Επιστρέφω πάλι στην έντονα πολιτικοποιημένη δεκαετία 2000-10 του γερμανικού κινηματογράφου με την αμφιλεγόμενη ταινία "Το Σύμπλεγμα Baader Meinhof", η οποία μας γυρνάει στην εκρηκτική περίοδο του ΄60-'70, όπου σε παγκόσμιο επίπεδο επικρατούσε μία εκρηκτική ατμόσφαιρα. Οι πολύνεκρες αναταραχές σε Βολιβία, ο πόλεμος στο Βιετνάμ από τους Αμερικανούς και η εισβολή των Σοβιετικών στην Τσεχοσλοβακία, αποδείκνυαν πως ο κόσμος είναι ένα καζάνι που κοχλάζει επικίνδυνα.
Την ίδια περίοδο στην Δυτική Γερμανία, μία γενιά προσπαθεί να αποτάξει από πάνω τις το ένοχο ναζιστικό παρελθόν των γονιών της. Μεγάλες αριστερές διαδηλώσεις ταρακουνούν το Δυτικό Βερολίνο και τις υπόλοιπες γερμανικές πόλεις. Η ιμπεριαλιστική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, τα φοιτητικά κινήματα σε Αμερική και Γαλλία αλλά και τα ναζιστικά σταγονίδια της Δυτικής Γερμανίας γίνονται τροφή για να φουντώσουν οι αριστερές αντιλήψεις των νέων.
Αυτά τα λίγα σχετικά με τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Όσον αφορά την ταινία, αν την παρατηρήσουμε με μια ψυχρή κινηματογραφική ματιά, θα την χαρακτηρίσουμε εξαιρετική. Υπέροχη σκηνοθεσία, καταπληκτικά πλάνα, πειστικές ερμηνείες και με μία καταιγιστική εξέλιξη που σε ξαφνιάζει για το πόσο γρήγορα κυλάει η ώρα (η ταινία διαρκεί 2,5 ώρες). Αν όμως την εξετάσουμε με τα ιστορικά στοιχεία που μας προσφέρει και τον τρόπο με τον οποίον μας τα παρουσιάζει, τότε ολόκληρη η η παραπάνω όμορφη περιβολή γκρεμίζεται κι από τα απομεινάρια της ζέχνει μπόχα.
Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή. Η ταινία ξεκινάει δυναμικά με την επίσκεψη του Ιρανού βασιλιά στην Δυτική Γερμανία. Είναι εκπληκτική η σκηνή που παρουσιάζεται η δράση ενός σοβαρού παρακράτους. Μέλη της αστικής τάξης περιμένουν έξω από την Όπερα να υποδεχθούν το βασιλικό ζεύγος ενώ πούλμαν μεταφέρουν οπαδούς του ιρανικού καθεστώτος, τα οποία τοποθετούνται στην "πρώτη γραμμή" υποδοχής. Μέσα στον κόσμο όμως υπάρχουν νέοι που διαδηλώνουν ενάντια στο βασιλικό ζεύγος. Αυτό προκαλεί σύρραξη ανάμεσα στους καθεστωτικούς και τους αριστερούς. Η αστυνομία μένει άπραγη μέχρι που αποφασίζει να επέμβει ενάντια στους διαδηλωτές. Οι σκηνές που ακολουθούν είναι καλοδουλεμένες κάνοντάς τις αρκετά ρεαλιστικές. Ως θεατής αισθάνεσαι το γκλοπ να περιφέρεται απειλητικά από πάνω σου ενώ προσπαθείς να έχεις τα μάτια σου δεκατέσσερα από τους αόρατους ασφαλίτες που καραδοκούν ανάμεσα στο πλήθος.
Μέχρι σ' αυτό το σημείο είχα την εντύπωση πως παρακολουθώ ίσως το σημαντικότερο πολιτικό έργο εκείνης της δεκαετίας. Μάλιστα εξεπλάγην όταν είδα την μετωπική επίθεση του σκηνοθέτη στις συστημικές εφημερίδες της εποχής, Bild και Spiegel. Εξαιρετική η σκηνή της Μάινχοφ που δείχνει στην τηλεόραση το πρωτοσέλιδο της Bild και λέει "αυτό είναι δημαγωγία" αλλά και της επίθεσης των διαδηλωτών στα γραφεία της Spiegel. Κι ενώ ο ενθουσιασμός μου φουντώνει, έρχεται η απότομη προσγείωση.
Είναι γεγονός πως μέσα στο φόβο που προκαλούσε η αστυνομοκρατία κι οι καταπιεστικοί κατασταλτικοί μηχανισμοί, κάποιοι νεαροί συσπειρώνονται και δημιουργούν αντάρτικο πόλης, το οποία εξελίχθηκε στην θρυλική RAF. Για να αποφύγουν τις συλλήψεις κρύβονται στην Ρώμη κι έπειτα στην Ιορδανία για να εκπαιδευτούν μαζί με στρατιώτες που πολεμούν ενάντια στο Ισραήλ. Οι σοβαρές τους πολιτικές αντιλήψεις που ακούγονται στο ξεκίνημα της ταινίας ξεχνιούνται όμως απότομα και η ομάδα μετατρέπεται μεμιάς σε ένα χίπικο κοινόβιο που νοιάζεται μόνο να ληστεύει αμάξια και τράπεζες και να τρομοκρατεί τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αντιθέτως παρουσιάζονται τελείως επιδερμικά οι βομβιστικές επιθέσεις σε νατοϊκές βάσεις οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Με λίγα λόγια η ταινία μας παρουσιάζει τη RAF ως μία συμμορία οργισμένων νεαρών που δρουν τυφλά. Κι αυτό είναι το πρώτο μεγάλο σφάλμα.
Περνάμε στο δεύτερο σφάλμα της ταινίας. Κι αφού συλλαμβάνονται τα μέλη της RAF, ο σκηνοθέτης αναφέρεται τελείως επιδερμικά στις αντίξοες συνθήκες των Λευκών Κελιών. Κάτι προσπαθεί να κάνει δείχνοντάς τον νευρικό κλονισμό της δημοσιογράφου Ούλρικε Μάινχοφ αλλά αμέσως το παρατάει. Οι άθλιες συνθήκες των κρατουμένων είχαν προκαλέσει την διεθνή κατακραυγή ενώ μεγάλες προσωπικότητες του πολιτικού κόσμο και της διανόησης που τους επισκέφθηκαν όπως ο Ζαν Πωλ Σαρτρ, κατηγόρησαν τις αρχές για την αντιμετώπιση των φυλακισμένων μελών της οργάνωσης. Κι όμως στην ταινία δεν αναφέρεται τίποτα απ' αυτά.
Το τρίτο σφάλμα της ταινίας είναι ακόμη πιο ύποπτο. Ενώ οι κατηγορούμενοι Μπάαντερ, Ενσλιν και Μάινχοφ μεταφέρονται στις φυλακές Στάμχαϊμ στη Στουτγάρδη, μία δεύτερη γενιά της RAF απαγάγει τον μεγαλοβιομήχανο Χανς-Μάρτιν Σλέγερ κι απαιτούν την απελευθέρωση των φυλακισμένων. Πουθενά στην ταινία δε γίνεται λόγος για το ναζιστικό παρελθόν του Σλέγερ. Αντιθέτως τον παρουσιάζουν ως ένα από τα "αθώα" θύματα της οργάνωσης. Κι ενώ η κυβέρνηση ξεκινάει το παζάρεμα για να αποφυλακισθούν τα μέλη της RAF, πραγματοποιείται μία περίεργη αεροπειρατεία της Lufthansa η οποία κι αποτυγχάνει. Το γεγονός αυτό στάθηκε η αφορμή για την περιβόητη "Νύχτα θανάτου" (Todesnacht).
Κι εδώ έχουμε το τελευταίο και πιο βρώμικο σφάλμα της ταινίας. Επισήμως η ιστορία έγραψε πως τα φυλακισμένα μέλη της RAF έκαναν μία κρυφή συμφωνία μεταξύ τους κι αυτοκτόνησαν την νύχτα που συνειδητοποίησαν πως απέτυχε κάθε προσπάθεια απόδρασής τους. Για να δικαιολογηθεί το γεγονός αυτό, ειπώθηκε πως πραγματοποιήθηκε με όπλα που τους πέρασαν κρυφά. Κανείς όμως δεν αναφέρει στην ταινία πως κάθε μέρα γινόταν αυστηρός έλεγχος στα κελιά με ξήλωμα όλων των επίπλων. Επίσης πέρασαν βιαστικά το γεγονός πως η Ίρμγκαρντ Μέλερ διασώθηκε με μαχαιριές στο στήθος. Η ίδια λέει πως άκουσε τους πυροβολισμούς κι έπειτα ακολούθησε ένα κενό μνήμης. Όταν συνήλθε διαπίστωσε πως νοσηλευόταν σε νοσοκομείο με πληγές στο θώρακα από μαχαίρι το οποίο δεν βρέθηκε ποτέ. Η ίδια επέμενε με πάθος πως ποτέ δε προσπάθησε να βάλει τέλος στη ζωή της με τέσσερις βαθιές μαχαιριές στο στήθος ενώ είναι πεπεισμένη πως οι σύντροφοί της εκτελέστηκαν.
Δυστυχώς όλα τα παραπάνω η ταινία τα αφήνει όχι μόνο αναπάντητα αλλά δεν μπαίνει καν στον κόπο να τα θίξει. Αντιθέτως προσπαθεί να διακωμωδήσει σε αρκετές στιγμές το αντάρτικο πόλεων, με αποκορύφωμα τη σκηνή όπου τα μέλη της RAF κάνουν γυμνισμό στην ταράτσα ενός κτιρίου στην Ιορδανία, προκαλώντας την οργή των ντόπιων στρατιωτών, με την Ensslin να δίνει την απάντηση "fucking & shooting πάνε μαζί". Εκεί κατάλαβα πως η ταινία έχει χάσει κάθε μέτρο σοβαρότητας, οπότε κι αποφάσισα να την απολαύσω ως μία καρικατούρα με υποτιθέμενο πολιτικό μανδύα.
Είναι βέβαιο πως το "Σύμπλεγμα Baader Meinhof ήταν μία συστημική παραγγελία για να αμαυρωθεί η ιστορία της RAF. Είναι τραγικό να βλέπεις τον Baader ως ένα κωλόπαιδο που κλέβει αμάξια, τσαμπουκαλεύεται με συντρόφους και τσακώνεται με τους Άραβες για τα όπλα (όσον αφορά την στρατιωτική εκπαίδευση στην Ιορδανία). Και είναι σίγουρο πως αυτή η εντύπωση αποτυπώνεται σε όποιον δεν γνωρίζει την ιστορία της συγκεκριμένης οργάνωσης.
Προσπάθησα να δικαιολογήσω κάπως την ταινία και να καταπνίξω τον εκνευρισμό που μου προκάλεσε. Ποιος ήταν ο σκοπός της πέρα από το να δείξει το "ανθρώπινο" σωφρονιστικό σύστημα της Γερμανίας σε μία ομάδα ανώριμων αλητών που το έπαιζαν αντάρτες πόλεων ή να δικαιολογήσει την συμμετοχή της στις ιμπεριαλιστικές βλέψεις των Ηνωμένων Πολιτειών δείχνοντας πως μπορεί η τότε κυβέρνηση να έπαιρνε λάθος αποφάσεις αλλά ο λαός είχε άλλη άποψη.
Για μένα η παραπάνω ταινία είναι το υπέρτατο παράδειγμα συγκαλυμμένης προπαγάνδας, στην οποία μέχρι κάποιο σημείο είχα πέσει κι εγώ θύμα της.
http://chatzelenisgeorge.blogspot.gr/2017/03/baader-meinhof-2008.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου