Παλιά είχα την εξωφρενική συνήθεια να τοποθετώ τα βιβλία στα ράφια κατά εκδοτικό οίκο. Η αρχειοθέτηση, κατά είδος πρώτα και στη συνέχεια κατά συγγραφέα είχε πέσει θύμα της υψηλής αισθητικής. Και ήταν όντως πιο ωραία έτσι: βιβλία του ιδίου ύψους, με ράχες ομοιόμορφες, που είχαν αρμονικές αποχρώσεις, βρισκόταν εν σειρά στα ράφια. Το είχα συνηθίσει αυτό, το έξω από κάθε λογική σύστημα και μπορούσα άνετα να βρω αν πάσα στιγμή το βιβλίο που έψαχνα. Ακόμα και βιβλία συγγραφέων που είχαν μετοικίσει πολλές φορές από τον ένα εκδοτικό οίκο σε άλλους.
Μετά από μετακόμιση κι ενώ ακόμα τα βιβλία ήταν σε κούτες αποφάσισα να σοβαρευτώ. Βγάζοντάς τα, άρχισα πρώτα να τα ξεχωρίζω κατά είδος σε στοίβες. Ιστορία, λογοτεχνία, ποίηση, τέχνη. Καθώς ψήλωναν οι στοίβες, κατάλαβα ότι έπρεπε να προχωρήσω και σε άλλες διακρίσεις. Έτσι η λογοτεχνία χωρίστηκε σε ελληνική και ξένη. Η ξένη στη συνέχεια, χωρίστηκε σε ευρωπαϊκή -οι μεγάλοι Ρώσοι μπήκαν στη δική τους στοίβα- σε ισπανόφωνη -με Μάρκες και Γιόσα να διεκδικούν την μερίδα του λέοντος σε μήκος ραφιών- και σε αμερικάνικη. Μετά, η τέχνη διαχωρίστηκε σε θέατρο, ζωγραφική, κινηματογράφο, θέατρο, φωτογραφία. Πήρε αρκετές μέρες αυτή η διαδικασία, ήταν εξαιρετικά κουραστική αλλά τελικά τα κατάφερα.
Μόνο μια σειρά από μικρά βιβλιαράκια ακολούθησε το παλιό σύστημα “αρχειοθέτησης”. Ήταν της Εστίας, από τη “Σειρά εκλεκτών έργων της νεοελληνικής λογοτεχνίας” που δημιούργησε οΚωνσταντίνος Σαραντόπουλος και συγκέντρωσε στους μικρούς τόμους της την περίφημη γενιά του `30. Τα βιβλία αυτά τοποθετήθηκαν μαζί αναγκαστικά γιατί στην καινούρια βιβλιοθήκη που μόλις είχα αποκτήσει, υπήρχε ένα χαμηλό σε ύψος και μικρό σε έκταση ράφι που τα έπαιρνε μια χαρά.
Από χθες που έμαθα ότι το βιβλιοπωλείο της Εστίας έκλεισε μετά από 128 συνεχή έτη λειτουργίας, παρ` όλο που και σε άλλα ράφια υπάρχουν σκόρπια βιβλία της Εστίας, το μάτι μου συνέχεια πάει σε αυτό το ράφι. Σήμερα έβγαλα τη φωτογραφία και στρώθηκα να ετοιμάσω ποστ. Θα έγραφα τα αυτονόητα: για τα βιβλιοπωλεία που κλείνουν ενώ την ίδια στιγμή πολλαπλασιάζονται με ρυθμούς αμοιβάδας τα ενεχυροδανειστήρια. Για το κενό που θα αφήσει αυτό το λουκέτο, για τους υπαλλήλους του εκδοτικού οίκου που προστίθενται στην ατέλειωτη στρατιά των ανέργων. Ίσως μάλιστα να έφτανα στο ακραίο σημείο να γράψω διάφορα λαϊκίστικα όπως: “τη στιγμή που διασώζονται πάση θυσία τράπεζες, ιστορικοί εκδοτικοί οίκοι αφήνονται να σβήσουν στη δύνη της κρίσης.”
Αν τελικά δεν το έκανα ήταν γιατί τελευταία στιγμή έπεσε το μάτι μου σε μια άλλη, σημερινή είδηση που έλεγε: “Σοκαρισμένοι από το θέαμα ακόμα και οι αστυνομικοί της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ηλείας που βρήκαν έναν 22χρονο δεμένο με αλυσίδα από το πόδι, σε μεταλλικό πάσσαλο θερμοκηπίου, για να μην το σκάσει. Η επιχείρηση των αστυνομικών εκτυλίχθηκε το απόγευμα του Σαββάτου, όταν ενημερώθηκαν οι Αρχές από ομοεθνείς 22χρονου Μπαγκλαντέζου πως κρατείται όμηρος σε θερμοκήπιο..."*
Μετά και από αυτή την είδηση, με ασήκωτη την αλυσίδα στο πόδι του ανέστιου και πένητος τάλανος δίπλα και πάνω από το βαρύ λουκέτο στην πόρτα της Εστίας, το μόνο που μπορούσα να κάνω, ήταν να δημοσιεύσω βιαστικά, σχεδόν διεκπεραιωτικά το ποστ και να αρχίσω να γυρίζω τα ρολόγια. Όχι μια ώρα πίσω, στη θερινή, μα σε ώρα μεσαίωνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου