Της Τ. Γ.
Για καιρό το σκεπτόταν, μα δυσκολευόταν να πάρει την απόφαση. Να συνοδέψει ανήλικους μετανάστες σε έξοδο από το κέντρο κράτησης της Μόριας. Ατομο άκρως συναισθηματικό, σφιγγόταν η καρδιά της κάθε φορά που έβλεπε εικόνες απ' το δράμα των παιδιών στο δρόμο της προσφυγιάς και της μετανάστευσης.
Σήμερα όμως το αποφάσισε. Στη θέα των συρματοπλεγμάτων και στο άκουσμα της φωνής απ τα μεγάφωνα του στρατοπέδου, δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια και τη ψυχή της. Προχώρησε όμως, μην επιτρέποντας στον εαυτό της την πολυτέλεια της απόδρασης.
Νωρίς τους ξεχώρισε απ' την ομάδα. Δυο δεκαπεντάχρονοι που στο βλέμμα κουβαλούσαν όλη την απόγνωση του κόσμου. Σιωπηλοί και θλιμμένοι, έσερναν το κορμί, χωρίς να συμμετέχουν στη προσπάθεια όλων να ξεχαστούν για λίγο, να νιώσουν ανθρώπινα. Στο μεσημεριανό αρνήθηκαν το φαγητό.
Με σπασμένα αγγλικά και με χειρονομίες άρχισε να τα παρακαλά. Τουλάχιστον να βάλουν μια μπουκιά στο στόμα, να μην μείνουν νηστικά τα πουλάκια μου. Και κείνα, σαν να ‘νιωσαν την αγωνία της, πιασαν το πιρούνι ανόρεκτα. Κι η μάνα ''ποια μάνα άραγε σας έφερε στο κόσμο τούτο, ποια χέρια σας χάιδεψαν μικρά, ποια ξαγρύπνησε στις αρρώστιες σας, και ποια μέσα στον τρόμο του πολέμου σας φίλησε στερνή φορά''σκέφτηκε, και ξέσπασε σε λυγμούς.
Τέσσερα χέρια την αγκάλιασαν σφιχτά, κι έγιναν μαζί της ένα. Και χάθηκαν ώρα πολλή, σ' ένα κλάμα δυνατό, ασταμάτητο μα και λυτρωτικό. Κι ήταν η μάνα που βρήκε τα παιδιά της, κι ήταν τα παιδιά που ξαναβρήκαν τη μάνα τους...
Και χόρτασε για λίγο η ψυχή αγάπη, τρυφερότητα ανθρωπιά. Διαβαίνοντας ξανά την πόρτα του στρατοπέδου, θυμήθηκε ‘κεινο το σύνθημα που 'χε διαβάσει σ' ένα τοίχο : ''Εκεί βομβαρδισμένοι, εδώ φυλακισμένοι, οι μετανάστες είναι της γης οι κολασμένοι''...
http://tsak-giorgis.blogspot.gr/2016/10/blog-post_27.html
Για καιρό το σκεπτόταν, μα δυσκολευόταν να πάρει την απόφαση. Να συνοδέψει ανήλικους μετανάστες σε έξοδο από το κέντρο κράτησης της Μόριας. Ατομο άκρως συναισθηματικό, σφιγγόταν η καρδιά της κάθε φορά που έβλεπε εικόνες απ' το δράμα των παιδιών στο δρόμο της προσφυγιάς και της μετανάστευσης.
Σήμερα όμως το αποφάσισε. Στη θέα των συρματοπλεγμάτων και στο άκουσμα της φωνής απ τα μεγάφωνα του στρατοπέδου, δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια και τη ψυχή της. Προχώρησε όμως, μην επιτρέποντας στον εαυτό της την πολυτέλεια της απόδρασης.
Νωρίς τους ξεχώρισε απ' την ομάδα. Δυο δεκαπεντάχρονοι που στο βλέμμα κουβαλούσαν όλη την απόγνωση του κόσμου. Σιωπηλοί και θλιμμένοι, έσερναν το κορμί, χωρίς να συμμετέχουν στη προσπάθεια όλων να ξεχαστούν για λίγο, να νιώσουν ανθρώπινα. Στο μεσημεριανό αρνήθηκαν το φαγητό.
Με σπασμένα αγγλικά και με χειρονομίες άρχισε να τα παρακαλά. Τουλάχιστον να βάλουν μια μπουκιά στο στόμα, να μην μείνουν νηστικά τα πουλάκια μου. Και κείνα, σαν να ‘νιωσαν την αγωνία της, πιασαν το πιρούνι ανόρεκτα. Κι η μάνα ''ποια μάνα άραγε σας έφερε στο κόσμο τούτο, ποια χέρια σας χάιδεψαν μικρά, ποια ξαγρύπνησε στις αρρώστιες σας, και ποια μέσα στον τρόμο του πολέμου σας φίλησε στερνή φορά''σκέφτηκε, και ξέσπασε σε λυγμούς.
Τέσσερα χέρια την αγκάλιασαν σφιχτά, κι έγιναν μαζί της ένα. Και χάθηκαν ώρα πολλή, σ' ένα κλάμα δυνατό, ασταμάτητο μα και λυτρωτικό. Κι ήταν η μάνα που βρήκε τα παιδιά της, κι ήταν τα παιδιά που ξαναβρήκαν τη μάνα τους...
Και χόρτασε για λίγο η ψυχή αγάπη, τρυφερότητα ανθρωπιά. Διαβαίνοντας ξανά την πόρτα του στρατοπέδου, θυμήθηκε ‘κεινο το σύνθημα που 'χε διαβάσει σ' ένα τοίχο : ''Εκεί βομβαρδισμένοι, εδώ φυλακισμένοι, οι μετανάστες είναι της γης οι κολασμένοι''...
http://tsak-giorgis.blogspot.gr/2016/10/blog-post_27.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου