Για την ενότητα της Αριστεράς...Για μια πολυκεντρική Αριστερά...Για την ενότητα στη βάση

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ: 751 ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΜΙΣΘΟΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ

11-diadilosi-wide(Πεμ. 2/10/14 - 14:50)
“ΚΑΘΡΕΠΤΑΚΙΑ ΓΙΑ ΙΘΑΓΕΝΕΙΣ” ΤΑΖΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΕ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ 
Σε ένα περιβάλλον που εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν από την οικονομική κρίση και τα βάρη που φορτώνουν στις πλάτες τους το κράτος και οι τράπεζες, οι ανέξοδες υποσχέσεις της κυβέρνησης για ρύθμιση των προβλημάτων έχουν πυκνώσει το τελευταίο διάστημα.  

Τον τελικό λόγο για την υλοποίηση των εν λόγω υποσχέσεων έχει η τρόικα, γεγονός το οποίο το κυβερνητικό επιτελείο επιχειρεί να συσκοτίσει μέσω του χιλιοπαιγμένου έργου των “διαπραγματεύσεων”. Ωστόσο, αυτό το νέο εν εξελίξει αντιλαϊκό παζάρι δεν θα πρέπει να παρασύρει τα υπερχρεώμενα νοικοκυριά και τους αυταπασχολούμενους της πόλης και της υπαίθρου, καθώς κάθε προωθούμενη ρύθμιση όχι μόνο δεν στοχεύει στην ανακούφιση αλλά θα λειτουργήσει συνδυαστικά με το ήδη υφιστάμενο μνημονιακό πλαίσιο.
Παραδείγματος χάριν, η κυβέρνηση υπόσχεται “κούρεμα” προστίμων και προσαυξήσεων με το αιτιολογικό ότι είναι υπέρογκες (!) και ως εκ τούτου δεν πρόκειται να εισπραχθούν. Φυσικά, η κυβέρνηση δεν κάνει ούτε κουβέντα για τους στόχους του προϋπολογισμού και την είσπραξη των κάθε λογής χαρατσιών.
Την ίδια ώρα, άθικτο αφήνει η κυβέρνηση το αυθαίρετο και απάνθρωπο πλαίσιο άμεσωνηλεκτρονικών κατασχέσεων μισθών, συντάξεων και τραπεζικών καταθέσεων, το οποίο εμπλουτίστηκε πρόσφατα με τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακινήτων.  
Οι τελευταίες πληροφορίες που αφορούν τις επαφές του υπουργού Ανάπτυξης Ν. Δένδια με το κλιμάκιο της τρόικας το μεσημέρι της Πέμπτης (2/10) αναφέρουν ότι η κυβέρνηση προτείνει προς την τρόικα οι επιχειρηματικές οφειλές σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία να διακανονίζονται το πολύ μέχρι 100 δόσεις, αλλά υπό πλήθος αποτρεπτικών προϋποθέσεων.  
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΑ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΑ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΑΙ ΤΑΜΕΙΑ  
Στον αντίποδα των κυβερνητικών σχεδιασμών βρίσκεται η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την άμεσηανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων από την δυσβάσταχτη φορολογία αλλά και την προστασία τους από τις αυθαιρεσίες των τραπεζών (ολόκληρη η πρόταση νόμου παρακάτω).  
Πιο συγκεκριμένα, την Τετάρτη (1/10) ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε στη Βουλή πρόταση νόμου και όπως είπε ο Αλ. Τσίπρας σε δηλώσεις του: «Η πρότασή νόμου που καταθέσαμε σήμερα, προβλέπει άμεσα καιρεαλιστικά μέτρα που ρυθμίζουν τις φορολογικές και ασφαλιστικές εκκρεμότητες, αναστέλλουν τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, επιλύουν εξωδικαστικά τις φορολογικές διαφορές και προστατεύουν τους μικροοφειλέτες από τις τράπεζες».  
Σύμφωνα με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, θεσπίζεται ως ανώτερο ποσό δόσεων για ληξιπρόθεσμες φορολογικές υποχρεώσεις κατ' έτος, το 20% του επίσημου ετήσιου εισοδήματος του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση ύπαρξης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων και προς ασφαλιστικά ταμεία το πλαφόν ορίζεται στο 30% του ετήσιου εισοδήματος.  
Επίσης, μπαίνει τέλος στο απαράδεκτο φορο-σαφάρι μικρο-οφειλετών, καθώς καταργείται η επονείδιστη διάταξη που προέβλεπε εφόδους των φορολογικών αρχών στα σπίτια αγροτών, ελευθέρωνεπαγγελματικών και εμποροβιοτεχνών, χωρίς καν την παρουσία των εισαγγελικών αρχών.  
ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ, ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Πέραν των μέτρων άμεσης ανακούφισης που προβλέπονται για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε την Πέμτπη (2/10) πρόταση νόμου απαντά στις μνημονιακές πολιτικές των κυβερνήσεων από το 2010 μέχρι σήμερα, με στόχο να προστατευθεί το εργατικο - λαϊκό εισόδημα από την γενικευμένη εργοδοτική αυθαιρεσία.
Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ αλλά και ο επανακαθορισμός του με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που θα συνάπτεται μεταξύ της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών φορέων. Στη πρόταση καθίσταται εξάλλου σαφές ότι υπάρχουνπεριθώρια και για άλλες βελτιωτικές υπέρ των εργαζομένων κινήσεις, καθώς υπογραμμίζεται ότι τα περιθώρια βελτίωσης του πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων δεν οριοθετούνται μόνο στην επαναφορά όσων ίσχυαν το 2009.
Οι δύο πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ με την μορφή προτάσεων νόμου έχουν ως στόχο να ανασάνουν ταυπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά και να επανεκκινήσει η οικονομία, τα οποία θα αποτελέσουν ένα πρώτο βήμα για να ανοίξει ο δρόμος ευρύτερων προοδευτικών ανατροπών στη χώρα μας.

Ολόκληρη η πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ για τις ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και  άμεσα μέτρα για την προστασία των οφειλετών, έχει ως εξής:

ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ  

Ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία – Άμεσα μέτρα για την προστασία των οφειλετών και άλλες διατάξεις  

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ  
Εισαγωγή  
Το κύριο αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης στην πραγματική οικονομία υπήρξε η ύφεση, η οποία τα τελευταία χρόνια 2010-2014 κινήθηκε σε πρωτοφανή, για μη πολεμική περίοδο σε ευρωπαϊκή χώρα, επίπεδα.  
Τα αποτελέσματα της ύφεσης σε πραγματικό επίπεδο είναι η διαρκής μείωση μισθών, η έκρηξη της ανεργίας, η σοβαρή μείωση των εισοδημάτων, η υποτίμηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας, η συνεχής εντεινόμενη φτωχοποίηση των πολιτών.  
Η αντικειμενική αυτή κατάσταση επιδεινώνεται, από την υψηλή φορολογία, τα υψηλά επιτόκια των οφειλών προς τις Τράπεζες και τα πρωτοφανή μέτρα εκτέλεσης είσπραξης φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, που καταρρακώνουν την ουσία της ατομικής προστασίας που παρέχει το Σύνταγμα, αλλά βρίσκονται επίσης σε προφανή σύγκρουση με την κοινή λογική, αφού διαπιστώνεται συνεχής πραγματική, πλήρης και αντικειμενική αδυναμία να ανταποκριθούν οι πολίτες στο σύνολο των υποχρεώσεών τους σε ποσοστό που υπερβαίνει ήδη το 50%.  
Η πολιτική αυτή εντεινόμενη συνεχώς με νέα φορολογικά μέτρα και μέτρα αναγκαστικής είσπραξης οφειλών, έχει ως άμεσο αποτέλεσμα αφενός την συνέχιση του υφεσιακού κλίματος της οικονομίας, αλλά και την συσσώρευση ανείσπρακτων βεβαιωμένων φορολογικών – ασφαλιστικών εισφορών.  
Όταν άρχισε η κρίση το σύνολο των ανείσπρακτων φορολογικών υποχρεώσεων ανήρχετο σε 35.000.000.000 ευρώ. Σήμερα το ποσό αυτό ανήλθε σε 65.000.000 ευρώ, ενώ προσαυξάνεται το 2014 κατά περίπου 1 δις ευρώ μηνιαίως.  
Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας και η εξαιρετικά δυσχερής θέση όσων πολιτών ακόμη εργάζονται αναδεικνύεται, αν ληφθεί υπόψη ότι καλούνται από την Μνημονιακή Κυβέρνηση να εξυπηρετήσουν συγχρόνως ένα Δημόσιο Χρέος 170% του ΑΕΠ κι ένα ιδιωτικό χρέος ίσο προς το 100% του ΑΕΠ.  
Οι εισαγόμενες με το παρόν νομοσχέδιο διατάξεις υλοποιούν δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν προς τους Έλληνες πολίτες στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης από το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.  
Είναι σαφές ότι δεν αποτελούν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο πολιτικών για την παραγωγική και οικονομική Ανασυγκρότηση, ούτε πλήρες πλαίσιο Φορολογικής, Εργατικής και Κοινωνικής Πολιτικής.  
Τα προτεινόμενα μέτρα, συνιστούν μια άμεση, αναγκαία και μη επιδεχόμενη αναβολή παρέμβαση, για την ανάσχεση της καταστρεπτικής πορείας της οικονομίας και της κοινωνίας, αποτελούν επίσης πρώτο δείγμα γραφής της δέσμευσης για την κατάργηση των μνημονιακών ρυθμίσεων στο σκληρότερο πυρήνα τους, δηλαδή, την εσωτερική υποτίμηση, την φτωχοποίηση, την άλωση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, την εξαθλίωση και την καταρράκωση του ηθικού των πολιτών.  
Με τον ίδιο τρόπο θα καταργηθεί το σύνολο της μνημονιακής νομοθεσίας και θα αντικατασταθεί από ένα νέο εθνικό μοντέλο παραγωγής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης, ως πρώτη νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.  
Με το 1ο άρθρο προβλέπεται η ρύθμιση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών σε δόσεις που δεν υπερβαίνουν ως ετήσια δαπάνη 20% του επίσημου ετησίου εισοδήματος του προηγούμενου έτους και 30% εφόσον ρυθμίζονται μαζί και ασφαλιστικές εισφορές. Με την ρύθμιση αυτή παρέχεται η δυνατότητα να εξυπηρετηθούν τα ληξιπρόθεσμα και τα τρέχοντα χρέη να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις και να συντηρηθεί στα απολύτως αναγκαία επίπεδα ο επαγγελματίας και η οικογένειά του. Να ανασχεθεί έτσι το κύμα μικρομεσαίων επιχειρήσεων που κλείνουν καθημερινά.  
Παρέχεται επίσης η δυνατότητα ταχείας Εξωδικαστικής Διοικητικής Επίλυσης των Φορολογικών Διαφορών εφόσον ο πολίτης αμφισβητεί το ύψος των βεβαιωθέντων ποσών, την νομιμότητα της αιτιολογίας και εν γένει την φορολογική υποχρέωσή του. Η εξασφάλιση ταχείας, διαφανούς και αντικειμενικής διαδικασίας Διοικητικής Επίλυσης από το συλλογικό αντιπροσωπευτικό όργανο της Περιφερειακής Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών έχει διπλό όφελος. Για τον φορολογούμενο, ο οποίος αφού θα ακουσθεί ενώπιον της Επιτροπής και θα κληθεί να εξοφλήσει την πραγματική οφειλή του. Για το δημόσιο καθώς θα είναι σε θέση να γνωρίζει το πραγματικό ύψος των ποσών που θα εισπράξει αντί του ονομαστικού ποσού που προκύπτει μονομερώς από τις πράξεις των ελεγκτικών και φορολογικών μηχανισμών, το οποίο συνήθως αποδεικνύεται εξαιρετικά διογκωμένο. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διοικητικής επίλυσης και ρύθμιση των οφειλών και υπό όρων εξυπηρέτησης των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών αναστέλλονται όλα τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης κατά των οφειλετών.  
Με το άρθρο 2 ρυθμίζεται η αναστολή των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης κάθε μορφής που έχουν ασκηθεί ή απειλούνται κατά του φορολογούμενου από τις ισχύουσες διατάξεις, από τον χρόνο υποβολής της αίτησης ρύθμισης ή της αίτησης εξώδικης Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικής Διαφοράς, μέχρι την ολοκλήρωση της ρύθμισης, υπό τον όρο καταβολής των δόσεων και των τρεχουσών δόσεων προς την εφορία και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς.  
Σκοπός των διατάξεων αυτών είναι η εκλογίκευση των πληρωμών δόσεων τόσο παλαιότερων οφειλών όσο και τρεχουσών κατά τρόπο που να επιτρέπεται στην επιχείρηση η συνέχιση της λειτουργίας αυτής.  
Με το άρθρο 3 ρυθμίζεται η συγκρότηση των Περιφερειακών Επιτροπών Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, με δικαστική εγγύηση και εκπροσώπηση των Φορολογικών Αρχών και των επαγγελματικών τάξεων.  
Η επιτυχημένη εφαρμογή του μέτρου, ως προς την φορολογική δικαιοσύνη και την εισπραξιμότητα φορολογικών υποχρεώσεων θα οδηγήσει στην πάγια εφαρμογή αντίστοιχων διαδικασιών, εξώδικης διοικητικής επίλυσης φορολογικών διαφορών.  
Η προσφυγή στην Διοικητική Επίλυση δεν αναιρεί το δικαίωμα Προσφυγής στην Δικαιοσύνη.  
Με το άρθρο 4 ρυθμίζεται κατά ανάλογο τρόπο η διαδικασία ρύθμισης των χρεών από μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών.  
Με τα άρθρα 5 και 6 λαμβάνονται δύο άμεσα μέτρα τα οποία αποκαθιστούν σε ένα βαθμό την Συνταγματική Τάξη, και συμπληρώνουν τις πολιτικές για την επανεκκίνηση της οικονομίας.  
Με το άρθρο 5 καταργείται ο χαρακτηρισμός του ποινικού αδικήματος της μη πληρωμής χρεών προς το δημόσιο ως διαρκούς και εισάγεται ως νέος λόγος για τη δυνατότητα του δικαστηρίου να κρίνει την πράξη ατιμώρητη η αντικειμενική και ανυπαίτια αδυναμία πληρωμής. Η επέκταση του χρόνου κίνησης της αυτόφωρης διαδικασίας για χρέη προς το Δημόσιο, συνιστά παραβίαση κάθε έννοιας συνταγματικότητας, ενώ η καταδίκη για χρέη που όχι λόγω δόλιας συμπεριφοράς αλλά λόγω προφανούς αντικειμενικής και ανυπαίτιας αδυναμίας προκαλεί αίσθημα ανασφάλειας και καταστρατηγεί τις αρχές της επιείκειας και της αναλογικότητας εισάγοντας στην ελληνική έννομη τάξη μια ολοκληρωτική αντίληψη για τα ατομικά δικαιώματα και την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.  
Με το άρθρο 6 καταργούνται συγκεκριμένες μνημονιακές ρυθμίσεις για την κατάσχεση σε χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων με κατεπείγουσα και εξαιρετική διαδικασία και απαγορεύεται η διενέργεια φορολογικού ελέγχου στην κατοικία του φορολογούμενου χωρίς την παρουσία εισαγγελέα και σε κάθε περίπτωση πριν από την ανατολή και μετά τη δύση του ήλιου ώστε να προστατευτεί αποτελεσματικά το οικιακό άσυλο.  
Στο άρθρο 7 προβλέπεται ενδιάμεση ρύθμιση για την προστασία των μικροοφειλετών στις Τράπεζες, για χρέη από την πρώτη κατοικία, την επαγγελματική στέγη, καταναλωτικά δάνεια, ώστε να υπάρξει ο αναγκαίος χρόνος για την ολοκλήρωση της πλήρους νομικής επεξεργασίας της Νέας Σεισάχθειας. Η δημοσίευση όμως και η εφαρμογή του ν. 4224/2003, καθιστά τη μεταβατική αυτή ρύθμιση απολύτως αναγκαία, διότι εάν δεν ανασχεθεί η εφαρμοζόμενη πολιτική, η καταστροφή των οφειλετών θα είναι αμετάκλητη και χωρίς δυνατότητα. Εν’ όψει αυτών το προτεινόμενο άρθρο εντασσόμενο στο άμεσο πλαίσιο επανεκκίνησης της οικονομίας έχει χαρακτήρα κατεπείγοντος και ανταποκρίνεται στην προσδοκία εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών για την παροχή προστασίας από το κράτος στην απειλή των κερδοσκοπικών distress funds και των Τραπεζών.  
Με το τελευταίο άρθρο 8 εισάγεται μεταβατική ρύθμιση για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Η διάταξη είναι αναγκαία διότι το μνημονιακό πλέγμα διατάξεων της τελευταίας τετραετίας είναι εξαιρετικά εκτεταμένο, αντιφατικό και ανεπίδεκτο ερμηνείας και ορθής εφαρμογής, είναι τεχνικώς αδύνατος ο αποτελεσματικός προσδιορισμός των καταργουμένων ή αναστελλόμενων διατάξεων. Προκειμένου να αποφευχθούν προβλήματα εφαρμογής ή καθυστερήσεις, με την μεταβατική διάταξη ορίζονται οι ρυθμίσεις του νόμου ως αποκλειστικά εφαρμοζόμενες στα θέματα αυτά, εξουσιοδοτούνται δε αρμόδιοι Υπουργοί να εκδώσουν διευκρινιστικές Υπουργικές Αποφάσεις όπου εντοπίζονται προβλήματα εφαρμογής ώστε το σύνολο των ρυθμιζόμενων υποθέσεων να υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού.  
Άρθρο 1  
Ρύθμιση φορολογικών υποχρεώσεων  
α.  
1. Το σύνολο των βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων φορολογικών υποχρεώσεων μέχρι την κατάθεση της πρότασης νόμου υπάγεται σε ρύθμιση, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ.  
Η ρύθμιση του συνολικού ποσού της οφειλής, γίνεται μεχρι και σε 84 μηνιαίες δόσεις. Το ετήσιο σύνολο των καταβολών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 20% του ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη όπως αυτό βεβαιώθηκε το προηγούμενο της υπαγωγής στην ρύθμιση οικονομικό έτος. Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου του προηγούμενου εδαφίου οι δόσεις επεκτείνονται αναλογικά μέχρι την εξάλειψη της υπέρβασης.  
2. Οφειλέτες που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση και το ετήσιο σύνολο των καταβολών τους υπερβαίνει το 20% του ετήσιου εισοδήματος τους δύνανται να υπαχθούν στις διατάξεις της παραγράφου α) του άρθρου αυτού.  
β. Σε περίπτωση αμφισβήτησης της βεβαιωθείσας συνολικής οφειλής ή άλλης πράξης επιβολής της Δ.Ο.Υ. ο φορολογούμενος προσφεύγει στην κατά τόπο αρμόδια Περιφερειακή Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών του Υπουργείου Οικονομικών που ιδρύεται και λειτουργεί κατά τις διατάξεις των επόμενων άρθρων.  
γ. Για ήδη βεβαιωμένες οφειλές η αίτηση για την υπαγωγή στην παράγραφο (Α) ή την παραγρ. (Β) κατατίθεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή στην αρμόδια Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών αντιστοίχως εντός 60 ημερών από την δημοσίευση του παρόντος, σε κάθε άλλη περίπτωση εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της βεβαίωσης της οφειλής. Σε περίπτωση προσφυγής στην Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, η οφειλή όπως οριστικά καθορίζεται με την απόφαση της Επιτροπής, ρυθμίζεται με αίτηση του οφειλέτη σύμφωνα με τους όρους της παραγρ. (α)  
δ. Η πρώτη δόση καταβάλλεται με την επίδοση της απόφασης υπαγωγής στον οφειλέτη, που εκδίδεται εντός 10 ημερών από την αίτηση από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το ποσό κάθε δόσης ο αριθμός των δόσεων και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση.  
ε. Κάθε διαφορά του φορολογουμένου με τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ως προς το συνολικό ποσό της οφειλής ή τις δόσεις επιλύεται άμεσα με απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.  
στ. Από την δημοσίευση του παρόντος στην εφημερίδα της Κυβέρνησης καταργείται το άρθρο 70Β του ν.2238/1994 (Α' 151/16-09-1994) όπως αντικαταστάθηκε από τον νέο Κώδικα Φορολογικού Εισοδήματος ν.4172/2013 (Α' 167/23-07-2013) Εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον της Επιτροπής αυτής εισάγονται στην κατά τόπο αρμόδια Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, με αίτηση του φορολογούμενου, σύμφωνα με την §β του αρθρ.1.  
Άρθρο 2  
Αναστολή μέτρων αναγκαστικής είσπραξης  
α. Από την υποβολή της αίτησης ρύθμισης της οφειλής στις Περιφερειακές Επιτροπές Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών ή της ρύθμισης της οφειλής σε δόσεις, αναστέλλονται και δεν εκτελούνται κατά του οφειλέτη τυχόν επιβληθέντα ήδη μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, μέτρα διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, ποινική δίωξη και κάθε άλλο μέτρο που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία για την αναγκαστική είσπραξη της οφειλής.  
Με την προϋπόθεση πληρωμής των δόσεων προσηκόντως και εμπροθέσμως και της μη ύπαρξης άλλων ληξιπρόθεσμων μη ρυθμισμένων οφειλών, χορηγείται φορολογική ενημερότητα τριμήνου διαρκείας η οποία ανανεώνεται στην λήξη της με τις ίδιες προϋποθέσεις χορήγησης της άμεσα και χωρίς άλλη διαδικασία.  
β. Σε περίπτωση αποδεδειγμένου μηδενικού εισοδήματος κατά τους τελευταίους 12 μήνες μέχρι την δημοσίευση του παρόντος, αναστέλλονται το σύνολο των εισπρακτικών μέτρων και διώξεων κατά του οφειλέτη για περίοδο 12 μηνών μετά την πάροδο των οποίων υπάγεται στην ρύθμιση της παραγρ. 1α.  
γ. Η προσφυγή στην Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών επιφέρει τα αποτελέσματα άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής και αναστέλλει μέχρι της κοινοποίησης της απόφασης στον φορολογούμενο την προθεσμία προσφυγής στο Δικαστήριο  
δ. Η κάθε υπόθεση υπάγεται απαξ στην ρύθμιση των παρ. 1α και β, η ρύθμιση δε θεωρείται καταργηθείσα σε περίπτωση καθυστέρησης πέρα του ενός μηνός δύο συνεχών δόσεων. Μετά την κατάργηση της ρύθμισης η οφειλή εισπράττεται κατά τις ισχύουσες γενικές διατάξεις.  
Τα ποσά που υπάγονται στην παραπάνω ρύθμιση προσαυξάνονται με 0,5% μηνιαίως, χωρίς οποιαδήποτε άλλη προσαύξηση, επιβάρυνση ή ποινή. Σε κάθε περίπτωση τα ήδη βεβαιωμένα πρόστιμα και προσαυξήσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 30% του αρχικώς οφειλόμενου κεφαλαίου. Τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις επανέρχονται σε περίπτωση έκπτωσης από την ρύθμιση.  
ε. Με την άσκηση δικαστικής προσφυγής η αρμόδια Δ.Ο.Υ. βεβαιώνει ποσοστό 15% της συνολικής οφειλής. Το ποσό αυτό πρέπει να εξοφληθεί μέχρι την πρώτη συζήτηση επί ποινή απαράδεκτου της συζήτησης.  
Η καταβολή του ποσού αυτού δύναται να ανασταλεί εν μέρει ή εν όλω με απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη, λόγω αποδεδειγμένης αδυναμίας καταβολής του συνολικού ποσού της βεβαίωσης.  
Άρθρο 3  
Η Περιφερειακή Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών  
α. Συνίσταται στην έδρα κάθε Περιφέρειας πενταμελής Επιτροπή Διοικητικής επίλυσης Φορολογικών διαφορών αποτελούμενη από δύο συνταξιούχους Δικαστικούς λειτουργούς εκ των οποίων ο ένας τουλάχιστον της Διοικητικής Δικαιοσύνης ως Πρόεδρος, έναν Διευθυντή Υπηρεσίας Δ.Ο.Υ της Περιφέρειας, έναν εκπρόσωπο της επαγγελματικής ένωσης του προσφεύγοντος και έναν εκπρόσωπο του οικονομικού επιμελητηρίου της Ελλάδος. Οι Επιτροπές συγκροτούνται εντός 15 ημερών από την δημοσίευση του νόμου με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη.  
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται τα θέματα στέγασης της Επιτροπής καθώς και κάθε αναγκαίας για την λειτουργία της λεπτομέρειας .  
β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζονται ανάλογα με τις ανάγκες και άλλες πόλεις κάθε περιφέρειας ως έδρες Επιτροπών Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών.  
Επίσης με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, ορίζονται ο αριθμός των μελών της Γραμματείας της Επιτροπής, η διαδικασία στελέχωσης από υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών και της Περιφέρειας, το ύψος της αποζημίωσης των μελών της Επιτροπής και ο κωδικός του Υπουργείου Οικονομικών από τον οποίο καλύπτονται οι σχετικές δαπάνες ως και η διαδικασία διάθεσης και είσπραξης των αναγκαίων κονδυλίων.  
γ. Οι κατά τόπους επιτροπές λειτουργούν μέχρι εξαντλήσεως των αιτήσεων που θα έχουν υποβληθεί μέχρι 31/3/2015. Ο ορισμός της συζήτησης των αιτήσεων γίνεται με πράξη του Προέδρου επί της αιτήσεως η οποία γνωστοποιείται με έγγραφο (τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) 10 τουλάχιστον ημέρες προ της συζήτησης, αναρτάται δε επίσης στην ηλεκτρονική διεύθυνση της Επιτροπής.  
δ. Η συζήτηση της υπόθεσης μπορεί να αναβληθεί με απόφαση του Προέδρου μια μόνο φορά, ή δε μη νόμιμη και προσήκουσα εμφάνιση του αιτούντος (ερημοδικία) συνεπάγεται την απόρριψη της αίτησης. Για την συζήτηση της υπόθεσης εκδίδεται γραμμάτιο δημοσίου 75 ευρώ υπέρ του Κωδικού κάλυψης των δαπανών λειτουργίας των Επιτροπών.  
Στην Επιτροπή δεν γίνονται δεκτές αιτήσεις διοικητικής επίλυσης φορολογικής διαφοράς όταν το συνολικό αντικείμενο της διαφοράς είναι κατώτερο των 20.000,00 ευρώ, αλλά αυτές υπάγονται στην ρύθμιση της §1α, εφόσον ο οφειλέτης υποβάλλει την σχετική αίτηση, αλλιώς επιλύονται δικαστικώς.  
Άρθρο 4  
Ρύθμιση ασφαλιστικών εισφορών  
Οι διατάξεις της παρ. α, του άρθρου 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως για την ρύθμιση ασφαλιστικών εισφορών οι οποίες κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μέχρι 31.12.2014.  
Σε περιπτώσεις ρύθμισης συγχρόνως φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών το ποσό των δόσεων δεν θα υπερβαίνει ποσοστό 30% του βεβαιωθέντος εισοδήματος του φορολογουμένου του προηγούμενου έτους, στην περίπτωση δε αυτή προηγείται η έκδοση απόφασης ρύθμισης της φορολογικής οφειλής και ακολουθεί η ρύθμιση της οφειλής από ασφαλιστικές εισφορές.  
Οι αποφάσεις ρύθμισης εκδίδονται από τον Διευθυντή του αρμοδίου υποκαταστήματος του Ασφαλιστικού Οργανισμού. Η αποδοχή από τον φορολογούμενο της ρύθμισης αποτελεί οριστική επίλυση της διαφοράς. Προϋποθέσεις για την αναστολή των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης του αρθ. 2 είναι η καταβολή των δόσεων και εξόφληση των τρεχουσών οφειλών.  
Άρθρο 5  
Ποινικό αδίκημα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο  
1. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του νόμου 1882/1990 (Α'43/23-03-1990) σύμφωνα με την οποία “ χρόνος τέλεσης του αδικήματος είναι το χρονικό διάστημα από την παρέλευση των τεσσάρων μηνών μέχρι την συμπλήρωση χρόνου αντίστοιχου με το 1/3 της κατά περίπτωση προβλεπόμενης προθεσμίας παραγραφής” καταργείται.  
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ανωτέρω νόμου προστίθεται η φράση: “ Η πράξη μπορεί επίσης να κριθεί ατιμώρητη εάν αποδειχθεί αντικειμενική και ανυπαίτια αδυναμία καταβολής του οφειλέτη.”  
Άρθρο 6  
Απαγόρευση φορολογικού ελέγχου στην κατοικία χωρίς παρουσία εισαγγελικού λειτουργού - Προστασία οφειλετών  
1. Απαγορεύεται η διενέργεια φορολογικών ελέγχων και ερευνών στην κατοικία του φορολογούμενου χωρίς την παρουσία εισαγγελικού λειτουργού και σε κάθε περίπτωση πριν από την ανατολή και μετά την δύση του ήλιου.  
2. Μετά το τέλος του εδ. β’ του άρθρου 30 Α του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) όπως αυτό ισχύει προστίθεται το εξής:  
Το κατασχετήριο έγγραφο απαιτείται επί ποινή ακυρότητας της πράξεως να κοινοποιηθεί στον οφειλέτη, τουλάχιστον 48 ώρες πριν από την εκτέλεση της κατάσχεσης.  
3. Το άρθρο 30Β του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) όπως αυτό ισχύει καταργείται.  
Άρθρο 7  
Ρύθμιση δανειακών υποχρεώσεων  
α. Στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια που έχουν συναφθεί την τελευταία δεκαετία μεταξύ νομίμως λειτουργούντων στην χώρα τραπεζικών και πιστωτικών ιδρυμάτων και Ελλήνων πολιτών ή μόνιμων κατοίκων Ελλάδος, απαγορεύεται να εκχωρηθούν υπό οποιαδήποτε μορφή, αμέσως ή εμμέσως σε τρίτους, μη Τραπεζικά ιδρύματα τα οποία δεν λειτουργούν νόμιμα σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή να χορηγηθούν εγγυήσεις επ’ αυτών από την εκτέλεση των οποίων επέρχεται ουσιαστικά μεταβολή του προσώπου του δανειστή χωρίς προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του οφειλέτη.  
β. Οι τυχόν εκχωρήσεις της προηγούμενης παραγράφου, γενόμενες μετά την ψήφιση του παρόντος είναι άκυρες και δεν δημιουργούν νόμιμα δικαιώματα του τρίτου κατά του οφειλέτη.  
γ.  
i) Απαγορεύονται οι διαδικασίες πλειστηριασμών σε κάθε περίπτωση για οφειλές κάτω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ.  
ii) Για οφειλές άνω των διακοσίων χιλιάδων ευρώ απαγορεύονται οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας και επαγγελματικής στέγης αντικειμενικής αξίας μέχρι 350.000 ευρώ για τραπεζικά δάνεια, χρέη προς το δημόσιο και ασφαλιστικούς οργανισμούς, ως και ο πλειστηριασμός ακινήτων των εγγυητών των ανωτέρω οφειλών μέχρι 31/12/2015, τυχόν δε διαδικασίες που είναι εκκρεμείς αναστέλλονται μέχρι την άνω ημερομηνία.  
δ. Από την δημοσίευση του παρόντος καταργείται το άρθρο 2 του ν. 4224/2013 (Α'288/ 31-12-2013) και αναστέλλεται κάθε σχετική διαδικασία.  
Άρθρο 8  
Μεταβατική διάταξη  
Από την δημοσίευση του παρόντος νόμου στο ΦΕΚ, οι διατάξεις αυτές, κατισχύουν και εφαρμόζονται αποκλειστικά εις τα ρυθμιζόμενα θέματα, έναντι κάθε άλλης διάταξης νόμου, Υπουργικής απόφασης, εγκυκλίου, που έχει προηγουμένως εκδοθεί.  
Καταλαμβάνονται από τις διατάξεις αυτές, όλες οι εκκρεμείς υποθέσεις για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, ή δεν έχουν γίνει Διοικητικές ρυθμίσεις με την συμφωνία του οφειλέτη. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εργασίας ρυθμίζονται θέματα για την εφαρμογή όλων των μέτρων και ορίζονται οι ενέργειες των εμπλεκόμενων οργάνων της Διοίκησης για την ταχεία και ορθή εφαρμογή των υπέρ των πολιτών ρυθμίσεων του νόμου αυτού.

Ακολούθως παρατίθεται ολόκληρη η πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ για την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού, του δικαίου της συλλογικής διαπραγμάτευσης και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας:

ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ
«για την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού και του δικαίου της συλλογικής διαπραγμάτευσης και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας».

Αιτιολογική έκθεση
Επί της αρχής
Οι κυβερνήσεις των ετών 2010 – 2014, με τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους τους, επέφερανβαρύτατα πλήγματα και αφάνισαν σχεδόν ολοκληρωτικά το συλλογικό εργατικό δίκαιο, δηλαδή τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το οποίο ίσχυε στη χώρα μας για 75 έτη. Με αυτό τον τρόπο ενίσχυσαν το κλίμα εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας και δημιούργησαν περιβάλλον απόλυτης ισχύος του διευθυντικού δικαιώματος και γενικευμένης εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Η συρρίκνωση και κατεδάφιση του δικαίου των συλλογικών συμβάσεων εργασίας οδήγησε στην καταστροφή των εργασιακών σχέσεων και στην ενίσχυση του κυβερνητικού αυταρχισμού, γεγονός εξαιρετικά επικίνδυνο για την δημοκρατία σε συνθήκες, ιδίως, παρατεταμένης βαθειάς οικονομικής ύφεσης και εντυπωσιακά υψηλής ανεργίας.
Το δίκαιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας είναι ο κλάδος του δικαίου με τον μεγαλύτερο βαθμό απορρύθμισης και εκθεμελίωσης στην εποχή των μνημονίων. Το εργοδοτικό διευθυντικό δικαίωμα έχει αναχθεί σε κυρίαρχο ρυθμιστικό παράγοντα των εργασιακών σχέσεων. Παράλληλατο κράτος επιφυλάσσει για τον εαυτό του ουσιαστικές ρυθμιστικές λειτουργίες, όχι για την κύρωση συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αλλά για τον περιορισμό τους.
Οι χώροι εργασίας έχουν μετατραπεί, πλέον, σε παράδεισους εργοδοτικής αυθαιρεσίας, στους οποίους κυριαρχεί η ατομική διαπραγμάτευση και η μονομερής, από την επιχείρηση, συρρίκνωση των αποδοχών και των θεσμικών όρων των εργασιακών σχέσεων προς τα ελάχιστα νόμιμα όρια, και πολλές φορές και κάτω από αυτά.
Η βίαιη μεταφορά της συλλογικής διαπραγμάτευσης, από το εθνικό και κλαδικό επίπεδο προς την επιχείρηση, δηλαδή στο πεδίο της «διαπραγμάτευσης» που ιστορικά πλεονεκτεί ο ισχυρός πόλος της εργασιακής σχέσης (εργοδοσία), έχει θέσει εκτός προστασίας από οποιουδήποτε είδους συλλογική σύμβαση εργασίας την συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα. Ο εργαζόμενος, τρομοκρατημένος από την απειλή της απόλυσης, της ανεργίας και της μακρόχρονης καθυστέρησης απονομής της εργατικής δικαιοσύνης, ωθείται σε ατομική «διαπραγμάτευση» με την επιχείρηση.
Πολλές επιχειρήσεις, με την απειλή εφαρμογής των μνημονιακών νομοθετικών ρυθμίσεων μονομερούς επιβολής της εκ περιτροπής εργασίας και διευκόλυνσης των απολύσεων, προωθούν τη στρατηγική της εξατομίκευσης των αμοιβών. Με την γενικευμένη χρήση των ατομικών συμβάσεων εργασίας, που καλύπτουν πλέον το 80% των εργαζομένων, συμπιέζουν τους μισθούς προς τον ήδη μειωμένο κατώτατο μισθό. Το αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί από το 2010 η πραγματική αγοραστική δύναμη των μισθών πάνω από 50%, λόγω μεσοσταθμικής μείωσής τους κατά 23%, αύξησης των τιμών, υπερφορολόγησης και περικοπής των κοινωνικών παροχών.
Στην ουσία, ο θεσμός των συλλογικών διαπραγματεύσεων παραμένει μόνο στον τύπο, εφόσον το περιεχόμενο και τα αποτελέσματά τους διαμορφώνονται υπό την απειλή των όρων που επιβάλλει η υπέρμετρη ενίσχυση της εργοδοτικής πλευράς, ωθώντας τα συνδικάτα να αποδέχονται τους εργοδοτικούς όρους, για να αποφύγουν την εξατομίκευση των μισθών.
Η σύναψη μιας επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας αναδεικνύεται πλέον σε άθλοεκεί, όπου είναι νομικά εφικτή (δηλαδή, υπάρχει επιχειρησιακό σωματείο και το σύνολο των εργαζομένων της επιχείρησης υπερβαίνει τους 50), δηλαδή στην ισχνή μειοψηφία των επιχειρήσεων της χώρας. Εφόσον ο εργοδότης δεν επιθυμεί την σύναψη μιας συλλογικής συμφωνίας, αυτή καθίσταται αδύνατη, αφού η διαδικασία ενώπιον του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) έχει πρακτικά καταργηθεί.
Η μονομερής προσφυγή των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων στον ΟΜΕΔαπαγορεύτηκε με μνημονιακή ρύθμιση, μέχρι την πρόσφατη απόφαση 2307/2014 του Συμβουλίου της Επικρατείας που την επανέφερε. Επιπλέον περιορίστηκαν οι αρμοδιότητες του ΟΜΕΔ και συρρικνώθηκε το περιεχόμενο της διαιτητικής απόφασης στον καθορισμό αποκλειστικά του βασικού μισθού, για το ύψος του οποίου λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη οι απαιτήσεις των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, δηλαδή των δανειστών της χώρας. Γι αυτό κατά τα έτη 2013-2014 δεν έχει εκδοθεί ούτε μια διαιτητική απόφαση, εκτός από την πρόσφατη που αφορά στους τεχνικούς της ελληνικής ραδιοφωνίας.
Η επιχείρηση έχει σήμερα την ευχέρεια να επιλέξει μεταξύ της ατομικής διαπραγμάτευσης με κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά και της «αυτοσύμβασης». Πρόκειται για την μνημονιακή «καινοτομία», που παρέχει στην επιχείρηση την δυνατότητα να συνάπτει επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, όχι με γνήσιο εργατικό συνδικάτο (επιχειρησιακό ή κλαδικό), αλλά με το απαράδεκτο μόρφωμα της «ένωσης προσώπων», η οποία μπορεί να συσταθεί ταχύτατα και διοικητικά εύκολα από τα 3/5 του συνόλου των εργαζομένων της επιχείρησης (ακόμα και αν αυτοί είναι μόλις 5). Κατά κανόνα τέτοιες «ενώσεις προσώπων» συστήνονται με πρωτοβουλία της ίδιας της επιχείρησης, για να καλύψει τις δικές της απαιτήσεις με τον μανδύα της δήθεν διμερούς συμφωνίας.
Αυτές οι διμερείς «συμβάσεις», όσο και οι γνήσιες επιχειρησιακές συμφωνίες (η αναλογία τους διαμορφώνεται ήδη σε 70/30), ρυθμίζουν κατ’ αποκλειστικότητα τις εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων των επιχειρήσεων, στις οποίες αναφέρονται. Οι όροι τους υπερτερούν έναντι αυτών των κλαδικών και ομοιο-επαγγελματικών σσε σε περίπτωση συρροής, αφού η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης έχει ανασταλεί.
Ωστόσο, η πλειοψηφία των εργαζομένων δεν καλύπτονται από κάποια γνήσια ή μη γνήσια διμερή επιχειρησιακή ή κλαδική σσε. Συνολικά, οι επιχειρησιακές σσε είναι μόνο μερικές εκατοντάδες με μικρό αριθμό καλυπτόμενων εργαζομένων. Οι κλαδικές σσε, εάν κατορθωθεί η σύναψή τους, δεσμεύουν, πλέον, αποκλειστικά όχι όλους τους εργοδότες του κλάδου αλλά μόνο όσους από αυτούς είναι μέλη των εργοδοτικών ενώσεων που τις υπογράφουν, γιατί με μνημονιακό νόμο καταργήθηκε η αρχή της επεκτασιμότητας, δηλαδή της υποχρεωτικής εφαρμογής τους με απόφαση του Υπουργού Εργασίας σε ολόκληρο τον κλάδο. Ταυτόχρονα η μετενέργεια των σσε μεταλλάχτηκε, αφού μειώθηκε η διάρκειά της από 6 σε 3 μήνες και μετά την λήξη της ισχύουν ο βασικός μισθός και μόνο 4 επιδόματα.
Γι’ αυτούς τους λόγους ο συνολικός αριθμός των σσε μειώνεται δραματικά με αποτέλεσμα ναδιευρύνεται σημαντικά ο αριθμός των εργαζομένων, που δεν καλύπτονται από κάποια από αυτέςκαι κατά συνέπεια αμείβονται με τις κατώτατες αμοιβές.
Στο αποτέλεσμα αυτό συνέβαλαν και πλείστες άλλες μνημονιακές διατάξεις, με τις οποίες μειώθηκε ο κατώτατος μισθός (κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών), πάγωσαν οι τριετίες στις τρεις πρώτες από αυτές (μέχρι η ανεργία να επανέλθει σε μονοψήφια επίπεδα), μειώθηκαν στο μισό ακόμη και οι προσαυξήσεις που αντιστοιχούν σε αυτές τις τριετίες για την πρόσληψη μακροχρόνια ανέργων, καταργήθηκε η καθολική ισχύς των μισθολογικών όρων της ΕΓΣΣΕ, δεν θα ισχύει από 01/01/2017 καμία τριετία και από την ίδια αυτή ημερομηνία η κυβέρνηση, έπειτα από μια καρικατούρα εθνικού διαλόγου, θα ορίζει σε μόνιμη βάση μονομερώς τα επίπεδα του ελάχιστου νομοθετημένου μισθού, προφανώς προς τα κάτω.
Οι κυβερνήσεις των ετών 2010-2014, εκτός από την επίτευξη της μαζικής φτωχοποίησης και εξαθλίωσης των εργαζομένων, επέτυχαν ταυτόχρονα την απαξίωση των συνδικάτων, ακόμη και των πλέον ανώδυνων θεσμών ενημέρωσης και διαβούλευσης που προβλέπει η κοινοτική εργατική νομοθεσία. Ο νόμος 1876/1990 για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τον ΟΜΕΔ έχει υποστεί τεράστια αντιδημοκρατική μετάλλαξη.

Αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας
Με την παρούσα πρόταση νόμου προτείνουμε την κατάργηση των μνημονιακών αντεργατικών και αντιδημοκρατικών νομοθετικών ρυθμίσεων του 2010-2014, που έπληξαν τον θεσμό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες κατά παράβαση του Συντάγματος και της διεθνούς εργατικής νομοθεσίας.
Προτείνουμε την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα προ των μνημονίων επίπεδα, δηλαδή στα751 ευρώ μικτά μηνιαία ανεξαρτήτως ηλικίας, από 586 ευρώ μικτά μηνιαία και 511 ευρώ μικτά μηνιαία για τους κάτω των 25 ετών που είχε μειωθεί, και τον επανακαθορισμό του με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που θα συνάπτεται μεταξύ της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών φορέων.
Επίσης προτείνουμε την αποκατάσταση του θεσμού των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας με την επαναφορά των αρχών της επεκτασιμότητας και της ευνοϊκότερης ρύθμισης, της μετενέργειας καθώς και του ρόλου καιτων αρμοδιοτήτων του ΟΜΕΔ. Έτσι θα μπει «φρένο» στις μειώσεις μισθών και θα δοθεί η δυνατότητα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με τους αγώνες του και με τις σσε ως εργαλείο να διεκδικήσει όσα έχασαν οι εργαζόμενοι στα χρόνια του μνημονίου.
Η αποκατάσταση του κατώτατου μισθού και του δικαίου των συλλογικών συμβάσεων, κατ’ αρχήν στην προ μνημονίων κατάσταση, αποκαθιστά την δημοκρατική και συνταγματική νομιμότητα στις εργασιακές σχέσεις, συμβάλλει στην αναβίωση της δημοκρατίας στους χώρους εργασίας, προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη ενισχύοντας τις δυνάμεις της εργασίας, συμβάλλει στην αύξηση τηςπαραγωγικότητας, ενισχύει την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων των λαϊκών νοικοκυριώνκαι με αυτό τον τρόπο συμβάλλει στην οικονομική και κοινωνική αναγέννηση και ανάπτυξη τηςχώρας, που με την σειρά της θα κατοχυρώσει ακόμα περισσότερο ένα νέο εργασιακό πρότυποαναβαθμισμένων, σύγχρονων, δίκαιων και δημοκρατικών εργατικών δικαιωμάτων και εργασιακών σχέσεων.
Η παρούσα πρόταση νόμου, εάν ψηφιστεί, θα αποτελεί μια μεγάλη δημοκρατική τομή. Ωστόσο, τα περιθώρια βελτίωσης του πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων δεν οριοθετούνται μόνο στην επαναφορά όσων ίσχυαν το 2009. Με νέα νομοθετική πρωτοβουλία στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα προτείνουμε την αναβάθμιση του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και τηδιεύρυνση του πεδίου εφαρμογής τους, ώστε να επιτυγχάνεται:
α) Ο μέγιστος αριθμός δέσμευσης-κάλυψης επιχειρήσεων και εργαζομένων σε εθνικό, κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο, για τη διασφάλιση ομοιογένειας των εργασιακών σχέσεων.
β) Η διεύρυνση του περιεχομένου των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στα θεσμικής και μισθολογικής φύσης ζητήματα και στις ρήτρες προσαρμογής στις ιδιαιτερότητες επαγγελμάτων, επιχειρήσεων ή γεωγραφικών περιοχών.
γ) Η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου των σσε και στους ομίλους επιχειρήσεων.
δ) Η βελτίωση του πλαισίου συλλογικής διαπραγμάτευσης και στη δημόσια διοίκηση.
Επίσης, θα προτείνουμε τη θέσπιση θεσμών ενισχυμένης λαϊκής και εργατικής συμμετοχής, άμεσης δημοκρατίας και ουσιαστικού εργατικού και κοινωνικού ελέγχου σε όλα τα κέντρα λήψης αποφάσεων για ζητήματα οικονομικής, κοινωνικής και εργατικής πολιτικής.
Στόχος μας είναι η επαναρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, που έχουν πλήρως απορυθμιστεί από τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους τους, η αποκατάσταση της εργατικής νομοθεσίας και η οικοδόμηση ενός νέου εργασιακού προτύπου πλήρους, ποιοτικής, αξιοπρεπώς αμειβόμενης, ασφαλισμένης, σταθερής εργασίας.

Κατ’ άρθρον ανάλυση
Στο άρθρο 1 καταργείται η μνημονιακή διάταξη, με την οποία αντικαθίστανται 4 βασικά άρθρα του ν.1876/1990, τα οποία αφορούν στην λειτουργία του ΟΜΕΔ. Η καταργούμενη στο παρόν άρθρο μνημονιακή διάταξη μεταξύ άλλων περιόρισε το περιεχόμενο της διαιτητικής απόφασης στο βασικό μισθό, λαμβανομένων μάλιστα υπόψη δεικτών, όπως η εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικής δραστηριότητας, και τροποποίησε τη διαδικασία συγκρότησης του ΟΜΕΔ και τους όρους σύνθεσης των μεσολαβητών διαιτητών.
Στο άρθρο 2 καταργείται η μνημονιακή διάταξη, με την οποία επιβλήθηκε όριο αυξήσεως στις βασικές αποδοχές στα πλαίσια απόφασης του ΟΜΕΔ, το οποίο, μεταξύ άλλων περιορισμών, τελεί και σε συνάρτηση με το μέσο όρο του πληθωρισμού στις χώρες της ευρωζώνης.
Στο άρθρο 3 καταργούνται σημαντικές αντεργατικές μνημονιακές διατάξεις, με τις οποίες ρυθμίστηκαν τα εξής: α) η διαδικασία σύστασης και οι αρμοδιότητες των Ενώσεων Προσώπων προκειμένου να συνάπτουν επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, β) η αναστολή της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης και η αναστολή της επεκτασιμότητας των κλαδικών σσε καθ’ όλη την διάρκεια του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και γ) η έναρξη ισχύος επέκτασης μιας κλαδικής σσε από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (και όχι από την ημερομηνία έκδοσης της υπουργικής απόφασης ή της υποβολής του σχετικού αιτήματος).
Στο άρθρο 4 καταργείται εν συνόλω ένα μνημείο αντισυνταγματικής ρύθμισης, η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου 6/28-2-2012, που εκδόθηκε σε εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 6 του Ν. 4046/2012, με την οποία μεταξύ άλλων θεσπίστηκαν τα εξής: α) η μείωση των βασικών κατώτατων αποδοχών της ΕΓΣΕΕ i) κατά 22% για το σύνολο των εργαζομένων και ii) κατά 32% για τους νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών και για τους εργαζόμενους με συμβάσεις μαθητείας με άμεση εφαρμογή στα νέα κατώτατα όρια αποδοχών χωρίς την σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων, β) το πάγωμα όλων των αυξήσεων στις αποδοχές, οι οποίες επέρχονται με μόνη προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας (όπως επιδόματα πολυετίας, χρόνου εργασίας, τριετίας κλπ) μέχρις ότου η ανεργία στην χώρα διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10%, γ) η κατάργηση της μονομερούς προσφυγής των εργατικών συνδικάτων στον ΟΜΕΔ, δ) ο περιορισμός της προσφυγής στην διαιτησία αποκλειστικά στον καθορισμό του βασικού μισθού και ημερομισθίου, ε) η κατάργηση των διατηρητικών ρητρών σε περίπτωση προσφυγής στην διαιτησία, στ) η μείωση της διάρκειας της μετενέργειας της σσε από έξη στους τρεις μήνες και περιορισμός αυτής αποκλειστικά στον βασικό μισθό συν τέσσερα επιδόματα (ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδυνότητας), ζ) η θέσπιση της δυνατότητας διαπραγμάτευσης των όρων της σσε με ατομική σύμβαση και με δυνατότητα κατάργησης όλων των ρυθμίσεων της λήξασας σσε χωρίς την σύμφωνη γνώμη του εργαζομένου, η) ο περιορισμός της νόμιμης διάρκειας των σσε στα τρία χρόνια και η ρύθμιση του χρόνου λήξης ισχύος για όσες είχαν ήδη συναφθεί την 28/02/2012 ανάλογα με τον χρόνο υπογραφής τους.
Στο άρθρο 5 καταργείται η μνημονιακή διάταξη, η οποία αφορά στο νέο σύστημα διαμόρφωσης νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου της χώρας. Με την διάταξη αυτή α) καταργήθηκε η καθολική ισχύς των μισθολογικών όρων των σσε, της ΕΓΣΣΕ συμπεριλαμβανομένης, β) διαμορφώθηκαν οι κατώτατοι μισθοί και τα ημερομίσθια καθώς και οι νόμιμες προσαυξήσεις προϋπηρεσίας στην βάση των τριών πρώτων τριετιών, γ) ανεστάλη η προσαύξηση του νομοθετικώς καθορισμένου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία που συμπληρώθηκε μετά την 14/02/2012, έως ότου η ανεργία περιοριστεί κάτω από το 10%.
Στο άρθρο 6 καταργείται η μνημονιακή διάταξη, με την οποία τελείται η αναγνώριση του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) ως ισότιμου κοινωνικού εταίρου.
Στο άρθρο 7 καταργείται η μνημονιακή διάταξη, η οποία αφορά στον κατώτατο μισθό και στην νέα διαδικασία − μηχανισμό διαμόρφωσης νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας και την κυβέρνηση, όπως προβλέπεται να εφαρμοστεί από 01/01/2017.
Στο άρθρο 8 καταργούνται οι μνημονιακές διατάξεις, με τις οποίες αφενός, μειώνεται στο μισό το ύψος της προσαύξησης του βασικού μισθού που αντιστοιχεί στις πρώτες τρεις τριετίες επί προσλήψεως μακροχρόνια ανέργου και αφετέρου, παύει να ισχύει οποιαδήποτε προσαύξηση με βάση τις τριετίες από 01/01/2017.

Πρόταση Νόμου
Άρθρο 1
Το άρθρο 14 του ν. 3899/2010 (ΦΕΚ Α΄ 212/17.12.2010) καταργείται.
Άρθρο 2
Το άρθρο 51 του ν. 3871/2010 (ΦΕΚ Α 141/18.08.2010) καταργείται.
Άρθρο 3
Οι παρ. 1, 3, 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 37 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ Α΄ 226/27.10.2011) καταργούνται.
Άρθρο 4
Η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου υπ’ αριθμ. 6 της 28ης/02/2012 (ΦΕΚ Α 38/28-2-1012) καταργείται.
Άρθρο 5
Η υποπαράγραφος ΙΑ.11 της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α΄222/12.11.2012) καταργείται.
Άρθρο 6
Το άρθρο 37 του ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α 88/ 18.04.2013) καταργείται.
Άρθρο 7
Το άρθρο 103 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α 167/23-7-2013) καταργείται.
Άρθρο 8
Η περίπτωση 1 της υποπαραγράφου ΙΑ.7 της παραγράφου ΙΑ και η περίπτωση 2 της υποπαραγράφου ΙΑ.6 της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (ΦΕΚ Α 85/ 07.04.2014) καταργούνται.

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

http://www.iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=17941:lapavitsas-orogramma-dieksodou&catid=68:grammata&Itemid=194

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου