Όσον αφορά την μη-βία: Είναι εγκληματικό να μαθαίνεις έναν άνθρωπο να μην υπερασπίζεται τον εαυτό του όταν είναι συνεχές θύμα σκληρών επιθέσεων»
Μάλκομ Χ
Μάλκομ Χ
Το κίνημα του Νέου Ανθρωπισμού πρεσβεύει ως βασικό του πυλώνα και στάση ζωής την μεθοδολογία της ενεργούς μη-βίας. Το στοιχείο αυτό τον διαφοροποιεί ριζικά από τον κλασσικό Ανθρωπισμό. Τι είναι όμως η ενεργή μη-βία και ποια είναι τα όρια άσκησής της;
Η ενεργή μη-βία
Η ενεργή μη-βία είναι μία στάση ζωής και πρακτική δράσης. Είναι ένας τρόπος «πολιτισμένης» αντιμετώπισης των άλλων και της κοινωνίας, που βασίζεται ιδίως στην αποδοκιμασία κάθε μορφής βίας στην καθημερινή ζωή και στην εξάλειψή της από την ρητορική, τη σκέψη, τον λόγο και τις πράξεις του ατόμου. Πολύ απλά, συνοψίζεται στην μη άσκηση (και μη ανταπόδοση) και στην μη ανοχή της βίας. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις προσωπικοτήτων που ενστερνίστηκαν την στάση αυτή ζωής ήταν ο Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ.
Δεν είναι παθητικότητα και αδράνεια, γι’αυτό άλλωστε αποκαλείται ενεργή. Στην ουσία δεν είναι μόνο άμυνα, αλλά και «καλοπροαίρετη» επίθεση. Τα μέσα άσκησής της είναι ποικίλα και πολλά, όπως οι καταγγελίες, η πολιτική ανυπακοή, οι ενημερωτικές καμπάνιες, οι απεργίες, οι διαμαρτυρίες. Ίσως το ισχυρότερο όπλο της να είναι και η δικαστική οδός, όπου κάποιος πολιτισμένα και νόμιμα, εντός ενός δικονομικού πλαισίου, διεκδικεί «το δίκιο» του.
Σε έναν κόσμο διαποτισμένο μέχρι το μεδούλι με βία, η υιοθέτηση ενός τρόπου ενεργούς μη βίαιης ζωής, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτείται προς τούτο παιδεία, εκπαίδευση και εξάσκηση του ατόμου σε πρακτικές μεθόδους μη βίας. Θεωρώ πως το βασικό προσόν μη βίας που θα πρέπει το άτομο να καλλιεργήσει είναι το «ακούειν» και η ικανότητα να συμμετέχει σε ουσιώδεις διαλόγους. Σίγουρα δεν είναι εύκολο να σε βρίζουν, να σε απειλούν, να σε χτυπούν, να σε εκβιάζουν και εσύ να απαντάς πολιτισμένα… Δεν είναι όμως και ακατόρθωτο!!
Η ενεργή μη βία δεν είναι ουτοπία, δεν είναι απλά μια θεωρητική ωραιοποιημένη στάση ζωής αλλά είναι η μόνη εν τοις πράγμασι ατομική, κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά που αρμόζει σε ένα έλλογο ον όπως ο άνθρωπος, που μπορεί να κάνει τον κόσμο μας δικαιότερο και να εξανθρωπίσει τη Γη! Ωστόσο, για να κατανοήσουμε την μη-βία ως στάση ζωής και τα όρια αυτής πρέπει πρώτα να προσδιορίσουμε έως πού φθάνουν τα εννοιολογικά όρια της βίας.
Η Βία
Είναι κοινή διαπίστωση πως το φαινόμενο της βίας υπήρξε ανέκαθεν από τις απαρχές του ανθρώπινου είδους. Όμως, το να δοθεί ένας ορισμός στην λέξη βία δεν είναι εύκολο. Κρίνεται σκόπιμο ωστόσο να γίνει μια συνοπτική και απλή οριοθέτηση του φαινομένου αυτού προκειμένου να διευκρινιστεί κατόπιν και η μη-βία.
Bία με απλά λόγια είναι η άσκηση φυσικής εξουσίασης σε ένα υποκείμενο/αντικείμενο ή ομάδα υποκειμένων με σκοπό την αναγκαστική επιβολή μιας έτερης βούλησης επί της ελεύθερης ύπαρξης και αυτοδιάθεσής του. Βία είναι κάθε συμπεριφορά ή συστηματική πολιτική συμπεριφοράς που χρησιμοποιείται για να εξαναγκάσει, να κυριαρχήσει ή να απομονώσει το υποκείμενο. Επομένως, η βία περιέχει στην έννοιά της το στοιχείο μιας δύναμης που ασκείται με πρόθεση, απροκάλυπτα και χωρίς περιστροφές ή τεχνάσματα, εις βάρος των άλλων.
Η βία υπό τη γενική της έννοια διακρίνεται σε βία κατά προσώπων-ανθρώπων και σε βία κατά πραγμάτων. Η σωματική βία αφορά, κατά την κρατούσα ποινική ερμηνεία, την άσκηση δύναμης που επενεργεί άμεσα ή έμμεσα στο ανθρώπινο σώμα του άλλου. Η άσκηση αυτής της δύναμης μπορεί να επιτευχθεί είτε με «απόλυτη» ακαταμάχητη, μηχανιστική βία, δηλ. με πλήρη εξουδετέρωση της θέλησης του άλλου (vis absoluta - π.χ. σπρώχνω κάποιον να πέσει επάνω σ’ έναν περαστικό και να τον τραυματίσει), είτε και με «εξαναγκάζουσα βία» που τείνει δηλ. να εξωθήσει τη θέληση του άλλου σε ορισμένη διαγωγή.
Περαιτέρω, η βία έχει κι άλλες μορφές κι εκφάνσεις. Υπάρχει Πολιτική βία, Σεξουαλική βία, Θρησκευτική βία, Ψυχολογική βία, Φυλετική βία, Οικονομική βία κλπ. Οι μορφές αυτές στην εποχή μας ίσως είναι πιο «επικίνδυνες» από την απλή φυσική βία, διότι είναι πολλές φορές νόμιμες, αόρατες, αθόρυβες και δυσκολότερο να αντιμετωπισθούν. Δυστυχώς η βία αποτελεί σήμερα μία από τις γλώσσες της εποχής μας. Έχει ήδη εγκατασταθεί ακόμα και στις σχέσεις των πιο τίμιων ανθρώπων, τείνοντας πλέον να γίνει μέσο αναψυχής, ξεπερνώντας κατά πολύ την κοινωνική της αναγκαιότητα.
Συνοπτικά η ποινική αντιμετώπιση της βίας
Σύμφωνα με την θεωρία της πολιτικής επιστήμης, την νομιμοποιημένη εξουσία άσκησης φυσικής βίας την έχει το Κράτος. Οι άνθρωποι από την στιγμή που επέλεξαν να οργανωθούν σε κοινωνίες μεταβίβασαν την δύναμη αυτή στο Κράτος. Συνεπώς, στις κοινωνίες του 21ου αιώνα, το Κράτος είναι το μοναδικό υποκείμενο που δύναται να ασκεί ΝΟΜΙΜΑ βία.
Αντίθετα, οι πολίτες μπορούν ν’ ασκούν βία μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. για να αποκρούσουν διατάραξη ή απειλούμενη αποβολή τους από τη νομή που έχουν σ’ ένα πράγμα (ά. 985 ΑΚ και ά. 20 ΠΚ1 ) ή για να υπερασπισθούν τον εαυτό τους ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση εναντίον τους (ά. 22 ΠΚ: άμυνα). Επίσης επιτρέπεται η διεξαγωγή αθλητικών αγώνων με βίαια αθλήματα, όπως η πυγμαχία.
Σε όλες όμως αυτές τις περιπτώσεις, η ασκούμενη βία πρέπει να τηρηθεί μέσα στα όρια του νόμου, των εθιμικών κανόνων και των αρχών της αναγκαιότητας και αναλογίας, διότι διαφορετικά υπερβαίνοντας τα όρια της άμυνας καθίσταται αξιόποινη. (βλ. Νέστορας Ε. Κουράκης, Περί Βίας)
Στον Ποινικό Κώδικα και τις σύγχρονες κοινωνίες η βία αντιμετωπίζεται κατά βάση αρνητικά κοινωνίες και η χρήση της κατά κανόνα απαγορεύεται. Επιτρέπεται συνήθως σε εξαιρετικές έκτακτες περιπτώσεις (πχ. Πόλεμος, σύλληψη κλπ.)
Είναι φανερό ότι με τις ποινικοποιήσεις αυτές ο νομοθέτης αποβλέπει, όπως επισημάνθηκε πιο πάνω, όχι μόνο να περιορίσει τις αποσταθεροποιητικές για την κοινωνική τάξη εκδηλώσεις βίας μεταξύ πολιτών, αλλ’ επιπλέον (και κυρίως) να προστατεύσει από τέτοιες εκδηλώσεις το έννομο αγαθό της προσωπικής ελευθερίας του πολίτη.
Υπάρχει έτσι στον Ελληνικό Ποινικό Κώδικα ένα ολόκληρο πλέγμα διατάξεων, που ως κοινό χαρακτηριστικό τους έχουν την ποινική τιμώρηση πράξεων που εμπεριέχουν στην ειδική τους υπόσταση τα στοιχεία της βίας και του εξαναγκασμού π.χ. η εσχάτη προδοσία (ά. 134 ΠΚ), τα βασανιστήρια (ά. 137Α ΠΚ), η βία κατά πολιτικού σώματος ή της Κυβέρνησης (ά. 157 ΠΚ), η βία κατά εκλογέων (ά. 161 ΠΚ), η αντίσταση (ά. 167§1 ΠΚ), η στάση κρατουμένων (ά. 174§1 ΠΚ), η αρπαγή (ά. 322 ΠΚ), η παράνομη βία (ά. 330 ΠΚ), ο εξαναγκασμός σε παύση εργασίας (ά. 332 ΠΚ), ο βιασμός (ά. 336 ΠΚ), η ληστεία (ά. 380 ΠΚ), η εκβίαση (ά. 385 ΠΚ), η παρακώλυση συναγωνισμού (ά. 396 ΠΚ), κ.ά.
Στις ρυθμίσεις αυτές η βία τιμωρείται ως μέσον που τείνει σε κάποιο σκοπό, σε κάποιο αποτέλεσμα και δη στην υπερνίκηση μιας προβαλλόμενης ή αναμενόμενης αντίστασης του άλλου και στον συνακόλουθο εξαναγκασμό του άλλου σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή.
Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, υπάρχουν και μορφές βίας που δεν έχουν ποινικοποιηθεί και είναι πολύ χειρότερες από τις ήδη ποινικοποιημένες, όπως είναι η ψυχολογική βία, η οικονομική βία κλπ. Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα είναι το φαινόμενο του bulling, το οποίο ήταν γνωστό, υπαρκτό και σύνηθες φαινόμενο βίας στα ελληνικά σχολεία, αλλά παρ’όλα αυτά δεν είχε ποινικοποιηθεί ώσπου να δοθεί προς τούτο η αφορμή, με την υπόθεση Γιακουμάκη και να λάβει πλέον πλημμεληματικό χαρακτήρα.
Από τα ανωτέρω, συνάγεται πως, σίγουρα το ποινικό μας σύστημα, όπως και τα ποινικά συστήματα άλλων κρατών, σαφώς και περιέχουν προβλέψεις για την προστασία του ατόμου. Λαμβανομένης υπόψη όμως της ποικιλίας της τυπολογίας των μορφών της, γίνεται κατανοητό ότι τελικά το ποια βία είναι νόμιμη και θεμιτή είναι πολύ σχετικό. Αυτό κρίνεται κάθε φορά ανάλογα με το ποινικό σύστημα που εφαρμόζεται και τα κρατούντα κοινωνικά ήθη. Ωστόσο οι προβλέψεις αυτές, χωρίς την καλλιέργεια του ατόμου στις μεθόδους της μη βίας, δεν είναι επαρκείς για την προστασία του από τον καθημερινό κατακλυσμό του από την βίαιη πραγματικότητα.
Ενεργή μη βία και άμυνα
Στον ελληνικό ποινικό κώδικα η άμυνα προβλέπεται ως λόγος άρσης του άδικου χαρακτήρα μιας πράξης. Ειδικότερα ορίζεται ότι:
1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας.
2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.
3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.
2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.
3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.
Με απλά λόγια, για να κριθεί ότι κάποιος βρίσκεται σε άμυνα κι εκ τούτου η πράξη του δεν είναι άδικη, πρέπει να γίνει μία σύγκριση δύο αγαθών: Του αγαθού που προσβάλλεται από τον επιτιθέμενο (π.χ. ζωή) και του αγαθού που προσβάλλει ο αμυνόμενος (π.χ. σωματική ακεραιότητα). Λόγου χάρη, κάποιος προσπαθεί να σκοτώσει κάποιον κι εκείνος στην προσπάθειά του να προστατευθεί του προκαλεί σωματικές βλάβες. Άμυνα λοιπόν, έχουμε όταν το αγαθό που προσβάλει ο αμυνόμενος είναι μικρότερης απαξίας από αυτό που απειλείται.
Συνεπώς, μπορούμε να πούμε ότι η ενεργή μη-βία ΔΕΝ είναι άμυνα. Σίγουρα μοιάζουν ως προς το γεγονός ότι και οι δύο αποτελούν μορφές αντίδρασης κατά μίας άδικης και παρούσας επίθεσης. Όμως, δεν ταυτίζονται διότι στην άμυνα, όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, συγχωρείται η άσκηση βίας για την προάσπιση ενός αγαθού, ενώ στην ενεργή μη βία όχι!
Για να γίνει κατανοητή η διάκριση παθητικότητας, άμυνας και ενεργούς μη-βίας θα σας δώσω το εξής παράδειγμα: Έστω κάποιος επιχειρεί να πυροβολήσει κάποιον άλλο.
Για να γίνει κατανοητή η διάκριση παθητικότητας, άμυνας και ενεργούς μη-βίας θα σας δώσω το εξής παράδειγμα: Έστω κάποιος επιχειρεί να πυροβολήσει κάποιον άλλο.
Εάν το θύμα δεν κάνει τίποτα και δεχτεί την σφαίρα, τότε πρόκειται για παθητικότητα.
Εάν το θύμα για να γλιτώσει, προλάβει να χτυπήσει τον επιτιθέμενο, τότε βρίσκεται σε άμυνα.
Εάν το θύμα τοποθετήσει μία αλεξίσφαιρη ασπίδα, χωρίς όμως να ανταποδώσει, τότε εφαρμόζει την μη-βία.
Εάν το θύμα για να γλιτώσει, προλάβει να χτυπήσει τον επιτιθέμενο, τότε βρίσκεται σε άμυνα.
Εάν το θύμα τοποθετήσει μία αλεξίσφαιρη ασπίδα, χωρίς όμως να ανταποδώσει, τότε εφαρμόζει την μη-βία.
Τα όρια της βίας και της μη-βίας είναι πολύ λεπτά. Σε κάθε περίπτωση τίθεται ένα μεγάλο κρίσιμο ηθικό ερώτημα. Εάν το θύμα απειλείται, δεν έχει άλλη επιλογή και δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να αποκρούσει την άδικη επίθεση, τι μπορεί να κάνει; Πώς μπορεί να αντιδράσει σύμφωνα με την ανωτέρω αρχή; Είναι αναγκασμένος να ασκήσει βία;
Η άποψή μου είναι πως τότε –και μόνο τότε- αυτή την ύστατη στιγμή τα όρια της ενεργούς μη βίας συμπίπτουν με αυτά της νόμιμης άμυνας και συνεπώς είναι αποδεκτή η άσκηση της προσήκουσας εκείνης βίας που θα αποτρέψει την άδικη και παρούσα επίθεση. Σε κάθε άλλη περίπτωση, ακόμα και η ελάχιστη, έστω και λεκτική, μορφή βίας δέον όπως είναι κατακριτέα.
Η ενεργή μη βία ως επίθεση
Σε αντιδιαστολή με τα ανωτέρω, η ενεργή μη-βία, εκτός από αντίδραση σε μία άδικη και παρούσα επίθεση, μπορεί να λάβει και τον χαρακτήρα μίας αμιγώς επιθετικής πράξης! Εκτός από ενεργή, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, ίσως λίγο πιο αδόκιμα, και ως επιθετική μη-βία. Οι καταγγελίες, η πολιτική ανυπακοή, οι ενημερωτικές καμπάνιες, οι απεργίες, οι διαμαρτυρίες όλες ενέχουν μία δόση επίθεσης. Το υποκείμενο της ενεργούς μη-βίας, με απλά λόγια, δεν κάθεται «με τα χέρια σταυρωμένα», αλλά αναλαμβάνει δράση προκειμένου να αποτρέψει μία άδικη κατάσταση. Όλες αυτές οι μορφές δράσης ενέχουν ιδίως τον χαρακτήρα της ανυπακοής, ενώ απ’την άλλη, ουδέποτε το υποκείμενο της ενεργούς μη-βίας θα επιβάλλει την βούλησή του διά της βίας. Η ειδοποιός διαφορά με την βία είναι πώς σε καμία περίπτωση, η θετική αυτή δράση και επίθεση δεν προσβάλλει την υπόσταση του άλλου και δεν ξεφεύγει από την σφαίρα επιρροής του υποκειμένου της.
Επίλογος
Στην καθημερινότητά μας δίνουμε περισσότερη σημασία στην φυσική βία που μας περιβάλλει, ενώ μας είναι δύσκολο να διακρίνουμε τις υπόλοιπες, πιο «ύπουλες» μορφές βίας, όπως η οικονομική και η ψυχολογική. Έτσι καταλήγουμε να αφήνουμε την βία να γλιστράει μέσα στην σκέψη μας, στον λόγο μας, στις πράξεις μας, στα συναισθήματά μας, στα ήθη μας μολύνοντας αθόρυβα την κοινωνία και τους μηχανισμούς των δημοκρατικών θεσμών στους οποίους είμαστε προσηλωμένοι. Καταλήγουμε να γινόμαστε φανατικοί, χούλιγκανς, ρατσιστές, εθνικιστές, μισάνθρωποι. Αναπόφευκτα τοποθετείται «Another brick in the wall», γεννιούνται διακρίσεις και υψώνονται τείχη μεταξύ των ανθρώπων.
Η σταδιακή προσφυγή των έντιμων ανθρώπων στον καταναγκασμό και την έλλειψη ανεκτικότητας οδηγεί στην πένθιμη κωδωνοκρουσία της Δημοκρατίας. Σκοτώνει όπως ο θάνατος, καταστρέφει όπως ο πόλεμος, πνίγει ξεσπιτωμένα ανήλικα προσφυγόπουλα όπως η θάλασσα. Και έχει όνομα: Φασισμός και ολοκληρωτισμός.
Όπως πολύ χαρακτηριστικά αναφέρει ο συγγραφέας Jacques Leaute «Το ζήτημα είναι τελικά να δούμε εάν η κοινωνία μας μπορεί ή όχι να συμβάλει στην επίσπευση μίας μεταβολής, εφαρμόζοντας μία πολιτική που θα συνίσταται στην αναζήτηση ορίων στην παραγωγή του τοξικού υποπροϊόντος που είναι η βία, επενεργώντας πάνω στους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες που το δημιουργούν. Η πολιτική της αντι-βίας, που στρέφεται ενάντια στις βαθύτερες αιτίες της βίας μας, είναι εκείνη που πρέπει να υιοθετηθεί».
Σύμφωνα με τον Αργεντινό συγγραφέα Mario Rodriquez Cobos (Silo) ο «Άνθρωπος» δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια προοπτική μετατροπής του κόσμου μέσω της συνείδησης. Συνείδηση είναι η διενέργεια σκοπούμενων πράξεων, μια δραστηριότητα πρόθεσης με σκοπό την ερμηνεία και την αλλαγή του κόσμου και του εαυτού μας. Συνεπώς, ο κόσμος μας θα είναι πιο ανθρώπινος, όταν τα υποκείμενά του δρουν ποιο συνειδητά. Η ενεργή μη-βία, λοιπόν, δεν είναι απλά ένας ακτιβιστικός τρόπος ζωής, αλλά μια συνειδητοποιημένη πολιτική στάση του ατόμου, που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο!
http://tvxs.gr/news/ellada/i-poiniki-oriothetisi-tis-energoys-mi-bias
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου