Πρωὶ πρωὶ καθὼς ἔβγαινα ἀπὸ τὸ σπίτι μου,
εἶδα τὸ ἀγγελτήριο τοῦ θανάτου μου.
«Τὸν ἀγαπημένο μας φίλο...» ἔγραφε.
Ὥστε λοιπὸν δὲν εἶχα συγγενεῖς.
Πῆρα γρήγορα ἕνα ταξὶ κι ἀνέβηκα στὴν Κηφισιά.
Σ᾿ ὅλο τὸν δρόμο ὑπῆρχαν τεράστια πανὼ ποὺ
γράφαν:
«ΠΕΣΑΝ ΤΑ ΦΡΑΓΜΑΤΑ», «ΠΕΣΑΝ ΤΑ ΦΡΑΓΜΑΤΑ».
Στὴν Κηφισιὰ εἶχα ραντεβοὺ μὲ τὸν Διάβολο.
Καθόταν σ᾿ ἕνα καφενεῖο καὶ μὲ μία μαύρη βούρτσα
βούρτσιζε τὰ ροῦχα του.
-Ἐντάξει, μοῦ εἶπε, εἶναι ὅλα κανονισμένα.
-Σᾶς ἐξασφαλίσαμε ἀκόμα καὶ νερό.
-Ἡσυχάστε
-Ἡσυχάστε
-Ἡσυχάστε
«Τὸν ἀγαπημένο μας φίλο...» ἔγραφε.
Ὥστε λοιπὸν δὲν εἶχα συγγενεῖς.
Πῆρα γρήγορα ἕνα ταξὶ κι ἀνέβηκα στὴν Κηφισιά.
Σ᾿ ὅλο τὸν δρόμο ὑπῆρχαν τεράστια πανὼ ποὺ
γράφαν:
«ΠΕΣΑΝ ΤΑ ΦΡΑΓΜΑΤΑ», «ΠΕΣΑΝ ΤΑ ΦΡΑΓΜΑΤΑ».
Στὴν Κηφισιὰ εἶχα ραντεβοὺ μὲ τὸν Διάβολο.
Καθόταν σ᾿ ἕνα καφενεῖο καὶ μὲ μία μαύρη βούρτσα
βούρτσιζε τὰ ροῦχα του.
-Ἐντάξει, μοῦ εἶπε, εἶναι ὅλα κανονισμένα.
-Σᾶς ἐξασφαλίσαμε ἀκόμα καὶ νερό.
-Ἡσυχάστε
-Ἡσυχάστε
-Ἡσυχάστε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου