Για την ενότητα της Αριστεράς...Για μια πολυκεντρική Αριστερά...Για την ενότητα στη βάση

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

O νόμος ως τάση στο έργο του Μάρξ

Δημήτρης Γρηγορόπουλος
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ: Ντανιέλ Μπενσαϊντ: ‘’ο Μάρξ της εποχής μας’’, εκδόσεις Τόπος
Στο επίκεντρο της πολυεπίπεδης προβληματικής του Μπενσαΐντ είναι η διαλεκτική συνεξέταση των κατηγοριών αναγκαιότητα, δυνατότητα, πραγματικότητα, με συνισταμένη τη συνάρθρωση τους σε μιαν αντίληψη απόλυτου ντετερμινισμού, του διαμετρικά αντίθετου του ιντετερμινισμού ή στην έννοια του νόμου-τάση για την ερμηνεία της κοινωνίας και την εξέλιξη της, αλλά και για την επιστημονική πρόβλεψη αυτής της εξέλιξης. Μια τέτοια διερεύνηση δεν έχει μόνο θεωρητική αξία, αλλά αποτελεί και το υπόβαθρο αντίστοιχων πολιτικών.


Ο Μαρξ και οι μαρξιστές κατηγορούνται για φανατισμό (απόλυτη υποταγή του ανθρώπου σε μια τυφλή αναπότρεπτη αναγκαιότητα), για αναγωγισμό (αναγωγή της ιστορικής - κοινωνικής αιτιότητας στο πρότυπο της φυσικής αιτιότητας), για τελεολογισμό (αντίληψη ότι η κοινωνία κατευθύνεται προς έναν ανώτερο και τελικό σκοπό - την κομμουνιστική κοινωνία, που σηματοδότη το τέλος της ιστορίας).
Ωστόσο, παράλληλα μ' αυτές τις θεωρητικές αιτιάσεις που συνεπάγονται μάλλον την παθητικοποίηση των υποκειμένων, κατηγορούν το μαρξισμό και για επαναστατικό βολονταρισμό, αφού η βεβαιότητα για τη νομοτελειακή πορεία της κοινωνίας προς το «κομμουνιστικό τέλος» ενεργοποιεί μιαν ισχυρή βούληση προς την επιτάχυνση αυτής της εξέλιξης, αλλά οδηγεί, στο όνομα πάντα της κοινωνικές νομοτέλειας, στην επιβολή ενός βουλησιαρχικού δεσποτικού καθεστώτος.
Η αλήθεια είναι ότι σε σημεία του έργου των κλασικών, αλλά καθοριστικά στον εγχειριδιακό μαρξισμό, υπάρχουν ερείσματα γι αυτές τις θεωρητικές αιτιάσεις.
Στο Κεφάλαιο του Μαρξ υπάρχει η διατύπωση ότι σκοπός του είναι να ανακαλύψει τους «φυσικούς νόμους που διέπουν την εξέλιξη της κοινωνίας», όμοιους με τους νόμους των φυσικών επιστημών που επιβάλλονται με «σιδερένια αναγκαιότητα».
Η έννοια ωστόσο του νόμου-τάση εισάγεται ήδη στο βιβλίο I, για να διορθώσει τη «σιδερένια αναγκαιότητα» των νόμων της παραγωγής. Στο βιβλίο III η έννοια «τάση» ορίζεται ολοκληρωμένα: «Στο σύνολο της καπιταλιστικής παραγωγής ο γενικός νόμος επιβάλλεται ως κυρίαρχη τάση μόνο κατά προσέγγιση και κατά τρόπο σύνθετο. Η ύπαρξη ενός μέσου ποσοστού υπεραξίας δεν συνιστά παρά μια τάση όπως κάθε οικονομικός νόμος».

Εισάγοντας την έννοια νόμος-τάση ο Μαρξ δεν καταργεί, αλλά μεταβάλλει την αιτιότητα στις κοινωνικές επιστήμες και στην ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας. Ενώ οι φυσικές επιστήμες με εξαίρεση τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις και τα συμπεράσματα δεν έχουν ταξικό χαρακτήρα, στις κοινωνικές επιστήμες συμβαίνει το αντίθετο. Σε αντιδιαστολή με τον αστικό «επιστημονισμό» που αρκείται στην περιγραφή και τον κατακερματισμό των κοινωνικών φαινομένων, οι μαρξιστές αντιτάσσουν τον ταξικό και διαλεκτικό χαρακτήρα των μαρξιστικών κοινωνικών επιστημών, την ολιστική αλλά και ειδική ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων και του εμπειρικού κοινωνικού υλικού, στο οποίο κανονικά συμπίπτουν με τις αστικές κοινωνικές επιστήμες.
Ποια είναι η ειδοποιός δια­φορά των κοινωνικών επι­στημών κατά τη μαρξιστική αντίληψη - για να το θέ­σουμε πιο συγκεκριμένα;
Πρώτο και κύριο, δέχονται την έννοια του κοινωνικού νόμου (αδιανόητου στις αστικές κοινωνικές επιστήμες) που νοείται ως γε­νική συνάρτηση κοινωνικών φαινομέ­νων επαναλαμβανόμενη κάτω από όμοι­ες συνθήκες, που εκδηλώνεται ως «νόμος-τάση», δηλαδή ως κυρίαρχη δυνα­τότητα σ' ένα πλέγμα αναθέσεων και τυ­χαίων περιστατικών. Οι κοινωνικές αντι­θέσεις αντανακλώνται και στην επιστη­μονική γνώση, ενώ η αστική επιστήμη τις αγνοεί ή τις υποβαθμίζει. Παράδειγμα: ο ανταγωνισμός υποχρεώ­νει το κεφάλαιο σε τεχνολογικό επανεξοπλισμό, πράγμα που αυξάνει τη σχε­τική υπεραξία, ενώ, απ' την άλλη, μειώ­νοντας τον αριθμό εργατών και το μετα­βλητό κεφάλαιο μειώνει και το ποσοστό υπεραξίας και κέρδους. Η πτώση του πο­σοστού κέρδους εκδηλώνεται νομοτε­λειακά, αλλά ως τάση, γιατί το κεφάλαιο επιχειρεί να την αντιρροπήσει με διάφο­ρα μέσα όπως η αύξηση της αποσπώ­μενης υπεραξίας, η ταχύτερη αξιοποίη­ση και κύκληση του κεφαλαίου, μείωση της τιμής των μέσων παραγωγής και των πρώτων υλών κ.ά.
Τα εμπόδια για την απόλυτη κυριαρχία του κοινωνικού νόμου δεν προκύπτουν μόνον απ' τις εγγενείς αναθέσεις του αλ­λά και από περιστατικά τυχαία, εξωτερικά και άσχετα προς το χαρακτήρα ενός κοινωνικού νόμου, που διασταυρώνεται συμπτωματικά μ' αυτόν. Παράδειγμα: η ανταλλαγή προϊό­ντων στη διαδικασία της φυ­σικής οικονομίας είχε τυχαίο _
και περιστασιακό χαρακτήρα. Με την ανάπτυξη όμως του καταμερισμού εργασίας και κυρίως με την ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής απέβη αναγκαίο στοιχείο της κοινωνικής αναπαραγωγής. Ο νόμος-τάση συνδέεται και με την ταξική πάλη. Η υπερα­ξία για παράδειγμα επηρεάζεται καθοριστικά απ' την πάλη την τάξεων. Ο νόμος της υπεραξίας θ' αποτε­λεί πραγματικότητα ή και θ' αυξάνεται η υπε­ραξία όσο η ταξική πάλη παραμένει υπανά­πτυκτη. Όσο όμως οξύνεται, η υπεραξία θα λειτουργεί ως νόμος-τάση και ενδεχομένως θα καταργηθεί με την επαναστατική ανατρο­πή. Τέλος, οι μαρξιστές συνδέουν την ύπαρ­ξη και την κατάργηση ενός κοινωνικού νό­μου με το αστικό και προλεταριακό σύστη­μα αξιών, ενώ θέση αρχής της αστικής επι­στήμης είναι η αυστηρή διάκριση της ερμη­νείας και της αξιολόγησης των κοινωνικών φαινομένων. Προκύπτουν δύο ερωτήματα σχετικά με την εγκυρότητα του νόμου-τάση:
Πρώτον, είναι δυνατόν να έχουν επιστημονι­κό χαρακτήρα συστήματα εννοιών που εμπε­ριέχουν αντιφατικά στοιχεία, τυχαία και αξιακά; Ακριβώς, στην καπιταλιστική κοινωνία που διαπερνάται και χαρακτηρίζεται από κοι­νωνικές αντιθέσεις, για να έχει αντικειμενικό χαρακτήρα μια κοινωνική επιστήμη πρέπει να αποκαλύπτει και να ερμηνεύει τις κοινω­νικές αντιθέσεις. Δεν συνιστά όμως επιστη­μονική ανάλυση η απλή ταξική καταγγελία.
Είναι αναγκαία η συγκέντρωση επαρκούς εμπειρικού υλικού και η αντικειμενική τεκμηρίωση του.
Δεύτερο: Μήπως στην έννοια του νόμου-τάση υποβόσκει η εγκατάλειψη ουσιαστικά της έννοιας του κοινωνικού νό­μου; Είναι συμβατή η έννοια της νομοτελειακής νίκης της επανάστασης με την ενδεχομενικότητα αυτής της νίκης;
Είναι γε­γονός ότι ορισμένοι μαρξιστές, υπερτονίζο­ντας το στοιχείο του τυχαίου και του αντι­φατικού στον κοινωνικό νόμο, τείνουν μάλ­λον στην άρνηση του. Είναι όμως αντικειμε­νική αλήθεια ότι ο κοινωνικός νόμος απ' τη στιγμή που συνδέεται με τις ταξικές αντιθέ­σεις και την πάλη τους αναπόφευκτα συναρτάται και με την κατηγορία της δυνατότητας. Γιατί ως υπαρκτός νόμος μπορεί να καταρ­γηθεί ή σαφώς να περιοριστεί. Παράδειγμα: Η κατάργηση στις συνθήκες της τρέχουσας κρίσης του νόμου αντιστοίχισης της τιμής της εργατικής δύναμης με την αξία της.
Απ' την άλλη, ο κομμουνισμός ως κατηγορία του μέλλοντος, εφόσον εξαρτάται απ' το συσχε­τισμό δυνάμεων και την πάλη τους θα πα­ραμείνει μια δυνάμει πραγματικότητα. Όσο όμως εντείνεται η κοινωνική παθογένεια και αναβαθμίζεται το ταξικό υποκείμενο θα γίνε­ται σχεδόν βέβαιη η μετατροπή της δυνατό­τητας σε πραγματικότητα. Συνοπτικά: Η μαρξιστική αντίληψη του κοι­νωνικού νόμου-τάση προσδιορίζει τις ανα­γκαιότητες που εμφανίζονται ως δυνατότητες και τείνουν να μετεξελιχθούν σε πραγμα­τικότητες εν μέσω αντιθέσεων, πάλης και συμπτώσεων.
Απέναντι στη θεωρία του νόμου-τάση το­ποθετούνται αρνητικά οι διάφορες εκ­δοχές της αστικής και μικροαστικής πο­λιτικής.
Οι ποικιλώνυμες αστικές αντι­λήψεις είναι αρνητικές σε οποιαδήπο­τε έννοια κοινωνικού νόμου και ταξι­κής προσέγγισης. Θεωρούν την κοινω­νική εξέλιξη προϊόν των ατομικών δρά­σεων, βουλήσεων, αξιών, ιδίως των χα­ρισματικών προσωπικοτήτων, της κοινω­νικής, εθνικής ή και διεθνούς συνεργα­σίες.
Η μικροαστική πολιτική στη σοσιαλρεφορμιστική, αριστερή ρεφορμιστι­κή και δογματική εκδοχή συμπίπτει, από διαφορετικούς δρόμους, στην υπερτίμη­ση της αντικειμενικής πραγματικότητας και στην υποτίμηση του επαναστατικού υποκειμένου και της ταξικής πάλης. Ο σοσιαλρεφορμισμός επαφίεται στον οι­κονομικοτεχνικό εκσυγχρονισμό του συ­στήματος (ιδίως των «καλών εποχών») και η υποκειμενική του παρέμβαση περι­ορίζεται σε μπαλώματα αποσπασματικά του συστήματος ανάλογα με την εξέλιξη του και την όξυνση των αντιθέσεων του.
Οι νεορεφορμιστές επίγονοι του Αλτουσέρ παρά τη ριζοσπαστική ρητορική τους ενστερ­νίζονται ουσιαστικά τη λογική του μηχανιστι­κού ντετερμινισμού. Η δομική αιτιότητα που πρεσβεύουν είναι στην πραγματικότητα η αιτιότητα της
αστικής κοινωνικής επιστή­μης που απορρίπτει την αντεπίδραση του ταξικού υποκει­μένου στις οικονομικές δο­μές και τη διαλεκτική τυχαί­ου - αναγκαιότητας. Οι ενερ­γοί παράγοντες του συστήμα­τος (άτομα, ομάδες, θεσμοί, κράτος) είναι απλώς φορείς των δομών χωρίς αυτοτέλεια και αντεπίδραση.
Οι νοσταλγοί του Στάλιν είναι επίσης οπαδοί του μηχανιστικού ντετερμινισμού από άλλο δρόμο, αν και από άποψη αρχής δέχονται δι­αλεκτική αναγκαιότητας - τυχαίου. Απορρί­πτουν την έννοια του νόμου-τάση, τη συνάρ­τηση του με την ταξική πάλη, υποβαθμίζουν την πολιτική τους παρέμβαση, αυτοαποκλείονται έτσι απ' τη δυνατότητα ηγεμονίας στο επαναστατικό κίνημα, αρκούμενοι στην πα­θητική σχεδόν αναμονή μιας «ουρανοκατέβατης» επαναστατικής κατάστασης. Στην ου­σία πρόκειται για μια παραλλαγή της «κατάρ­ρευσης» του καπιταλισμού απ' την όξυνση των αντιθέσεων του.
Το αντικαπιταλιστικό επαναστατικό κίνημα, ασπαζόμενο το νόμο-τάση, συγκεράζει την ιστορική αισιοδοξία για την ανατροπή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων με την έντα­ση της πάλης για την πραγματοποίηση της.
ΠΡΙΝ 29/12/2013



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου