Για την ενότητα της Αριστεράς...Για μια πολυκεντρική Αριστερά...Για την ενότητα στη βάση

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

«Πράσινη» αριστερά και ριζοσπαστική οικολογία ή ληγμένα «καρπούζια»; του Θ.Παπακωνσταντίνου



Για άλλη μια φορά δεν είναι λίγοι, απ' όλους όσοι γράφουν στις εσωκομματικές «λίστες», εκείνοι που θέτουν το ζήτημα ότι ένας σύγχρονος «πράσινος» φορέας δεν μπορεί παρά να είναι «πράσινη αριστερά» ή «ριζοσπαστική οικολογία» και στην ουσία και στην ούγια. Ας δούμε κατ' αρχήν αυτούς τους δυο όρους από ετυμολογική και γλωσσολογική σκοπιά.

Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε να κάνουμε με το ουσιαστικό αριστερά και τον επιθετικό του προσδιορισμό, «πράσινη», ο οποίος φιλοδοξεί να προσδιορίσει περί ποίας αριστεράς πρόκειται. Στην καλύτερη των περιπτώσεων πρόκειται για ένα τύπο αριστεράς που δείχνει ευαισθησία στα ζητήματα περιβάλλοντος ή προσπαθεί να ανοίξει την οπτική της σε μια κατεύθυνση η οποία δεν υπήρχε στο πολιτικό DNA της. Ευνόητο είναι ότι τα πάντα μπορούν να μετεξελιχθούν -και η ίδια, στο βαθμό που φυσικά μπορεί να υπάρξει, χρειάζεται να αναμετρηθεί με καταβολές αλλά και στερεότυπα της.

Μια από τις βασικές καταβολές της είναι το «όλα για τον άνθρωπο». Δάνειο από τον καρτεσιανό ρασιοναλισμό -ο άνθρωπος κυρίαρχος της φύσης- που μπόλιασε όλα τα πολιτικά ρεύματα, από τηναναγέννηση ως σήμερα. Η δεύτερη είναι ο καθολικός ντετερμινισμός της, αυτό που αποτυπώθηκε στο στίχο «έτσι κι αλλιώς, η Γη θα γίνει κόκκινη» (προφανώς δεν εννοεί με αυτό την υπερθέρμανση του πλανήτη!) Σύμφωνα μ' αυτόν, όλες οι ενδιάμεσες κατακτήσεις θα οδηγήσουν στην αναπόφευκτη κατάρρευση του καπιταλισμού, η οποία θα σημειωθεί με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, που δεν φαίνεται να τη «σηκώνει» στο έπακρον το υφιστάμενο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, το οποίο στο μεταξύ μετεξελισσόταν, σε σημείο που σήμερα πλέον να μιλάμε για πολλούς καπιταλισμούς, οι οποίοι έχουν μεταξύ τους περισσότερες διαφορές από ομοιότητες.

Οι διαψεύσεις στα απλοϊκά, όπως φαίνεται σήμερα, αξιώματα της μαρξιστικής θεωρίας, οδήγησε αμέσως μετά το σχηματισμό της Σοβιετικής Ένωσης στη διάσπαση του αριστερού κινήματος, με τη λεγόμενη «δεύτερη διεθνή». Από τη μια πλευρά εφευρέθηκε η θεωρία του «αδύναμου κρίκου», προκειμένου να δικαιολογήσει τα δρώμενα σε μια από τις πλέον υπανάπτυκτες περιοχές. Από την άλλη η «προσαρμοστικότητα» που έδειξε στις συγκυρίες η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή, την οδήγησε σε διαφορετικές ανά χώρα αλληλοαναιρούμενες παραδοχές, με αποτέλεσμα την τελευταία τουλάχιστον εικοσιπενταετία να βιώνει μια τεράστια κρίση.

Αλλά και η κομμουνιστική εκδοχή πέρασε σειρά κρίσεων, που την οδήγησαν σε πλήρη σχεδόν πολιτική ανυπαρξία στη δυτική Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα κάθε άλλο παρά άσχετη αποδείχτηκε τόσο με την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», όσο και με τη «μετάλλαξη» της σημερινής Κίνας. Ταυτόχρονα η ολόσωστη επισήμανση της για την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο, βρήκε άλλες πιθανότατα πιο ακραίες μορφές στον ευρωπαϊκό τουλάχιστον χώρο πραγμάτωσης με τη δημιουργία νομενκλατούρας, γραφειοκρατιών και επιεικώς αυταρχικών εξουσιών. Οι ανισότητες έτσι εκτοξεύθηκαν κατά περίσταση και τη φορά αυτή δεν είχαν μοχλό καθ' αυτό το κεφάλαιο.

Πολλά ακόμα θα μπορούσαμε να πούμε για την ιστορική διαδρομή της αριστεράς, αλλά δεν είναι της παρούσας.

Περνάμε έτσι άμεσα στη δεύτερη φράση του τίτλου, αυτή της «ριζοσπαστικής οικολογίας». Σημειολογικά είναι δάνειο -και μιμείται τον αντίστοιχο όρο «ριζοσπαστική αριστερά». Παράλληλα όμως αποτελεί έναν γλωσσικό βαρβαρισμό. Ο επιθετικός προσδιορισμός «ριζοσπαστική» σημαίνει ότι σπάω (διαλύω) τις ρίζες αυτού που προσδιορίζει, εν προκειμένω στη φράση της οικολογίας. Και δεν μου προκύπτει -για να μην τους αδικήσω- ότι κάτι ανάλογο εννοούν οι συντάκτες του όρου.

Με λίγη προσπάθεια, θα μπορούσε κάπου στο βάθος να υπονοηθεί ότι το «ριζοσπαστικό» αναφέρεται σε κάτι κακό, π.χ. τον καπιταλισμό, που όμως δεν επιγράφεται. Αλλά πέρα από τον καπιταλισμό, έλεγε το παλιό σλόγκαν, υπάρχει και η ...αγάπη!

'Αλλωστε, αν θέλει κάποιος να «πολεμήσει» εδώ και τώρα τον καπιταλισμό, υπάρχουν σαφώς πιο εξειδικευμένα μαγαζιά για την παροχή αντίστοιχου βουλητισμού. Όλα αυτά τα γνωρίζει ο Λοβέρδος, ο πιο πρόσφατος ριζοσπάστης σ' αυτή χώρα -και είναι πολύ πιο προσεκτικός στην επιγραφή τηςπολιτικής του κίνησης.

Στον τίτλο περιέχεται και η έννοια «καρπούζι». Πρόκειται για την πολιτική προσομοίωση με την όψη του φρούτου, που απ' έξω είναι πράσινο κι από μέσα κόκκινο. Η θεωρία του καρπουζιού χρησιμοποιήθηκε διεθνώς στο φλερτ που έκαναν κατά καιρούς σε διάφορες χώρες οι σοσιαλδημοκράτες στους «πράσινους», παίζοντας με τα χρώματα των συμβόλων τους. Στην Ελλάδα, με το «ιδιόμορφο» χρώμα του ΠΑΣΟΚ, η αριστερή πτέρυγα του (ΧαραλαμπίδηςΚηπουρός,Παναγιωτακόπουλος, ο Παπουτσής όταν ήταν πρόεδρος στην ΕΦΕΕ, μέχρι κι ο Πάντζας την εποχή που έσφυζε από επαναστατικότητα) διαλαλούσε ότι στο βάθος είναι «κόκκινη» και μόνο κατ' επίφαση «πράσινη». Υπάρχουν βέβαια και τα μαύρα σπόρια που περικλείονται στο εσωτερικό του, αλλά γι' αυτά οι αναφορές ποικίλουν.

Η πολιτική οικολογία ως μεταπολιτικό φαινόμενο

Πολλοί παραβλέπουν ότι η γέννηση της πολιτικής οικολογίας προήλθε από την αποτύπωση της πολιτικής κρίσης που έφεραν στην επιφάνεια κοινωνικά και πολιτισμικά κινήματα των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών (κυρίως τα λεγόμενα «sixties»), με αποκορύφωμα τον γαλλικό Μάη. Οι βασικοί συμμέτοχοι τους είχαν είτε αριστερή καταγωγή, είτε (οι νεότεροι που αποτελούσαν και το συντριπτικό μέρος) αριστερή έκφραση. Στη δυναμική των γεγονότων και στις εξελίξεις που πυροδότησαν, πολλές καταστάσεις και συνειδήσεις πήραν άλλη μορφή και ουσία. Όπως περίπου το περιέγραψε ο Ντεριντά (Derrida) στις αρχές του 1969: «στο γαλλικό Μάη μπήκαμε ως αριστεροί και στη πορεία μεταμορφωθήκαμε σε κάτι διαφορετικό, που είναι αδύνατο να προσδιοριστεί αυτή τη στιγμή».

Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον Γκορζ (Gorz), που από τον αριστερό συγγραφέα του 1964, έγινε ο εμπνευστής των θεμελίων της πολιτικής οικολογίας στο κυριότερο έργο του που σαφέστερο τίτλο δεν μπορούσε να έχει. Πρόκειται για το βιβλίο του «αποχαιρετισμός στο προλεταριάτο». Ο Γκορζ δεν ήταν πιο πολιτικός από τον προπολεμικό Λόρενς (Lorenz) που ειδικά στην «επιθετικότητα» δείχνει τεράστια πολιτική οξυδέρκεια. Απλώς η εποχή, τα κοινωνικά δρώμενα και οι πεποιθήσεις ήταν σε προγενέστερη φάση. Για την ακρίβεια, η δεξιά και η αριστερά ανήκαν τότε σ' άλλες ηπείρους -και η μετωπική αντιπαράθεση μεταξύ τους δέσποζε.

Μερικές δεκαετίες αργότερα, το όλο σκηνικό ήταν εντελώς διαφορετικό. Είχε μεσολαβήσει ο Β' παγκόσμιος πόλεμος και είχε επικρατήσει η ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα. Παράλληλα όμως το «ανατολικό μπλοκ» είχε αφήσει το στίγμα του, ο υπερκαταναλωτισμός άφηνε σημάδια και η υποβάθμιση περιβάλλοντος και συντελεστών δημόσιας υγείας και η εξάντληση φυσικών πόρων γινόταν ορατή. Οι νέοι, οι γυναίκες, οι καταπιεσμένες μειονότητες διεκδικούσαν ρόλο και λόγο στις εξελίξεις και στα δρώμενα.

Αριστερά και δεξιά συνέχισαν να βλέπουν τα δρώμενα με τις παλιές τους οπτικές, σαν δυο διαφορετικά στρατόπεδα και με τις σκοπιμότητες που δημιουργεί αυτή η στάση. Και λίγο πολύ ό,τι καινούργιο εμφανιζόταν το αντιμετώπιζαν ως «πρόβλημα» -και είτε προσπαθούσαν να το κρύψουν κάτω από το χαλί, είτε εμφάνιζαν εχθρότητα απέναντι του. Λίγο πολύ είχαν συνομολογήσει στον τρόπο της εξέλιξης και απλώς διαφωνούσαν στα υποκείμενα και στους αντικειμενικούς στόχους τους. Είχαν με λίγα λόγια βολευτεί πολιτικά με τη συνήθη αντιπαλότητα τους.

Πιο εχθρική στο καινούργιο εμφανιζόταν από θέση ισχύος στη δύση η δεξιά και στην ανατολή η αριστερά. Αλλά και οι δυο γνώριζαν ότι η κεκτημένη αντιπαλότητα από τις συνθήκες πρότερων εποχών, τις αναπαρήγαγε πολιτικά, άσχετα αν οι διαφορές του κάποτε έδειχναν όλο και πιο ξεθωριασμένες σε κάποια στρώματα των κοινωνιών. Έτσι δημιουργήθηκε μια κρίσιμη τουλάχιστον μάζα ανθρώπων που φαίνονταν αμέτοχοι στα κοινά και που με παλιότερη ορολογία καταγραφόταν ως «απολιτική». Μια μάζα σίγουρα αντισυμβατική πολιτικά, αλλά ως μάζα κάθε άλλο παρά ομοιογενής, στο αξιακό επίπεδο, στη γενικότερη κουλτούρα και στις επιδιώξεις.

Στη νέα πραγματικότητα, καινούργια ρεύματα στην αριστερά πρώτα -και στη δεξιά μια δεκαετία αργότερα- άρχισαν να καταγράφονται. Σε κάποια απ' αυτά υπήρξαν όντως νεωτερισμοί στην αρχική φάση, που λίγο πολύ συμμαζεύτηκαν, όσο ο ομφάλιος λώρος από τη γενεσιουργό τους μήτρα δεν αποκόπηκε.
  • Στην αριστερά ξεχώρισε από τη μια το «αυτοδιαχειριστικό» σκέλος και από την άλλη μια σχετικά νεοκεϊνσιανή προσέγγιση της οικονομίας.
  • Στη δεξιά μετατοπίστηκε κατά τι το βάρος από τη λαϊκή δεξιά στη φιλελεύθερη, με βασική έμφαση στην «ελεύθερη αγορά», τους λιγότερους φόρους κ.λπ, μετατόπιση που όπου (όχι παντού) εκφράστηκε με σχετική ειλικρίνεια και συνέπεια έδειχνε και μια αποβολή της παραδοσιακής φοβικότητας της (συντηρητισμός) και μια λιγότερη ανοχή στην υπόθαλψη αυταρχισμών του παρελθόντος.
Οι «πράσινοι», έχοντας την οικολογία ως πρίσμα μέσα από το οποίο αντικρίζουν τα κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά ζητήματα (Γκορζ), εισήγαγαν μια άλλη οπτική, που κινείτο σε άλλη (ασύμπτωτη) τροχιά από τις παραδοσιακές πολιτικές. Αλλού το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο, αλλού πιο συγκεχυμένο. Η συμβολή τους στις κεντρικές πολιτικές εξελίξεις αντικατοπτρίζεται βασικά σ' αυτό που διατύπωσε ο Λάμπερτς (Lamberts) πρόσφατα στην Αθήνα. Για την ώρα, παραφράζοντας τα ελαφρά, συμμετέχουν στο «europa league» και όχι στο «champions' league», είτε ως κυβερνητικός εταίρος, είτε απλά στην αντιπολίτευση, ενώ σε κάποιες χώρες έχουν μηδαμινή επιρροή.

Ως καινούργια οπτική αντιμετωπίστηκαν για χρόνια τόσο από πολιτικούς αντιπάλους όσο και από σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης με δυσπιστία τουλάχιστον («γραφικοί», «ρομαντικοί», «εχθροί της εξέλιξης» κ.λπ). Αλλά για να γίνει πειστική και αξιόπιστη χρειάζεται να δώσει βάθος σε επεξεργασίες, αναζήτηση, πολιτικό σχεδιασμό, αιχμές του πολιτικού προφίλ. Και παράλληλα να ξεχωρίσει τι δανείζεται από προγενέστερες. Σίγουρα κάθε τι το καινούργιο δεν «αποτυπώνεται» σε άγραφο χαρτί. Για τα ανθρώπινα δικαιώματα π.χ. πληθώρα τεκμηριωμένων αναφορών και από αριστερούς και από κλασικούς φιλελεύθερους και αναρχικούς μπορεί να βρει εύκολα ο οποιοσδήποτε.

Και στην οικονομία και στον πολιτισμό φυσικά, κάθε άλλο παρά όλα (και από παντού) για πέταμα είναι. Το ζήτημα είναι να τα ιεραρχήσεις διαφορετικά και ταυτόχρονα να εμβαθύνεις στο δικό σου πρόταγμα. Ένα πρόταγμα σε τελική ανάλυση διαφορετικό των υπολοίπων: αυτό που υπακούει στη διαγενεακή βιωσιμότητα και δικαιοσύνη και την αειφορία. Το «όλα για την κοινωνία» της αριστεράς μετατρέπεται στη συνάρτηση με τη φύση (και σε εξάρτηση με τη φέρουσα ικανότητα της). Η «ανάπτυξη», σύμφωνα με τις καλύτερες εκδοχές των παραδοσιακών πόλων, υφίσταται μόνο σε «φέτες» της οικονομίας και όχι στο σύνολο της, πάντα υπό προϋποθέσεις.

Παράλληλα πρέπει να απογαλακτιστεί και από τη φοβικότητα στο καινούργιο, σύνδρομο όλων των παραδοσιακών και όχι μόνο σχηματισμών. Η (μετα) πολιτική οικολογία θα παίξει στο «champions' league» των εξελίξεων, όταν οι αναπόφευκτες «κόκκινες γραμμές» του καινούργιου θα είναι λιγότερες από τις «πράσινες». Όταν δηλαδή επιβάλλει (με την καλή έννοια του όρου) τα μεγάλα «ναι» της. Και τα «ναι» της είναι στρατηγικά και όχι τακτικά, όπως η επιλογή μιας π.χ. κυβερνητικής συνεργασίας ή μιας θέσης στην αντιπολίτευση, που έχει συγκεκριμένο χρονικό και προγραμματικό ορίζοντα.

Φυσικά πολλά ακόμα θα μπορούσαν να τεθούν στο περιεχόμενο μιας αντίστοιχης αναφοράς για το στίγμα της (μετα) πολιτικής οικολογίας. Κρατάω μόνο τούτο: το βασικό στοίχημα της από δω και πέρα είναι πως θα γίνει το κέντρο των εξελίξεων και όχι το κέντρο ενός δίπολου (δεξιάς-αριστεράς), που εξ ορισμού αμφισβητεί την καθολικότητα του. Αλλιώς δεν θα χρειαζόταν η ύπαρξη της.
Θανάσης Παπακωνσταντίνου είναι δημοσιογράφος, εκπρόσωπος τύπου των «οικολόγων πράσινων» - To άρθρο του δημοσιεύεται στο ppol.gr

http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/prasini-aristera-kai-rizospastiki-oikologia-i-ligmena-karpoyzia-toy-thpapakonsta


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου