, επίσης προερχόμενου από την αριστερή τάση της σοσιαλδημοκρατίας, πρώην ευρωπαϊστή και θιασώτη του ευρώ, που διαπιστώνει όμως τις συνέπειες της γερμανικής καπιταλιστικής ηγεμονίας τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας του. Μεταξύ αυτών είναι και η εμπέδωση μιας συστημικής εσωτερικής συναίνεσης γύρω από το γερμανικό μοντέλο και το ευρώ, που αγκαλιάζει το σύνολο των πολιτικών και οικονομικών ελίτ της χώρας αλλά και σημαντικά τμήματα της κοινωνίας (ακόμη και του συνδικαλιστικού κινήματος) και καθιστά απίθανη την οποιαδήποτε αλλαγή στάση της Γερμανίας στο άμεσο τουλάχιστον μέλλον. Το συμπέρασμα που συνάγουν ο Λαφοντέν, η Βάγκενκνεχτ και άλλοι γερμανοί αριστεροί είναι υπό αυτές τις συνθήκες η εμμονή στις «ευρωπαϊκές λύσεις» όπως αυτές που έχει επεξεργαστεί το ΚΕΑ, αλλά και τα επιμέρους κόμματα που το αποτελούν, ισοδυναμεί με πολιτικό παροπλισμό. Και ότι προέχει η επεξεργασία εναλλακτικών λύσεων και η υποστήριξη εκείνων των αριστερών δυνάμεων όπως το ΑΚΕΛ που προτείνουν λύσεις εκτός πλαισίου ΟΝΕ.
Τέλος, στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που υφίστανται Μνημόνια, πλήρη (Πορτογαλία) ή άτυπα (Ισπανία), και μετρούν υπολογίσιμες και εκλογικά ανερχόμενες αριστερές δυνάμεις, η αμφισβήτηση της ΟΝΕ συνδέεται με την επιτακτική, και γνώριμη σε μας, ανάγκη άμεσα εφαρμόσιμων και ρεαλιστικών λύσεων που να ανοίγουν έναν δρόμο για την επιβίωση αυτών των κοινωνιών και να αποτελούν τη βάση μιας πρότασης εξουσίας για την Αριστερά.
Η Iskra ΚΑΙ Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Η Ισκρα κάλυψε από την αρχή με συστηματικό και πρωτοπόρο θα λέγαμε για τα ελληνικά αλλά και τα ευρωπαϊκά δεδομένα τρόπο αυτήν τη συζήτηση. Σ'αυτό το φάκελλο συγκεντρώνουμε ορισμένα από τα πιο σημαντικά υλικά που αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα τους τελευταίους μήνες με σκοπό τη σφαιρική κάλυψη του θέματος.
Περιττό να πούμε ότι αυτή η συζήτηση κάθε άλλο παρά έχει κλείσει, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας. Θα λέγαμε μάλιστα ότι, όπως δείχνουν και τα υλικά του φακέλλου, μόλις έχει αρχίσει με την έννοια της παραγωγής αποτελεσμάτων που αλλάζουν τα ως τώρα δεδομένα. Ο φάκελλος αυτός αποτελεί απλά μια απόπειρα καταγραφής ενός κύκλου κατά τη διάρκεια του οποίου αναδείχθηκαν τα πρώτα στοιχεία μιας καινούργιας θεώρησης κρίσιμων στρατηγικών ζητημάτων του αριστερού κινήματος. Μιας θεώρησης που κατανοεί ότι ο νέος διεθνισμός που έχει ζωτική ανάγκη η Αριστερά δεν μπορεί να έχει καμμιά σχέση, παρά μόνο της αντιπαραράθεσης και της σύγκρουσης με τις πολιτικές και οικονομικές στρατηγικές των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων και το ειδικό επίπεδο όπου αυτές συμπκνώνονται: την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», την ΟΝΕ και εν τέλει την ίδια την ΕΕ.
Περιττό να πούμε ότι αυτή η συζήτηση κάθε άλλο παρά έχει κλείσει, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας. Θα λέγαμε μάλιστα ότι, όπως δείχνουν και τα υλικά του φακέλλου, μόλις έχει αρχίσει με την έννοια της παραγωγής αποτελεσμάτων που αλλάζουν τα ως τώρα δεδομένα. Ο φάκελλος αυτός αποτελεί απλά μια απόπειρα καταγραφής ενός κύκλου κατά τη διάρκεια του οποίου αναδείχθηκαν τα πρώτα στοιχεία μιας καινούργιας θεώρησης κρίσιμων στρατηγικών ζητημάτων του αριστερού κινήματος. Μιας θεώρησης που κατανοεί ότι ο νέος διεθνισμός που έχει ζωτική ανάγκη η Αριστερά δεν μπορεί να έχει καμμιά σχέση, παρά μόνο της αντιπαραράθεσης και της σύγκρουσης με τις πολιτικές και οικονομικές στρατηγικές των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων και το ειδικό επίπεδο όπου αυτές συμπκνώνονται: την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», την ΟΝΕ και εν τέλει την ίδια την ΕΕ.
Γαλλία
Μελανσόν:
1. Μετάφραση δήλωσης «μεταξύ ευρώ και λαϊκής κυριαρχίας επιλέγουμε λαϊκή κυριαρχία»
2. συνέντευξη στον Στάθη Κουβελάκη
Ζακ Σαπίρ
Συν/ξη στην Εποχή
Γερμανία
1. Δήλωση του Οσκαρ Λαφοντέν
2. Σ. Κουβελάκη Η Γερμανική Αριστερά συζητάει για το ευρώ και ένα κείμενο της Σ. Βάγκεβκνεχτ
3. Αρθρο του Αντρέϊ Χούνκο
4. Συνέντευξη της Σάρα Βάγκενκνεχτ στον Στάθη Κουβελάκη
5. Στάθη Κουβελάκη άρθρο για την ημερίδα του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ για τη μελέτη Λαπαβίτσα-Φλάσμπεκ
6. 'Αρθρο Λαπαβίτσα Φλάσμπεκ: Η Γερμανική Αριστερά αμφισβητεί το ευρώ (από Αυγή)
Κύπρος
1. Απόφαση της ΚΕ του ΑΚΕΛ
2. Η μελέτη του ΑΚΕΛ για έξοδο από το ευρώ
3. Συν/ξη του Αντρου Κυπριανού
Ισπανία
Μανιφέστο για έξοδο από το ευρώ
Πορτογαλία
Η Πορτογαλική Αριστερά αμφισβητεί το ευρώ και ένα αρθρο του Νούνο Τέλες
Η Πορτογαλική Αριστερά αμφισβητεί το ευρώ και ένα αρθρο του Νούνο Τέλες
Ιταλία
Αρθρο των Βαζαπόλο, Αριόλα
Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου