(Τετ. 24/9/14 - 17:00)
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΦΟΙΒΟΥ ΠΡΟΥΝΤΖΟΥ* ΓΙΑ ΤΟΝ Κ. ΚΑΠΠΟ
Η παρέμβαση του Φοίβου Προύντζου στην εκδήλωση για τα 9 χρόνια από το θάνατο του Κώστα Κάππου, που διοργάνωσε η «Αριστερή πλατφόρμα» του ΣΥΡΙΖΑ στις 22 Σεπτεμβρίου 2014 έχει ώς εξής:
Συντρόφισσες, σύντροφοι, φίλες και φίλοι,
δε σας κρύβω ότι διακατέχομαι από αμηχανία και νιώθω άβολα σε αυτή τη θέση ανάμεσα σε γνωστά και προβεβλημένα πρόσωπα. Δεν είμαι πολιτικός, δεν εκπροσωπώ κόμμα, δεν υπήρξα συγκρατούμενος, δεν είμαι άνθρωπος της πένας και γενικότερα δεν ανήκω σε εκείνους που ο πολιτικός τους λόγος θα είχε κάποιο βάρος ειδικό.
Δέχθηκα, ωστόσο, την τιμητική πρόσκληση να είμαι εδώ από αίσθηση χρέους ως απλός πολίτης. Στην αίθουσα αυτή δε μας έφερε εθιμοτυπικά το πνεύμα «δεδικαίωσης» που υπαγορεύει την «αγιοποίηση» κάποιου που έχει φύγει από τη ζωή. Είμαστε απόψε εδώ για να τιμήσουμε έναν αδιαφιλονίκητο αγωνιστή και ξεχωριστό άνθρωπο που στο αριστερό μαρτυρολογίο έχει καταγραφεί ως άγιος για όσα είχε κάνει όσο ήταν ζωντανός.
Η τοποθέτησή μου κατά συνέπεια δε θα έχει στοιχεία πολιτικής ανάλυσης, θα είναι μια προσπάθεια να φιλοτεχνηθεί όσο γίνεται περισσότερο, το ανθρώπινο πρόσωπό του. Αν από αυτό αφαιρέσουμε τις εφτά πλαστικές για αντικατάσταση των σάπιων ιστών από τις ουλές των βασανιστηρίων του, τοπρόσωπο που φεύγοντας μας άφησε ήταν καθαρό από όλες του τις πλευρές. Με την ύστατη αναχώρηση από τη ζωή κάποιου που ξεχώριζε ανάμεσα μας, είτε τον είχαμε είτε δεν τον είχαμε οι ίδιοι συναντήσει, θρηνούμε σα να ήτανε δικός μας και συνηθίζουμε να λέμε ότι με το θάνατό του ο χώρος του ορφάνεψε ή έγινε φτωχότερος. Αν αυτό είναι αλήθεια θα πρέπει να δεχτούμε ότι ο πολιτικός μας χώρος, χάνοντας μια από τις πιο έντιμες φωνές, του πραγματικά έχει «πτωχεύσει».
Δε ξέρω αν πέφτω σε λάθος, έχω όμως την άποψη πως σήμερα η κοινή γνώμη αποτιμά τους ανθρώπους που κοινοβουλευτικά την εκπροσωπούν και με το ζύγιασμά τους όταν βγαίνουν από το κοινοβούλιο. Δυστυχώς δεν είναι λίγοι εκείνοι που μπήκαν «ισχνοί» και βγήκαν «υπέρβαροι». Ο Κώστας Κάππος μπήκε «ισχνός» και βγήκε «ισχνότερος», το όνομά του όμως παραμένει τόσο βαρύ που δεν προσφέρεται για «ανύψωση» σε λάβαρα μικροκομματικών οικειοποιήσεων. Δεν υπήρξε ένα οποιοδήποτε όστρακο του πολιτικού βυθού που η εύνοια της παράταξής του το ανέσυρε από το πουθενά στον αφρό του δημόσιου βίου. Ήταν ο ματωμένος αγωνιστής που έχει δώσει σκληρούς αγώνες στα μαρμαρένια αλώνια του λαϊκού κινήματος.
Αλλά και σαν κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, πρότυπο ήθους και υπόδειγμα συνέπειας, ξεπέρασε κομματικούς ορίζοντες κατακτώντας το ζηλευτό προνόμιο να συμφωνούν με τους αγώνες του ακόμη και όσοι διαφωνούσαν με τις ιδέες του. Αν μου το επέτρεπε ο σύντροφος Λαφαζάνης θα έλεγα ότι – με τη γεωμετρική έννοια – δεν αποτελεί συνιστώσα αλλά συνισταμένη ενός αριστερού χώρου που πολλοί από εμάς έχουμε οραματιστεί.
Η παρακαταθήκη κατά συνέπεια που φεύγοντας μας άφησε δεν ήταν ένα οποιαδήποτε βιβλίο για το ράφι της βιβλιοθήκης μας· ήταν ένα εγκόλπιο που ο καθένας μας έχει χρέος να κρεμάσει με αλυσίδα στο λαιμό του. Σήμερα μάλιστα που από πολλές στρατευμένες πλευρές καταβάλλεται προσπάθεια ναμετασκευαστεί η ιστορία μας με δόλιο στόχο την απαξίωση προσώπων που συντελέσανε στα γεγονότα, το χρέος αυτό γίνεται επιταγή. Επιταγή που υπαγορεύει να υποκλινόμαστε ευλαβικά στη μνήμη τέτοιων ανθρώπων, γιατί η «ιστορία που έγραψαν με αίμα είναι δύσκολο να υποκατασταθεί με ιστορία που γράφεται με μελάνι».
Αλλά γιατί ο Κώστας Κάππος εννιά χρόνια μετά το θάνατό του παραμένει αναλλοίωτα ζωντανός μέσα μας; Θα δανειστώ μια φράση του επίσης αξέχαστου Γιάννη Διακογιάννη από το πρώτο πολιτικό μνημόσυνο του Κώστα Κάππου στην Καισιαριανή: «Ο Κώστας Κάππος, είχε πει, μας ενώνει γιατί οι αγώνες του, η ζωή και το παράδειγμά του μας κάνουν περήφανους, ανοίγοντας δρόμους για οράματα άλλοτε κοντινά κι άλλοτε μακρινά».
Οι οραματιστές, λένε, δε χάνουν το σωστό δρόμο γιατί βλέπουν στο σκοτάδι πριν από τους άλλους την αυγή. Δε ξέρω αν η ιστορία δικαιώνοντας τις επιλογές του κατατάσσει τον Κάππο στους οραματιστές, όλοι μας όμως ξέρουμε ποια ήταν η επιλογή του όταν βρέθηκε «αποσυνάγωγος» του χώρου που υπήρξε γέννημα-θρέμμα του.
Ο χώρος μας κάνει συχνά το λάθος να διαγράφει ζωντανούς για να επανεγράψει πεθαμένους όσους είχαν διαφορετική άποψη από τη δική μας. Και ασφαλώς είναι παρήγορη η τόλμη να τα διορθώνει μεταθανάτια, αμφιβάλλω όμως αν αυτή αποτελεί και την κατάλληλη γομολάστιχα για να σβήσει σκιές από την ηθική ακεραιότητα όσων έφυγαν στιγματισμένοι.
Ο Κώστας Κάππος υπήρξε μια ξεχωριστή περίπτωση. Για να μη σπάσει το «χτένι» μίκρυνε τον κόμπο κι όταν αναπόφευκτα αυτό έσπασε δε Μίδησε. Καταπίνοντας την πίκρα, σκυφτός ίσως ο ίδιος αλλά με όρθια τη συνείδηση του, ακολούθησε το δρόμο της πολιτικής μοναξιάς στο πρότυπο του ασκητή που αποζητάει την ερημιά για να σκεφτεί από εκεί τον κόσμο.
Όλοι ξέρουμε ποιος ήταν «ο κόσμος του» λίγοι όμως γνωρίζαμε ότι πόναγε σαν ακρωτηριασμένος που του έκοψαν τις ρίζες από τα χώματα που τον γέννησαν.
Δε θα σταθώ σε άλλες αρετές του χαρακτήρα του, θα ήταν όμως παράλειψη να μη γίνει αναφορά στη σεμνότητα, στις αντοχές και στην παλικαρίσια στάση του απέναντι στο θάνατο. Κανείς ποτέ δεν άντεξε να δει κατάματα τον ήλιο και το θάνατο δίχως να δακρύσει. Κι εδώ όμως ο Κώστας Κάππος έκανε τηνυπέρβασή του. Ήταν ένας από τους περισσότερο σακατεμένους πολιτικούς κρατούμενους με εικονικές εκτελέσεις και βασανιστήρια απάνθρωπα από τους ανθρώπους της χούντας. Δεμένος ανάσκελα με ασβέστη στις ανοικτές πληγές της κοιλιάς του για να μαρτυρήσει, και για να μην τρελαθεί τραγουδούσε. 'Ομοια με συντρόφους κομμουνιστές που παλαιότερα τραγούδαγαν μπροστά στο απόσπασμα κοιτάζοντας στα μάτια τους εκτελεστές τους σίγουροι πως κάποτε η ιστορία θα τους δικαίωνε, έστω κι αν έφευγαν από αυτή για ένα λάθος.
Πέτανε Κώτα; ρώταγε τη μάνα του Πόπη ο μικρός και αβάφτιστος τότε γιος του Θανάσης.
Αλλά ο Κώστας δεν είχε πεθάνει. Βγήκε νεκροζώντανος από την κόλαση, συγχώρησε τους βασανιστές του στη δίκη της Χαλκίδας και δεν προσέδωσε στις πληγές του ανταλλακτικό χαρακτήρα. Δεν τις περιέφερε σε τηλεοπτικά παράθυρα, δεν έκανε σύγχυση όπως άλλοι ανάμεσα στην έπαλξη και στην έφαλση, μέχρι που προδομένος από την καρδιά του έκλεισε ειρηνικά τα μάτια του.
Αλλά πριν από την καρδιά του, είχε προδωθεί από πολλούς φίλους, συντρόφους και συναγωνιστές. Ήταν θυμάμαι μέρες που κάποιες γραφίδες, βουτηγμένες στη χολή, ζητούσαν την προσκόμιση της κεφαλής του όταν ένα βράδυ με τον αλησμόνητο Λέοντα Αυδή αποτόλμησα να του πω πως ίσως ήταν και δική του ηττοπάθεια όταν «τρόχαε τα μαχαίρια του σα να τανε μολύβια» όταν άλλοι «τρόχιζαν τα μολύβια τους σα να τανε μαχαίρια».
Έχω διηγηθεί πολλές φορέας τη συνέχεια της σκηνής. Δε διστάζω όμως να την επαναλάβω γιατί δεν έφυγε ποτέ από την οθόνη του μνημονικού μου. Μέσα από τα χοντρά του μυωπικά γυαλιά με κοίταξε επιτιμητικά και μου είπε:
''Μάστορα, συνήθιζε να με αποκαλεί έτσι, μη ξεχνάς ότι το όνομα Κάππος γράφεται με δύο «π». Το πρώτο είναι δικό μου, το δεύτερο ανήκει στους άλλους''.
Αυτός ήταν ο Κώστας Κάππος. Είναι, το καταλαβαίνω, δύσκολο να ακολουθήσουμε την αγωνιστική του περπατησιά. Ας έχουμε όμως στην προσωπική μας διαδρομή τις πατημασιές του σαν ορόσημο, όμοια με οδηγό που για να πάει μπροστά μέσα από τους καθρέπτες του κοιτάζει πίσω.
* Ο Φοίβος Προύντζος είναι Επίκουρος Καθηγητής Οδοντιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παιδικός φίλος του Κώστα Κάππου.
Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014
http://www.iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=17845:prountzos-kappos&catid=83:aristera&Itemid=200
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου