Σφάζονται παλικάρια και πυργοδέσποινες για τις ψήφους της Χρυσής Αυγής, αλλά και για αυτές του «προδοτικού» ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι η μια, η τυχοδιωκτική και ψηφοθηρική πλευρά του ζητήματος. Η άλλη πλευρά, περισσότερο ανησυχητική και σίγουρα πιο σοβαρή και επικίνδυνη, είναι η διαφαινόμενη εθνικιστική μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού, που δεν αφήνει σχεδόν κανέναν χώρο ανεπηρέαστο. Εδώ το ψηφοθηρικό μάρκετινγκ ακολουθεί και δεν καθοδηγεί την αντιδραστική μετατόπιση που συμπαρασύρει -αν δεν ήταν έτοιμες από καιρό- ακόμη και απόψεις που αυτοπροβάλλονται σαν αριστερές, προοδευτικές, που δείχνουν τον δρόμο της αριστεράς… για τον εθνικιστικό βούρκο.
«Να πάρουμε τη χώρα μας πίσω!» βροντοφώναξε η Φώφη Γεννηματά σε μαχητική συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα «Έθνος». Το ψηφοθηρικό συνονθύλευμα με το… πρωτότυπο όνομα «Κίνημα Αλλαγής» της κάθε καρυδιάς καρύδι,επιδίωξε προφανώς, με τον νέο πολιτικό στόχο που έθεσε, να προλάβει τους Ελληναράδες της Χρυσής Αυγής. Αφού το ψευτοαντιστασιακό σύνθημα «Θέλω τη χώρα μου πίσω!» εύκολα μετατράπηκε σε σύνθημα δια πάσαν (εθνικιστική) νόσον και πάσαν (φασιστική) μαλακίαν. Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι τούτο: από ποιόν ακριβώς θέλουμε πίσω κάτι που δεν κατείχαμε ποτέ; Όσοι λοιπόν «θέλουν τη χώρα τους πίσω», καλό θα ήταν να πουν από ποιον την θέλουν και πότε την κατείχαν. Γιατί η επιτροπεία από τους «δανειστές» δεν άλλαξε τις «σχέσεις ιδιοκτησίας» της χώρας, απλώς αποκάλυψε στον καθένα τις συνέπειες και το βάθος της εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισμού από τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ και των ΗΠΑ. Γεγονός βέβαια πρωτόγνωρο και οδυνηρό για τον μικροϊδιοκτήτη και τον μικροαστό,που θεωρούσε πριν ότι έστω ένα κομμάτι αυτής της χώρας του ανήκει. Για τους εργαζόμενους και την εργατική τάξη, αυτή η αίσθηση του «έχω κάτι» συναγωνιζόταν πάντα με το ότι ένιωθαν πάντα σε «ξένη χώρα». Η Φώφη, βέβαια, όπως και ο Μητσοτάκης, κοντολογίς όλο το πολιτικό κατεστημένο, εννοούν ότι θέλουν να πάρουν πίσω την «κουτάλα» της κυβερνητικής εξουσίας. Γι’ αυτό και η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, και όχι η ήττα της κυβερνητικής πολιτικής ή του συστήματος με την οποία γενικά συμφωνούν, είναι η βασική προϋπόθεση, όπως αποκάλυψε η Φώφη Γεννηματά στην εν λόγω συνέντευξη.Ώστε να επανακτηθεί μια χώρα που θα επιδοτεί τους εργοδότες για να «βελτιωθεί η ζωή των Ελλήνων με ασφάλεια, πρόοδο» κ.λπ. Δηλαδή, ότι είχαμε και έχουμε και τώρα.
Στον αντίποδα υποτίθεται των κυρίαρχων συστημικών κομμάτων (που υπέγραψαν μνημόνια) στέκεται η «πατριωτική»έως εθνικιστική αριστερά -αντίβαρο στην εθνικιστική ακροδεξιά- που μοιράζεται τη φρασεολογία με το εθνικιστικό«αντίβαρό» της. Η ακεραιότητα της εθνικής μας υπόστασης απειλείται ταυτόχρονα και κυκλωτικά από πολλούς, δόλιους και ανθελληνικούς εχθρούς. Η Ελλάδα γίνεται ο σκουπιδοτενεκές των ιμπεριαλιστών, των υποτακτικών ελληνικών κυβερνήσεων, των Τούρκων, των μεταναστών, αλλά και θύμα του ευκολόπιστου αλλά κατά τα άλλα ευφυούς και ηρωικού λαού. Τα εθνικιστικά «ΕΑΜ» μπορεί να σφετερίζονται και να διαβάλουν το πραγματικό ΕΑΜ αλλά δεν πρωτοτυπούν, μιας και ο εθνικισμός, ο φασισμός και ο ρατσισμός εφορμούν πάντα έρποντας και καλυμμένα. Γι’ αυτό και «απλώς» φιλοξενούνται απόψεις και άρθρα σε εφημερίδες και συγκεντρώσεις της «εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς», που με τρόμο προειδοποιούν για τον κίνδυνο αφανισμού των Ελλήνων, του έθνους όσο και του ελληνικού πολιτισμού, με υπαιτιότητα της εξουσίας άλλα και του λαού, διότι «έχουμε εισέλθει σε μία φάση εσχατολογικής καταρρεύσεως»! Μάλιστα, «με βάση τα δημογραφικά στοιχεία, ακόμη και χωρίς τους μετανάστες, μέχρι το τέλος του21ου αιώνα δεν θα υπάρχουν Έλληνες ούτε για το Μουσείο κέρινων ομοιωμάτων». Τι χαριτωμένο.
Τα διεφθαρμένα goldenboys της οικονομίας και της πολιτικής, το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα έχουν βέβαια την τιμητική τους στις αναλύσεις αυτού του είδους της αριστεράς. Όπως και η χώρα-αποικία χρέους ενός καθυστερημένου και αποτυχημένου κράτους (καμιά σχέση με την Ευρώπη), που αδυνατεί να καταστρώσει «εθνικά αναπτυξιακά προγράμματα», αφήνει ανεκμετάλλευτο τον πολιτισμό και τον τουρισμό μας (η ανοησία περί βαριάς βιομηχανίας επανέρχεται), που θα αρκούσε για να επιβιώσουμε! Φυσικά, τα συλλαλητήρια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας αποτελούν χειροπιαστά «ψηφίσματα καταδίκης και ελπίδας».
Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι όλες αυτές οι απόψεις προέρχονται από εκείνα τα θραύσματα μιας «δυστυχισμένης αριστεράς» που είχε ποντάρει στο «άλογο» του ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα ποντάρουν στο «άλογο» του εθνικισμού και ενός ψευδεπίγραφου πατριωτισμού, επιβεβαιώνοντας την επικινδυνότητα ενός αποτυχημένου ρεφορμισμού, σταθερό στήριγμα του καπιταλισμού και της αντιδραστικής ιδεολογίας του.
Προλεταριακή Σημαία
https://antigeitonies.blogspot.gr/2018/03/blog-post_126.html
«Να πάρουμε τη χώρα μας πίσω!» βροντοφώναξε η Φώφη Γεννηματά σε μαχητική συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα «Έθνος». Το ψηφοθηρικό συνονθύλευμα με το… πρωτότυπο όνομα «Κίνημα Αλλαγής» της κάθε καρυδιάς καρύδι,επιδίωξε προφανώς, με τον νέο πολιτικό στόχο που έθεσε, να προλάβει τους Ελληναράδες της Χρυσής Αυγής. Αφού το ψευτοαντιστασιακό σύνθημα «Θέλω τη χώρα μου πίσω!» εύκολα μετατράπηκε σε σύνθημα δια πάσαν (εθνικιστική) νόσον και πάσαν (φασιστική) μαλακίαν. Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι τούτο: από ποιόν ακριβώς θέλουμε πίσω κάτι που δεν κατείχαμε ποτέ; Όσοι λοιπόν «θέλουν τη χώρα τους πίσω», καλό θα ήταν να πουν από ποιον την θέλουν και πότε την κατείχαν. Γιατί η επιτροπεία από τους «δανειστές» δεν άλλαξε τις «σχέσεις ιδιοκτησίας» της χώρας, απλώς αποκάλυψε στον καθένα τις συνέπειες και το βάθος της εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισμού από τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ και των ΗΠΑ. Γεγονός βέβαια πρωτόγνωρο και οδυνηρό για τον μικροϊδιοκτήτη και τον μικροαστό,που θεωρούσε πριν ότι έστω ένα κομμάτι αυτής της χώρας του ανήκει. Για τους εργαζόμενους και την εργατική τάξη, αυτή η αίσθηση του «έχω κάτι» συναγωνιζόταν πάντα με το ότι ένιωθαν πάντα σε «ξένη χώρα». Η Φώφη, βέβαια, όπως και ο Μητσοτάκης, κοντολογίς όλο το πολιτικό κατεστημένο, εννοούν ότι θέλουν να πάρουν πίσω την «κουτάλα» της κυβερνητικής εξουσίας. Γι’ αυτό και η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, και όχι η ήττα της κυβερνητικής πολιτικής ή του συστήματος με την οποία γενικά συμφωνούν, είναι η βασική προϋπόθεση, όπως αποκάλυψε η Φώφη Γεννηματά στην εν λόγω συνέντευξη.Ώστε να επανακτηθεί μια χώρα που θα επιδοτεί τους εργοδότες για να «βελτιωθεί η ζωή των Ελλήνων με ασφάλεια, πρόοδο» κ.λπ. Δηλαδή, ότι είχαμε και έχουμε και τώρα.
Στον αντίποδα υποτίθεται των κυρίαρχων συστημικών κομμάτων (που υπέγραψαν μνημόνια) στέκεται η «πατριωτική»έως εθνικιστική αριστερά -αντίβαρο στην εθνικιστική ακροδεξιά- που μοιράζεται τη φρασεολογία με το εθνικιστικό«αντίβαρό» της. Η ακεραιότητα της εθνικής μας υπόστασης απειλείται ταυτόχρονα και κυκλωτικά από πολλούς, δόλιους και ανθελληνικούς εχθρούς. Η Ελλάδα γίνεται ο σκουπιδοτενεκές των ιμπεριαλιστών, των υποτακτικών ελληνικών κυβερνήσεων, των Τούρκων, των μεταναστών, αλλά και θύμα του ευκολόπιστου αλλά κατά τα άλλα ευφυούς και ηρωικού λαού. Τα εθνικιστικά «ΕΑΜ» μπορεί να σφετερίζονται και να διαβάλουν το πραγματικό ΕΑΜ αλλά δεν πρωτοτυπούν, μιας και ο εθνικισμός, ο φασισμός και ο ρατσισμός εφορμούν πάντα έρποντας και καλυμμένα. Γι’ αυτό και «απλώς» φιλοξενούνται απόψεις και άρθρα σε εφημερίδες και συγκεντρώσεις της «εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς», που με τρόμο προειδοποιούν για τον κίνδυνο αφανισμού των Ελλήνων, του έθνους όσο και του ελληνικού πολιτισμού, με υπαιτιότητα της εξουσίας άλλα και του λαού, διότι «έχουμε εισέλθει σε μία φάση εσχατολογικής καταρρεύσεως»! Μάλιστα, «με βάση τα δημογραφικά στοιχεία, ακόμη και χωρίς τους μετανάστες, μέχρι το τέλος του21ου αιώνα δεν θα υπάρχουν Έλληνες ούτε για το Μουσείο κέρινων ομοιωμάτων». Τι χαριτωμένο.
Τα διεφθαρμένα goldenboys της οικονομίας και της πολιτικής, το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα έχουν βέβαια την τιμητική τους στις αναλύσεις αυτού του είδους της αριστεράς. Όπως και η χώρα-αποικία χρέους ενός καθυστερημένου και αποτυχημένου κράτους (καμιά σχέση με την Ευρώπη), που αδυνατεί να καταστρώσει «εθνικά αναπτυξιακά προγράμματα», αφήνει ανεκμετάλλευτο τον πολιτισμό και τον τουρισμό μας (η ανοησία περί βαριάς βιομηχανίας επανέρχεται), που θα αρκούσε για να επιβιώσουμε! Φυσικά, τα συλλαλητήρια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας αποτελούν χειροπιαστά «ψηφίσματα καταδίκης και ελπίδας».
Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι όλες αυτές οι απόψεις προέρχονται από εκείνα τα θραύσματα μιας «δυστυχισμένης αριστεράς» που είχε ποντάρει στο «άλογο» του ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα ποντάρουν στο «άλογο» του εθνικισμού και ενός ψευδεπίγραφου πατριωτισμού, επιβεβαιώνοντας την επικινδυνότητα ενός αποτυχημένου ρεφορμισμού, σταθερό στήριγμα του καπιταλισμού και της αντιδραστικής ιδεολογίας του.
Προλεταριακή Σημαία
https://antigeitonies.blogspot.gr/2018/03/blog-post_126.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου