Για την ενότητα της Αριστεράς...Για μια πολυκεντρική Αριστερά...Για την ενότητα στη βάση

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

"Κοινότοπες σκέψεις, που έχουν όμως ξεχαστεί" του Γ. Κιμούλη και ¨"μία ημιτελής" κριτική του Οδοφράγματος


Μία ημιτελής κριτική:Τι ξεχνάει ο κ. Κιμούλης. 

Υπάρχουν δύο ειδών συνειδήσεις που στέκονται απέναντι στη καθεστηκυία τάξη. Η πρώτη, ιδεαλιστική, έχει ως αφετηρία της ηθικούς κώδικες και στάσεις ζωής. Η δεύτερη, υλιστική, έρχεται ως επακόλουθο της ιστορικής συνειδητοποίησης. Δηλαδή, έχοντας ως επίγνωση την ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών θέλει να λειτουργήσει -και λειτουργεί όταν δρα-ως επιταχυντής της κοινωνικής διαδικασίας ανάπτυξης (ιστορίας). Αυτός είναι ο λόγος που μάταια ψάχνουν οι μαρξίζοντες μέσα στις "αντιφάσεις" των κεφαλαίων   ...του Κεφαλαίου να προσδιορίσουν επακριβώς τη φύση και το ρόλο των διανοουμένων. Και αυτό, γιατί η μαρξική άποψη για τους διανοούμενους βρίσκεται κυρίως στο παράδειγμα που έδωσε με τη ζωή του ο Μαρξ. Η υλική του ανέχεια, προσωπική και οικογενειακή, "ξεπερνιόταν" από την συνειδητοποίηση ότι λειτουργούσε ως μαμμή της φιλοσοφίας της δράσης, άρα και της ιστορίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Μαρξ αγαπούσε το αρχαίο δράμα και, αν αληθεύει η βιογραφική πληροφορία, διάβαζε μία φορά το χρόνο την Αντιγόνη. Με την ανάγνωση ο άνθρωπος της συγκρουσιακής δράσης συναντούσε τις πρώιμες μορφές δράσης των ανατρεπτικών αρχέτυπων.Το Ιερό Τέρας, που διαμορφώνει κοινωνίες και συνειδήσεις, με το Μαρξ αποκτά την αρμόζουσα ιστορική του βαρύτητα και την υλική του βάση ύπαρξης. Κάτω από αυτό το πρίσμα ο κύριος Κιμούλης ξεχνάει τα εξής:

  • Οι διανοούμενοι, οι επιστημονικές κοινότητες και τα στρώματα των καλλιτεχνών ποτέ πλειοψηφικά δεν ήσαν με την μεριά της αντίδρασης στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων.
  • Από τα μέσα της δεκαετίας του 70 και μετά οι διανοούμενοι ή ενσωματώθηκαν (αποδέχτηκαν την μεσοστρωματική τους κοινωνική θέση) ή δεν μπόρεσαν, ιδιαίτερα οι επιστημονικές κοινότητες, να αρθρώσουν στις σταδιακές μεταμορφώσεις του καπιταλισμού κριτικό και υλιστικό λόγο.
  • Ήδη από τη δεκαετία του 50 ο επιστήμονας εξειδικεύεται σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο πάρα πολύ (καταμερισμός πνευματικής εργασίας) αλλά χάνει τη σχέση του με την εγκυκλοπαιδική γνώση (ανθρωπιστικές σπουδές).Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι ότι, και όταν ακόμη ο επιστήμονας θέλει να σταθεί απέναντι στη καθεστηκυία τάξη, δεν έχει τα εφόδια να δώσει ολιστική απάντηση.Έτσι, η απάντηση του είναι αποσπασματική και κατακερματισμένη όπως και η γνώση του .
  • Μια σειρά Επιστημών και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες ως στυλοβάτες της σταθερότητας και της προώθησης των σκοπών του καπιταλιστικού συστήματος. Κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι , γενετιστές και πολλοί άλλοι δημιουργούν επιστημονικές και καλλιτεχνικές σχολές πάνω στις οποίες στήριξε και στηρίζει το καπιταλιστικό σύστημα την ιδεολογική του παντοδυναμία.
  • Η εμπορευματοποίηση των πάντων εμπορευματοποίησε και τη σχέση του καλλιτέχνη με το ή για το δημιούργημά του.Το Χόλιγουντ υπηρέτησε από τη δεκαετία του 50 πιστά την αμερικάνικη ιμπεριαλιστική προπαγάνδα. 
  • Από τη δεκαετία του 50 κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, καλλιτέχνες  και λοιποί υπηρέτες της παγκοσμιοποιημένης φάσης του κεφαλαίου μέσα από σήριαλ, διαφημίσεις, ταινίες, εκθέσεις ζωγραφικής κλπ προώθησαν την παρασυνειδησιακή προπαγάνδα,  η οποία αποσκοπούσε και αποσκοπεί στο γκρέμισμα των συλλογικών κοσμοθεωριών συλλογικοτήτων και ατόμων και τον σταδιακό τους προσηλυτισμό στην κυρίαρχη συστημική ιδεολογία του ατομικού υλικού κέρδους.
Παρ΄όλα αυτά και τα οποία δεν εξαντλούνται στο σύντομο σχόλιο, ο κύριος Κιμούλης έχει γράψει ένα αξιοπρόσεκτο κείμενο, το οποίο φέρει το βάρος της αλήθειας του προσωπικού του σπαραγμού.

Σ. Καστριώτης
Οδόφραγμα κριτικής 



Ημερομηνία: 16/01/2013
Του Γιώργου Κιμούλη

Ας τελειώσουμε κάποια στιγμή με τα διφορούμενα και τις υπεκφυγές περί διανόησης. Ο Διανοούμενος παράγει ιδέες μέσω του έργου του, όποιες και να ‘ναι οι ιδέες.  Σημαντικές ή ασήμαντες. Αυτή είναι η εργασία του. Η παραγωγή ιδεών διαμορφώνει συνειδήσεις κι αυτή είναι ευθύνη του. Η ευθύνη πάντα δημιουργεί υποχρέωση. Όσο κι αν δε μας αρέσει ν’ ακούγεται – ο διανοούμενος (φιλόσοφος, επιστήμονας, καλλιτέχνης, δημοσιογράφος κ.ο.κ.) είναι ένας προνομιούχος!  Έχει το προνόμιο να κερδίζει τα προς το ζην του με τη σκέψη του. Μία από τις βασικές του υποχρεώσεις λοιπόν είναι να ανταποδίδει στον κοινωνικό του χώρο ένα μέρος του προνομίου αυτού. Οφείλει πάνω απ’ όλα να συγκρούεται με κάθε μορφή εξουσίας, όταν αυτή καταστρατηγεί τις αρχές της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας. Άρα ποτέ δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια στη φτώχεια, στην εκμετάλλευση, στην απόρριψη και στον αποκλεισμό! Οφείλει συνεχώς να σκέφτεται και να αντιδρά έχοντας ως βασικό του όπλο τον ίδιο του το λόγο. Η πολιτικοποίησή του ήταν ανέκαθεν η βασική του υποχρέωση. Ο διανοούμενος με λίγα λόγια είναι κάποιος, που “φυτρώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν”, γι’ αυτό και το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η εμμένεια στην εξαίρεση. Εκεί κατοικεί!


Τις τελευταίες αυτές δεκαετίες, ήταν της μόδας οι υποχρεώσεις του διανοούμενου να σταματούν στην αποκλειστική του ενασχόληση με το έργο του. Η πολιτική του στράτευση εθεωρείτο παλιομοδίτικο αριστερό παραλήρημα. Ξεκίνησε έτσι μία “μετακόμιση” από τα “κατσάβραχα” της εξαίρεσης στο κέντρο των κανόνων και των πραγμάτων, με αποτέλεσμα ένα αποενοχοποιημένο σουλάτσο στον κομφορμισμό, το οποίο κατέληγε σε μία εθελούσια δουλεία στη πολιτική καμαρίλα. Όσοι δεν ακολούθησαν αυτήν την κατρακύλα ή κλείστηκαν σπίτι τους ή συνέχισαν την προσπάθειά τους παραμένοντας στη θέση τους, αλλά χωρίς στην ουσία να έχουν τρόπο ν’ ακουστεί ο λόγος τους δημόσια, αφού ο δημόσιος λόγος είχε πλέον τηλεοπτικοποιηθεί. Τώρα ήρθε η στιγμή του τέλους αυτής της εκδρομής. Ήρθε η στιγμή να βρει, να δει, να πει ο καθείς με ποιους θα ζει και ποιους θα εγκαταλείψει. Είναι η ελάχιστη συγνώμη σ’ αυτήν την ανόητη ιδιώτευση των τελευταίων ετών. Το σύνθημα “ανήκω στον εαυτό μου και στο έργο μου” δεν αντέχει πλέον. Τελείωσαν οι ποντιοπιλατισμοί. Ή είσαι με τους διανοούμενους, που δεν φοβούνται να συγκρουστούν με μία εξουσία, που καταστρατηγεί με τον πιο εμφανή και ανάλγητο τρόπο τις αρχές της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας και άρα δεν κλείνουν τα μάτια στη φτώχεια, την εκμετάλλευση, την απόρριψη και τον αποκλεισμό - ακόμη κι αν κάποιοι τα θεωρούν όλα αυτά λαϊκίστικες ρητορείες ή ανήκεις στους περίφημους “σταθεροποιητές διανοούμενους”.


Oι "σταθεροποιητές" (les stabilisateurs), σύμφωνα με τον Jean Claude Milner, είναι η κοινωνική ομάδα, που αποτελείται, ως επί το πλείστον, από "επαγγελματίες διανοούμενους", οι οποίοι έχουν αναλάβει τη σταθερότητα και τη συνέχιση της υπάρχουσας κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής τάξης. Πολλοί απ’ αυτούς προέρχονται από το χώρο της αριστεράς. Είναι πρώην προοδευτικοί ή τουλάχιστον έτσι τους άρεσε κάποτε να αυτοαποκαλούνται.  Χρησιμοποιούν ένα μαρξικό λεξιλόγιο και συστήνονται ως πρώην αριστεροί, που ανένηψαν για να εξελιχθούν σε δραστήριους υπερασπιστές του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό το σύγχρονο πρόσωπο του κονσερβατισμού είναι μόνον ένα αντίτιμο των προνομίων, που απολαμβάνουν; Δεν νομίζω. Απ’ ό,τι φαίνεται ο λόγος τους δεν πηγάζει από μία συνειδητή ψυχρή προστασία των προσωπικών τους συμφερόντων. Θα ήταν άδικο λοιπόν, αν το υπεστήριζε κάποιος. Αντιθέτως είναι εμφανές το πάθος και η πίστη τους, πως διακονούν το δίκαιο, το σωστό και το ορθό. Κανείς δεν είναι τόσο ανέντιμος, ώστε να γράφει κάτι, που δεν πιστεύει. Απλώς δεν έχουν διερωτηθεί, πώς γίνεται και από τον προοδευτικό χώρο προχώρησαν/προσχώρησαν στον συντηρητικό, στο χώρο της πολιτικής ορθότητας, στο χώρο της realpolitik; Η αιτιολογία που χρησιμοποιούν γι’ αυτή τους τη «μετακόμιση», είναι, πως ωρίμασαν. Έτσι λένε. Ένα άλλο όνομα της αλλοτρίωσης: ωριμότητα; Ωρίμανση; Γηρασμός; Γήρανση; «Πού ‘σουνα νιότη που ‘δειχνες πως θα γινόμουν άλλος». Το να προασπίζεσαι όμως αυτά που είναι ήδη δεδομένα σε οδηγούν απλώς και μόνο σε μία ακινησία προσαρμογής και η ακινησία οδηγεί στην απολίθωση (pétrification). Η πολιτική εξουσία ανέκαθεν λειτουργούσε σαν Μέδουσα.


Μελλοντικό σήμα κατατεθέν τους: αυτό το τερατόμορφο γκροτέσκ γλυπτό, γνωστό και ως gargouille, προσπαθεί να μιμηθεί τον Σκεπτόμενο (Le Penseur) του Rodin. Τα gargouilles, αυτοί οι πέτρινοι δαίμονες, είναι γλυπτά τοποθετημένα συνήθως στις προσόψεις κτιρίων και ναών για να σταματούν τη δυνατή και απότομη ροή των νερών της βροχής, διατηρώντας τα αναλλοίωτα στο χρόνο. Επίσης εκτελούν και χρέη αντίβαρου στο εξωτερικό για τις αψίδες του εσωτερικού των ναών. Πολλοί τα τοποθετούσαν στις προσόψεις των σπιτιών τους για να προστατεύονται απ΄τα κακά πνεύματα. Προσοχή!: Η λέξη gargouille προέρχεται από το λατινικό gargula, που σημαίνει λαιμός, οισοφάγος, καταπιώνας (κοινώς: τα καταπίνει όλα) και συνδέεται και με το γαλλικό gargariser, που σημαίνει γαργάρα. (κοινώς: “έκανε γαργάρα”). Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις ή με τους Σταθεροποιητές (stabilisateurs) δεν είναι καθόλου συμπτωματική. Ένα άλλο όνομα λοιπόν των Σταθεροποιητών διανοουμένων θα μπορούσε να είναι:  Intellectuels Gargouilles!

Ο καθείς και ο λόγος του λοιπόν. O καθείς και η ευθύνη του. Ο καθείς και η υποχρέωσή του.
Ήρθε η στιγμή να δοθεί ένα τέλος στο να νομίζεις πως σκέφτεσαι...

πηγή:LEFT.GR

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου