Γράφει ο Νίκος Δινόπουλος
Το αστικό μπλοκ εξουσίας, τα «αδέσμευτα – ανεξάρτητα – αντικειμενικά ΜΜΕ»[i], το α-πολιτικό(;) λάιφστάιλ και οι μηχανισμοί του αστικού κράτους[ii] (κατασταλτικές και ασφαλίτικες δυνάμεις, μυστικές υπηρεσίες, δικαιοσύνη)[iii] που στήριξαν, ενίσχυσαν και διασφάλιζαν το ακαταδίωκτο στις παρακρατικές φασιστικές οργανώσεις -και της ναζιστικής χρυσής αυγής- από την πτώση της χούντας μέχρι και σήμερα, δεν άντεξαν την οργή και την πίεση της κοινωνίας που προκάλεσε η άγρια πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Οι συλλήψεις, του αρχηγού, των ηγετικών στελεχών και βουλευτών της Χρυσής Αυγής, είναι μια σημαντική πολιτική εξέλιξη και αναδιατάσσει τα δεδομένα στην πολιτική συγκυρία στη χώρα μας. Ο Κρόνος τρώει τα παιδιά του[iv]… Οι επαγγελματίες συντετριμμένοι, οι δυνάμεις του αστικού μπλοκ εξουσίας για μια ακόμα φορά ψεύδονται και υποκρίνονται πως «δεν το πιστεύουν» και οι όψιμοι αντίφα «πέφτουν από τα σύννεφα»…
Παρά τις συλλήψεις και τις διώξεις στελεχών της χρυσής αυγής, κανένας εφησυχασμός για το ταξικό εργατικό κίνημα που οφείλει και πρέπει να ανασυγκροτηθεί εδώ και τώρα… Η προσπάθεια ενίσχυσης του αντιδραστικού θεσμικού οπλοστασίου του αστικού κράτους που εκδηλώθηκε πρόσφατα με το «αντιρατσιστικό νομοσχέδιο» και πρόσχημα τη χρυσή αυγή δεν έχει λήξει για το αστικό μπλοκ εξουσίας… Το δέσιμο των χρυσαυγητών φωτίζει τις προθέσεις του αστικού μπλοκ εξουσίας: νομικό πλαίσιο για τα εγκλήματα των ναζί της χρυσής αυγής υπήρχε και υπάρχει -(λεπτομέρεια(;), οι συλλήψεις έγιναν με τον αντιτρομοκρατικό νόμο). Με την εμπειρία του «ιδιώνυμου»[v], της μετεμφυλιακής κρατικής βίας και της χούντας, στη σημερινή συγκυρία και σε μια περίοδο που «η θεωρία των άκρων» είναι η επίσημη κρατική πολιτική και ιδεολογία, είναι φανερό πως για το αστικό μπλοκ εξουσίας ο «εσωτερικός εχθρός» ήταν και είναι η εργατική τάξη και το ταξικό εργατικό κίνημα…
Η καίρια, βασική αντίθεση ανάμεσα στους ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής[vi] και σ’ αυτούς που δεν είναι, αστικής τάξης – εργατικής τάξης, εκμεταλλευτών – εκμεταλλευομένων[vii], κεφαλαίου – εργασίας, είναι αυτή που χαρακτηρίζει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Αποτέλεσμα αυτής της βασικής αντίθεσης είναι η ταξική πάλη, ο ασυμφιλίωτος βίαιος ανταγωνισμός[viii] ανάμεσα στην κυρίαρχη αστική τάξη και την εργατική τάξη. Στην ιστορική εξέλιξη, η ίδια αντίφαση γέννησε και την ασυμφιλίωτη αντίθεση καπιταλισμός – σοσιαλισμός και τον κομμουνισμό[ix] ως λύση με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και της μισθωτής εργασίας, την αταξική κοινωνία.
Μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», την ήττα της αριστεράς και του ταξικού εργατικού κινήματος, το αστικό μπλοκ εξουσίας και ο «ορθός
πολιτικός λόγος» διακήρυξε το τέλος των ιδεολογικών – πολιτικών ταξικών διαχωριστικών γραμμών στην καπιταλιστική κοινωνία επαναλαμβάνοντας ως φάρσα τη ρήση του μακαρίτη Νεοδημοκράτη υπουργού Εργασίας Λάσκαρη που… κατάργησε την πάλη των τάξεων στη μεταπολίτευση, ή το «φιάσκο της Λυών»[x] που «κατάργησε την κυβερνητική εξουσία του κράτους» με τη «διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης» που τοιχοκολλήθηκε στην πόλη στις 26 Σεπτέμβρη του 1870. Με βάση αυτό το στερεότυπο ιδεολόγημα του αστικού μπλοκ εξουσίας, η εργατική τάξη, -που δεν έχει σήμερα την ίδια σύνθεση και τα χαρακτηριστικά του προηγούμενου αιώνα, το ίδιο και η κοινωνική διαστρωμάτωση της καπιταλιστικής κοινωνίας-, έχει πάψει να υπάρχει. Στο σύγχρονο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής δεν υπάρχουν ταξικοί αντίπαλοι αλλά «κοινωνικοί εταίροι» που εργάζονται για το «κοινό εθνικό συμφέρον». Άρα η πάλη των τάξεων, ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός είναι αναχρονισμός, για «γραφικούς και οπισθοδρομικούς σκοταδιστές».
Όντας στην πράξη αδύνατον, ουτοπικό, να εξαλειφθεί η βασική αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, το αστικό μπλοκ εξουσίας επιδιώκει διαχρονικά να τη συγκαλύψει με διάφορα στερεότυπα ιδεολογήματα: «εθνικός πλούτος»[xi], «εθνική οικονομία», «εθνικά συμφέροντα», «κοινωνικοί εταίροι», «κοινό συμφέρον της κοινωνίας», «νόμος και τάξη», «ακραίες μορφές πολιτικής, συνδικαλιστικής πάλης», «θεωρία των δύο άκρων»[xii], «φασισμός – αντιφασισμός», «καταδίκη τη βίας απ’ όπου και να προέρχεται».
Κορυφαίο ιδεολόγημα του αστικού μπλοκ εξουσίας είναι και το ανιστόρητο, υποκριτικό, μανιχαϊστικό στερεότυπο «καταδικάζουμε τη βία απ’ όπου και να προέρχεται»[xiii]. Είναι ανιστόρητο, ψευδές και υποκριτικό γιατί το αστικό μπλοκ εξουσίας και το κεφάλαιο είναι πρακτικά αδύνατον να καταδικάσουν τη βία που ασκούν μέσω των μηχανισμών του αστικού κράτους γι’ αυτό και: στα άντρα της ασφάλειας βασανίζονται προσαχθέντες, συλληφθέντες -διαδηλωτές και απεργοί- αδιακρίτως και διαχρονικά. Συγκεντρώσεις, πορείες και διαμαρτυρίες πνίγονται στα χημικά, διαδηλωτές και απεργοί προσάγονται, συλλαμβάνονται, ξυλοκοπούνται άγρια, διώκονται δικαστικά, οι απεργίες κηρύσσονται παράνομες, οι απεργοί επιστρατεύονται… Απαιτούν οι απλήρωτοι εργαζόμενοι να συνεχίσουν να εργάζονται παρ’ ότι η δουλεία και η καταναγκαστική εργασία υποτίθεται πως έχουν καταργηθεί, οι εργαζόμενοι να αποδεχτούν την απόλυσή τους και στη θέση τους να έρθουν άλλοι άνεργοι που με τη σειρά τους και αυτοί θα μείνουν απλήρωτοι μέχρις ότου απολυθούν για τη «σωτηρία της χώρας» και της «εθνικής οικονομίας». Αυτή τη βία την καταδικάζει ξεκάθαρα το ταξικό εργατικό κίνημα και στηρίζει κάθε μορφή πάλης της εργατικής τάξης, των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων που αντιστέκονται – αντιδρούν στη βία του αστικού κράτους. Ιστορικά -και όχι τώρα- το ταξικό εργατικό κίνημα, με τον ίδιο ξεκάθαρο τρόπο, έχει απορρίψει και την ατομική βία και την ατομική τρομοκρατία ως μορφή πάλης.
Ανθεκτικό στο χρόνο παραμένει και το στερεότυπο ιδεολόγημα του «κοινωνικού εταιρισμού», που -στην ουσία του- απαιτεί την παραδοχή της διαρκούς συνύπαρξης καπιταλιστών και εργαζομένων, την αποδοχή της εκμεταλλευτικής σχέσης κεφαλαίου – εργασίας σε βάρος της εργατικής τάξης. Με βάση αυτή την παραδοχή αυτό που πρέπει να επιδιώκουν η εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και το ταξικό εργατικό κίνημα είναι οι διαχειριστικές «μεταρρυθμίσεις» του καπιταλισμού και η αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου είναι επιτρεπτή μόνο… εάν και εφόσον το επιτρέψουν τα κέρδη του κεφαλαίου[xiv]. Συνεπώς και οι πολιτικές επιλογές της εργατικής τάξης, των εργαζομένων οφείλουν και πρέπει να περιορίζονται στην επιλογή ανάμεσα στην μια ή την άλλη διαχειριστική πολιτική του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από το ΠΑΣΟΚ ή τη ΝΔ ή του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ στις μέρες μας[xv].
Με την όξυνση της βασικής ταξικής αντίθεσης κεφαλαίου – εργασίας στη τρέχουσα παροξυνόμενη κρίση του καπιταλισμού, ο κυρίαρχος «ορθός πολιτικός λόγος» επιχειρεί, και σε μεγάλο βαθμό το πετυχαίνει, να επιβάλει ως κυρίαρχη αντίθεση το δίπολο «φασισμός – αντιφασισμός», δηλαδή «αστική δημοκρατία – φασισμός» ή «κοινοβουλευτική αστική δημοκρατία – δικτατορία», που στην ουσία του δηλώνει την απαίτηση για υποταγή του ταξικού εργατικού κινήματος στην κυριαρχία της αστικής δημοκρατίας, της αστικής τάξης και του κεφαλαίου και στις μέρες μας την υποταγή στις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές των δυνάμεων του «δημοκρατικού – συνταγματικού τόξου»[xvi].
Σε μια κοινωνία που χρόνια τώρα έχει πορωθεί από τον κοινωνικό κανιβαλισμό, που συστηματικά καλλιέργησαν και καλλιεργούν τα ντόπερμαν της ενημέρωσης και το υπηρετικό προσωπικό του αστικού μπλοκ εξουσίας, αλλά και η εκτεταμένη διαφθορά του ταξικού καθεστώτος της αστικής δημοκρατίας, δεν εκπλήσσουν οι ισοπεδωτικοί αφορισμοί: Όχι στην «κομματικοποίηση»[xvii], «όχι στα κόμματα», «όχι στα συνδικάτα», «όλοι ίδιοι είναι»[xviii]. Καμιά διάκριση ανάμεσα σ’ αυτούς που άσκησαν και ασκούν την κυβερνητική εξουσία, σ’ αυτούς που αντιστάθηκαν και αντιστέκονται στις καταστροφικές γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές. Κομμουνιστές, αριστεροί, δεξιοί και φασίστες στο ίδιο τσουβάλι… Αυτή η απολιτική ισοπέδωση συγκαλύπτει ευθύνες και υπεύθυνους, θρέφει παράλληλα την εθνικιστική ρατσιστική υστερία και τον εκφασισμό του καθεστώτος της αστικής δημοκρατίας. Αυτή η άρνηση της πολιτικής, αυτή η «απολιτική – αταξική – απελευθέρωση» από το διεφθαρμένο ταξικό καθεστώς της αστικής δημοκρατίας, αντικειμενικά, στην καλύτερη περίπτωση ανέχεται τις ακραίες φασίζουσες πολιτικές επιλογές του αστικού μπλοκ εξουσίας και στη χειρότερη ενισχύει τις πολιτικές φασιστικές οργανώσεις και τα ναζιστικά κόμματα όπως η χρυσή αυγή.
Φαίνεται να έχει ξεχαστεί πως ιστορικά ο φασισμός γεννιέται, δυναμώνει και αναπτύσσεται μόνον εφόσον το ταξικό εργατικό κίνημα έχει ηττηθεί και η κοινωνική εξαθλίωση γενικεύεται. Φαίνεται να έχει ξεχαστεί πως για να κερδίσουμε τα πολιτικά, κοινωνικά, συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες στο ταξικό καθεστώς της αστικής δημοκρατίας δόθηκαν σκληροί και αιματηροί ταξικοί αγώνες για το μεροκάματο, τον εργάσιμο χρόνο, τη σταθερή εργασία, το εκλογικό δικαίωμα, την υγεία, την παιδεία και την κοινωνική ασφάλιση. Στα χρόνια των μνημονίων η ουσιαστική κατάργησή τους είναι στοιχεία εκφασισμού του αστικού κράτους και ενίσχυσαν τους ναζί της χρυσής αυγής. Οι γενικές εκκλήσεις για αντιφασιστικό αγώνα και αντιφασιστικά μέτωπα που υποτιμούν τον κύριο στόχο που είναι η πάλη και η ανατροπή των πολιτικών εξαθλίωσης της κοινωνίας των μνημονιακών πολιτικών, στην πράξη συσκοτίζουν και αποπροσανατολίζουν από το περιεχόμενο και τους στόχους που πρέπει να έχει η αντιφασιστική πάλη του ταξικού εργατικού κινήματος.
Σ’ ένα γενικό αντιφασιστικό πλαίσιο -χωρίς περιεχόμενο και στόχους- χωράνε όλοι. Γι’ αυτό και το αστικό μπλοκ εξουσίας, με την επικουρία επιστημόνων,
διανοουμένων και των ΜΜΕ, ενώ υιοθετούν και εφαρμόζουν την πολιτική ατζέντα της χρυσής αυγής, με υψηλές κορώνες υποκριτικά την … καταγγέλλουν. Έχουν το θράσος να υψώνουν τη σημαία του αντιφασιστικού αγώνα και να καλούν σε συστράτευση και μέτωπο ενάντια στη φασιστική απειλή… και βρίσκουν -δυστυχώς- ανταπόκριση και στον ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Σ’ αυτόν τον κοινωνικό ορυμαγδό, κανένας δεν είναι φασίστας, ρατσιστής, φοβικός στη διαφορετικότητα, και όχι μόνον, αλλά δηλώνει υποκριτικά και αδυσώπητος πολέμιος…
Είναι πια προφανές σε όλους, πως στα χρόνια των μνημονίων κάθε αμυντική εργατική αγωνιστική κινητοποίηση σε μια επιχείρηση, έναν κλάδο ή τομέα, ακόμα και όταν στοχεύει στην «εξαίρεση» για την αποτροπή των συνεπειών της γενοκτονικής πολιτικής του αστικού μπλοκ εξουσίας, είναι αντικειμενικά μια ευθεία πολιτική σύγκρουση με τον κεντρικό πολιτικό σχεδιασμό του αστικού μπλοκ εξουσίας[xix]. Κι αυτό γιατί η πλημμυρίδα των αντεργατικών μέτρων σε όλα τα μέτωπα, ιδιωτικοποιήσεις, εργασία – κοινωνική ασφάλιση – υγεία – παιδεία – κοινωνικές υπηρεσίες – φορολογία στοχεύουν, συγκλίνουν, συμπυκνώνονται, σε δύο κεντρικούς στόχους: στην τιμή της εργατικής δύναμης (το κόστος αναπαραγωγής της, μισθοί, μεροκάματα) και στα χρονικά όρια της εργασίας[xx]. Στον «ανταγωνισμό» το κεφάλαιο δεν ανέχεται διαφοροποιήσεις στους γενικούς όρους εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, δρα κυνικά ως εξισωτής προς τα κάτω και απαιτεί οι ρυθμίσεις να ισχύουν για το σύνολο της εργατικής τάξης και του κόσμου της εργασίας[xxi]. Και το ελάχιστο ρήγμα ενέχει τον κίνδυνο -για την άρχουσα αστική τάξη και το κεφάλαιο- να καταρρεύσει ο κεντρικός πολιτικός σχεδιασμός όχι μόνο από τη σύγκρουση με τον κόσμο της εργασίας αλλά και από τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό τους.
Για τα ταξικό εργατικό κίνημα, η πάλη ενάντια στο φασισμό είναι ανάγκη, σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε, να δεθεί στενά με τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις της εργατικής τάξης. Ενδεικτικά, κεντρικό αίτημα και διεκδίκηση στα χρόνια των μνημονίων δεν μπορεί να είναι άλλο από τη μείωση του εργάσιμου χρόνου και την τιμή της εργατικής δύναμης με δρακόντεια νομοθετική ρύθμιση: Σταθερή εργασία, κατάργηση κάθε μορφής ελαστικής εργασίας με ανώτατο νόμιμο ωράριο 40 ωρών, συμβατικό ωράριο 35 ωρών, 5νθήμερο – 7ωρο[xxii] και κατώτερο βασικό μεροκάματο – μισθό – σύνταξη που να διασφαλίζει μια αξιοπρεπή ζωή.
[i] Πριν τη δολοφονία…
Πέτρος Γαϊτάνος (θεοφοβούμενος τραγουδιστής): «Μου αρέσει ο τσαμπουκάς της Χρυσής Αυγής».
Βύρων Πολύδωρας (δεξιός καραγκιόζης – ΝΔ): «Βεβαίως συνεργασία με τη Χρυσή Αυγή» | «Η Χρυσή Αυγή δεν είναι απειλή για τη Δημοκρατία»,
Θάνος Τζήμερος (νεοφιλελεύθερος καραγκιόζης – ΔΗΞΑΝ): «Αν η Χρυσή Αυγή είναι το αυγό, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το φίδι.»
Στέφανος Κασιμάτης (δημοσιογραφικός υπάλληλος του ομίλου Αλαφούζου): «Όσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στην Χρυσή Αυγή – και σοβαρολογώ απολύτως.»
Παναγιώτης Ψωμιάδης (δεξιός καραγκιόζης – ΝΔ): «Νέα Δημοκρατία και Χρυσή Αυγή είναι αδελφά κόμματα.»
Γιάννης Πλούταρχος (σκυλαδοπόπ τραγουδιστής): «Θα ψηφίσω Χρυσή Αυγή, αν είναι να μας βγάλει από το αδιέξοδο»
Γιώργος Τράγκας (δημοσιογραφικός λοβιτούρας -όπου φυσάν τα φράγκα): «Έχουν οι έρθει οι άνθρωποι [σ.σ. οι χρυσαυγίτες] όμως σε πλήθος εκπομπών μου και μου έχουν πει ότι δεν είναι ναζιστικό κόμμα, έχουν διαψεύσει όλες τις σχέσεις με νεοναζιστικές οργανώσεις που επικαλούνται διάφοροι..» | «Εγώ κυρίες και κύριοι αν λάβω υπόψιν μου ότι η ΧΑ είναι εκτός συνταγματικού τόξου, πρέπει να πω ότι 1 εκατομμύριο άνθρωποι στην Ελλάδα είναι εκτός συνταγματικού τόξου» (βλ. περισσότερα: http://jungle-report.blogspot.gr/2013/04/mein-tragas.html)
Μιχάλης Κατσιγέρας (δημοσιογραφικός υπάλληλος του ομίλου Αλαφούζου): «Το κενό μιας δημοσίας τάξεως για όλους τους πολίτες έχει ήδη αρχίσει να καλύπτεται στις μαύρες περιοχές των Αθηνών από τους ακτιβιστές της Χρυσής Αυγής»
Ντόρα Μπακογιάννη (νεοφιλελεύθερη διαπλεκόμενη – ΝΔ): «Εμένα η Χρυσή Αυγή μου φέρεται με το «σεις και με το σας»».
Μπάμπης Παπαδημητρίου (δημοσιογραφικός υπάλληλος του ομίλου Αλαφούζου): «Γιατί όχι μία σοβαρότερη Χρυσή Αυγή να τη δεχτούμε να υποστηρίξει μια συντηρητική συμμαχία.» | «Σε τελευταία ανάλυση, ο εθνικισμός δεν είναι ντροπή!».
Νότης Σφακιανάκης (σκυλαδοπόπ τραγουδιστής): «Η Χρυσή Αυγή ουσιαστικά αφυπνίζει αυτό που πρέπει να κάνουμε μόνοι μας. Να μην επιτρέπουμε σε κανέναν να έρθει να μας βιάσει.»
Ανδρέας Λοβέρδος (πέρα-δώθε πολιτικάντης): «Η Χρυσή Αυγή είναι αυθεντικό κίνημα»
Γιάννης Μπέζος (ηθοποιός της ευθύνης): «Το χαστούκι [του Κασιδιάρη] δεν σημαίνει ότι κάποιος χαστούκισε κάποιον συνάνθρωπό μας. Συμβολίζει χτυπάω κάτι κατεστημένο.»
Σάκης Ρουβάς (πχιοτικός ποπ σταρ): «Δεν με τρόμαξε που ο κόσμος ψήφισε την Χρυσή Αυγή»
Νίκος Βέρτης (σκυλαδοπόπ τραγουδιστής): «Η Χρυσή Αυγή από τα 100 που θα πει μπορεί τα 10 να είναι καλά».
Σταμάτης Γονίδης (σκυλάς): «Κάθε φορά κάποιον πρέπει να κάψουν για να αποδεικνύουν ότι είναι δημοκράτες. Να λοιπόν γιατί ο λαός που δεν μασάει κουτόχορτο ψηφίζει Χρυσή Αυγή.»
Μητροπολίτης Αμβρόσιος (κατοικητήριον του Θεού): «Η Χρυσή Αυγή μπορεί να καταστεί γλυκιά ελπίδα για τον πολίτη», (jungle-report.blogspot.gr).
[ii] «Το ξέρουν οι ταγοί του περίφημου «συνταγματικού τόξου» που ηγούνται της ίδρυσης και λειτουργίας στρατοπέδων συγκέντρωσης ανθρώπων στην Ελλάδα του 2013. […] Το ξέρουν οι μηχανισμοί του κράτους που ακόμα δεν έχουν απαντήσει αν ερευνήθηκε ποτέ εκείνη η απόρρητη έκθεση του τμήματος της ίδιας της Ελληνικής Αστυνομίας, με ημερομηνία 10/12/1999, η οποία μιλά για στενές διασυνδέσεις των ναζιστών της Χρυσής Αυγής με την ΕΛ.ΑΣ. Το ξέρουν όλοι αυτοί που στοιχειωδώς θα αντιδρούσαν αν δεν ήθελαν να βλέπουν τους ταγματαλήτες να χτυπούν μετανάστες στη Ραφήνα, να ακούνε ότι ταγματαλήτες μαχαιρώνουν μετανάστες στις γειτονιές, ότι ταγματαλήτες στήνουν καρτέρι σε κομμουνιστές, ότι ταγματαλήτες στρέφονται ενάντια στον εργατόκοσμο, φωνάζοντας μπροστά στις κάμερες: «Εμείς είμαστε μαζί με τους εφοπλιστές μας», (Ριζοσπάστης, Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ «Σκοτώσανε το γιο του μαστρο-Τάκη»….).
[iii] «Το 2004 ήρθε στη δημοσιότητα ένα άκρως απόρρητο έγγραφο της ίδιας της Ελληνικής Αστυνομίας με ημερομηνία 10/12/1999. Το άκρως απόρρητο έγγραφο (δημοσιεύτηκε στα «Νέα», στις 17/4/2004), αναφερόταν στη Χρυσή Αυγή, και ανάμεσα στα άλλα έλεγε και τα εξής:
«β) Η οργάνωση (σ.σ.: η Χρυσή Αυγή) διατηρεί πολύ καλές σχέσεις και επαφές με εν ενεργεία αξιωματικούς και μόνιμους υπαξ/κούς του στρατού, αλλά και με αποστράτους.
γ) Διατηρεί πολύ καλές σχέσεις και επαφές με εν ενεργεία και αποστράτους αξ/κούς της ΕΛ.ΑΣ., αλλά και με απλούς αστυνομικούς.
δ) Στο παρελθόν, κατά τη διάρκεια των επετείων της 17ης Νοέμβρη, αλλά και άλλων εκδηλώσεων του αριστερίστικου και αναρχικού χώρου, η αστυνομία τούς προμήθευε με ασυρμάτους και κλομπς, για να τους εντοπίζουν και να τους κτυπούν, εμφανιζόμενοι ως «αγανακτισμένοι» πολίτες.
(…)
στ) Τα περισσότερα μέλη της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ οπλοφορούν παράνομα, προμηθευόμενα όπλα από βουλευτές (της ΝΔ) παρουσιαζόμενοι ως συνοδοί τους», (Ριζοσπάστης, Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ Σχέσεις κράτους – Χρυσής Αυγής).
[iv] «Στις 7 Ιούνη 1934, τα SA (σ.σ Sturmabteilungen – Ομάδες Εφόδου) παίρνουν «άδεια» για όλο τον Ιούλη και ο Ernst Röhm αποσύρεται για την ίδια περίοδο στη λουτρόπολη της Άνω Βαυαρίας Bad Wiessee. Εκεί θα εξοντωθούν όλοι στις 28 Ιούνη αρχίζοντας από τον Röhm. Η εκκαθάριση των SA θα είναι το σύνθημα για μια εκτεταμένη και αιματηρή εκκαθάριση λογαριασμών σε όλο το Ράιχ. Καταρχήν, στο Βερολίνο, όπου εκτελούνται οι συνεργάτες του Αντικαγκελαρίου von Papen, που μένει ανενόχλητος», Θανάση Παπαρήγα «Η ταξική φύση του ναζιστικού κόμματος».
[v] «Στις 22 Δεκέμβρη του 1928, τέσσερις μόλις μήνες μετά τις εκλογές, η κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου κατέθεσε στη Βουλή ένα νομοσχέδιο που είχε ως τίτλο τη φράση «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Αργότερα, όταν το νομοσχέδιο αυτό έγινε νόμος του κράτους πήρε τον αριθμό 4229/25-7-1929. Στην ιστορία όμως πέρασε με την ονομασία «Ιδιώνυμο», αφού αντιμετώπιζε τον κομμουνισμό ως «ειδικό αδίκημα» και προέβλεπε μια σειρά μέτρα για την καταστολή του με προφανή τελικό στόχο τη συντριβή κάθε κομμουνιστικής δράσης και φυσικά του κύριου φορέα αυτής της δράσης, του ΚΚΕ», (Ριζοσπάστης, Το «Ιδιώνυμο»).
[vi] «Η κυρίως ατομική ιδιοκτησία άρχισε στους αρχαίους, όπως και στους σύγχρονους λαούς, με την κινητή ιδιοκτησία. (Δουλεία και κοινότητα) (Dominium ex jure quiritum – Ιδιοκτησία σύμφωνα με το νόμο που ισχύει για τους Ρωμαίους πολίτες με πλήρη δικαιώματα). Στην περίπτωση των εθνών που βγαίνουν από το Μεσαίωνα, η φυλετική ιδιοκτησία εξελίχτηκε μέσα από διάφορα στάδια -φεουδαρχική ιδιοκτησία της γης, κινητή ιδιοκτησία της συντεχνίας, κεφάλαιο στη μανιφακτούρα- ώσπου να φτάσει στο σύγχρονο κεφάλαιο, που καθορίζεται από τη μεγάλη βιομηχανία και τον παγκόσμιο συναγωνισμό, δηλαδή στην καθαρή ατομική ιδιοκτησία, που έχει απορρίψει κάθε εξωτερική εμφάνιση κοινοτικού θεσμού και έχει αποκλείσει το κράτος από κάθε επιρροή πάνω στην ανάπτυξη της ιδιοκτησίας. Σ” αυτή τη σύγχρονη ατομική ιδιοκτησία αντιστοιχεί το σύγχρονο κράτος, που με το να αγοράζεται βαθμιαία από τους κατόχους ιδιοκτησίας μέσω της φορολογίας, έχει πέσει ολοκληρωτικά στα χέρια τους μέσω του συστήματος του δημοσίου χρέους, και η ύπαρξή του έχει γίνει τελείως εξαρτημένη από την εμπορική πίστη, που οι κάτοχοι ιδιοκτησίας, οι αστοί, την επεκτείνουν σ” αυτό, όπως αντικαθρεφτίζεται στην άνοδο και πτώση των κρατικών ομολογιών στο χρηματιστήριο. Από το γεγονός και μόνο ότι είναι τάξη και όχι πια μια κλειστή φεουδαρχική τάξη, η αστική τάξη αναγκάζεται να οργανωθεί όχι πια τοπικά αλλά εθνικά, και να δώσει μια γενική μορφή στο κοινό μέσο συμφέρον της. Με τη χειραφέτηση της ατομικής ιδιοκτησίας από την κοινότητα, το κράτος έγινε μια ξεχωριστή οντότητα πλάι και έξω από την ιδιωτική κοινωνία, αλλά δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη μορφή οργάνωσης που οι αστοί υιοθετούν αναγκαστικά για την αμοιβαία εξασφάλιση της ιδιοκτησίας τους και των συμφερόντων τους, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά», (Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. τ. 1ος).
[vii] «[…] αν παραβλέψουμε τα τελείως ελαστικά όρια της εργάσιμης ημέρας, η ίδια η φύση της ανταλλαγής εμπορευμάτων δε βάζει καθόλου όρια στην εργάσιμη ημέρα, επομένως και στην υπερεργασία. Ο κεφαλαιοκράτης επωφελείται από το δικαίωμά του σαν αγοραστής όταν προσπαθεί να μεγαλώσει όσο γίνεται την εργάσιμη ημέρα, και αν είναι δυνατό, να κάνει τη μιαν εργάσιμη ημέρα δυό. Από την άλλη μεριά η ειδική φύση του εμπορεύματος που πουλήθηκε περικλείνει ένα όριο στην κατανάλωσή του από τον αγοραστή και ο εργάτης επωφελείται, από το δικαίωμά του σαν πουλητής όταν προσπαθεί να περιορίσει την εργάσιμη ημέρα σ” ένα καθoρισμένo κανονικό μέγεθος. Επομένως έχουμε εδώ μιαν αντινομία, δίκαιο ενάντια σε δίκαιο, και τα δυο εξίσου κατοχυρωμένα από το νόμο της ανταλλαγής εμπορευμάτων. Και ανάμεσα σε δυο ίσα δίκαια αποφασίζει η βία. Γι’ αυτό, στην ιστορία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής η ρύθμιση της εργάσιμης ημέρας παρουσιάζεται σαν πάλη για τα όρια της εργάσιμης ημέρας – πάλη ανάμεσα στο συνολικό κεφαλαιοκράτη, δηλ. την τάξη των κεφαλαιοκρατών, και στο συνολικό εργάτη, δηλ. την εργατική τάξη», (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 1ος).
[viii] «Ο ανταγωνισμός είναι η τελειότερη έκφραση του πολέμου όλων ενάντια σε όλους, που κυριαρχεί στην μοντέρνα αστική κοινωνία. Αυτός ο πόλεμος, πόλεμος για την ζωή, για την ύπαρξη, για όλα, που μπορεί να είναι, σε μια δεδομένη περίπτωση, ένας μέχρι θανάτου πόλεμος, οδηγεί σε σύγκρουση μεταξύ τους όχι μονάχα τις διάφορες τάξεις της κοινωνίας, αλλά ακόμα και μέλη των τάξεων αυτών μεταξύ τους. […] Ο ανταγωνισμός υπάρχει ανάμεσα στους εργάτες, όπως ανάμεσα και στους αστούς», (ΜΑΡΞ – ΕΝΓΚΕΛΣ, ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
[ix] «Ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ” αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση πού καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που τώρα υπάρχουν», (Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. τ. 1ος).
[x] «Το 1870 ο Μπακούνιν πρωτοστάτησε σε μια αποτυχημένη εξέγερση στη Λυών, πάνω σε αρχές που εφαρμόστηκαν στην πράξη αργότερα από την Παρισινή Κομμούνα. Κάνοντας έκκληση για γενική εξέγερση σε απάντηση της κατάρρευσης της γαλλικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, και επιδιώκοντας να μετασχηματίσει την αντιπαράθεση των δυνάμεων κυριαρχίας σε κοινωνική επανάσταση, συνέταξε τη διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης που τοιχοκολλήθηκε στη Λυών στις 26 Σεπτεμβρίου 1870. Χαρακτηριστικά αναφέρεται: «καταργούνται η κυβερνητική εξουσία του κράτους και η διοικητική μηχανή, επειδή κατέληξαν να είναι άχρηστες» (άρθρο 1) και «αναστέλλεται η λειτουργία των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων και τις αρμοδιότητές τους επωμίζεται η Λαϊκή Δικαιοσύνη» (άρθρο 2)»,Βικιπαίδεια.
«Με τον προσδιορισμό της Κομμούνας ως επανάσταση ενάντια στο κράτος ο Μαρξ δεν προσχωρεί στη θέση του Μπακούνιν για άμεση κατάργηση του κράτους. Η μπακουνινική αντίληψη θεωρεί ότι η κατάργηση του κράτους και της πολιτικής εξουσίας μπορεί να συντελεστεί σε μια στιγμή σε αντίθεση με την μαρξική επανάσταση νοούμενη ως διαδικασία. Υπό αυτή την έννοια όταν ο Μαρξ προσδιορίζει την Κομμούνα ως επανάσταση ενάντια στο κράτος επιθυμεί να τονίσει την ποιοτική τομή που συντελείται με την εμφάνιση μιας εξουσίας που κατέχει από την θέσμισή της την προοπτική της κατάργησής της σε βάθος χρόνου. Η Κομμούνα πλέον είναι η πολιτειακή δομή που από την πρώτη στιγμή εμπεριέχει την προοπτική της μετεξέλιξης σε ένα μη-κράτος.
[…] Η διακήρυξη της κατάργησης του κράτους θα καταλήξει σε μια οικτρή αποτυχία που θα αποτελέσει τροφή για ειρωνεία από μεριάς του Μαρξ», (περί αλλοτρίωσης, «Ο Μαρξ για την Κομμούνα του Παρισιού»).
[xi] «Το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου εθνικού πλούτου, που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού είναι το δημόσιο χρέος του», Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 1ος.
[xii] «Στα άκρα οδηγεί την θεωρία των δύο άκρων ο Χρύσανθος Λαζαρίδης υποστηρίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκει στο λεγόμενο συνταγματικό τόξο. Ο σύμβουλος του πρωθυπουργού, υποστήριξε πως «Η ένταση που καλλιεργείται από τον ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτεί την ένταση που δημιουργεί η Χρυσή Αυγή, που οδηγεί στη βία και το θάνατο. Η στρατηγική έντασης αλληλοτροφοδοτείται. Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει»», (Αυγή 18.09.2013).
[xiii] «[…] «Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να μην καταδικάζει γεγονότα κατάλυσης της νομιμότητας και του Συντάγματος, όπως π.χ. στις Σκουριές, παραμένει εκτός συνταγματικού τόξου» σημείωσε ο βουλευτής Επικρατείας (σ.σ., ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Χρύσανθος Λαζαρίδης) τονίζοντας πως «αν δεν σταματήσει αυτή η ένταση, να πάνε φυλακή αυτοί που πρέπει και οι άλλοι να φρονιμέψουν θα έχουμε και άλλους νεκρούς»», (Αυγή 18.09.2013).
[xiv] Αιτία της κρίσης θεωρούν τη δύναμη των συνδικάτων και του Συνδικαλιστικού Κινήματος που με τις διεκδικήσεις τους τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, περιορίζουν το ποσοστό κέρδους των επιχειρήσεων και εμποδίζουν τη συσσώρευση κεφαλαίου για επενδύσεις.
Συνεπώς για τους ζηλωτές του νεοφιλελευθερισμού, πρέπει να διατηρηθεί ένα κράτος ικανό να τσακίσει τη δύναμη των συνδικάτων, να καταργηθούν οι κατώτερες αμοιβές που ορίζουν οι Εθνικές Συλλογικές Συμβάσεις και να καθορίζονται από τον «ανταγωνισμό» της αγοράς εργασίας, λιτό στις κοινωνικές δαπάνες που τις θεωρούν παρασιτικές, να μην παρεμβαίνει στην οικονομία (ιδιωτικοποιήσεις, απορρύθμιση κρατικών παρεμβάσεων), και να ελέγξει τον πληθωρισμό. Βασικοί στόχοι είναι η νομισματική σταθερότητα, ο πειθαρχημένος κρατικός προϋπολογισμός, και ένα «φυσιολογικό ποσοστό ανεργίας» που θεωρείται αναγκαίο για την «αποτελεσματική» λειτουργία της αγοράς εργασίας. Εφόσον επιτευχθούν αυτά, μειωθούν οι φόροι, αυξηθούν τα κέρδη των επιχειρήσεων, αποκατασταθεί η διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου, και παράλληλα περιοριστούν οι κοινωνικές δαπάνες θα προκύψουν οι ανισότητες και τα κίνητρα για επενδύσεις και «ανάπτυξη».
[xv] «Τα κόμματα αυτά είναι κόμματα διακυβέρνησης του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος. Δηλαδή, κόμματα διαχείρισής του και νομιμοποίησής του. Η αναφορά σε κόμματα διακυβέρνησης δεν περιορίζεται στα κόμματα που βρίσκονται στην κυβέρνηση. Αφορά, σε τελική ανάλυση, στα κόμματα της κρατικής διοίκησης, σ’ αυτά που βρίσκονται σε τροχιά διαχείρισής της, οργανικά διαπλεγμένα μ’ αυτήν, συγκροτημένα προγραμματικά και ιδεολογικά με άξονα την εγγραφή των ιδιαίτερων εκπροσωπήσεών τους στους κανόνες λειτουργίας της. Η ιδιότητα αυτή των συγχρόνων κομμάτων “φωτογραφίζει» και την ιδιαίτερη δόμηση που παρουσιάζουν καθ’ εικόνα του κράτους. Η συγκρότησή τους υπακούει στους οργανωτικούς διαχωρισμούς που επιβάλλει ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας και στο ιδεολογικό πλέγμα στο οποίο τα τοποθετεί η θεωρία του “εθνικού συμφέροντος»», («ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ – ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1974 – 1985», σελ. 36.).
[xvi] Tvxs, Ευάγγελος Βενιζέλος: «Μέσα στο αμάλγαμα του λεγόμενου αντιμνημονιακού μετώπου συνυπάρχουν δυνάμεις οι οποίες είναι ακροδεξιές, ναζιστικές, παραδοσιακά κομμουνιστικές και βεβαίως νεοριζοσπαστικές δήθεν, οι οποίες στην πραγματικότητα εκφράζουν ένα κόμμα του δημοσίου, του δημόσιου τομέα, της ακινησίας και των συντεχνιακών συμφερόντων. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτό το κόμμα. Καλλιεργεί ως κόμμα του δημοσίου, του δημόσιου τομέα, του παλαιού συστήματος, της ακινησίας, του συντεχνιασμού, της αυταπάτης ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, του κλεισίματος του πελατειακού ματιού στον οποιονδήποτε για ο,τιδήποτε, το κόμμα αυτό καλλιεργεί τη στρατηγική της έντασης». […] Ο κ. Βενιζέλος εξέφρασε τέλος τον αποτροπιασμό του για το αιματηρό περιστατικό (σ.σ. τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα) και ζήτησε «να συνεργαστούν οι δυνάμεις του λεγόμενου συνταγματικού τόξου για να απομονώσουν τη Χρυσή Αυγή και να αναδείξουν τον παραβατικό, τον εγκληματικό χαρακτήρα της».
[xvii] «Το φαινόμενο της σύγχρονης κομματικοποίησης πολλές φορές έχει συσκοτισθεί Αντιπαραβάλλεται συνήθως στην ιδεολογία της “κρατικής ουδετερότητας”, της αξιοκρατίας και της αποδοτικότητας του δημόσιου τομέα, θεωρούμενη ως εκδήλωση παρέκκλισης από την “κανονικότητα” της κρατικής λειτουργίας. Η κομματικοποίηση ωστόσο αποτελεί ένα οργανικό και σύμφυτο φαινόμενο του σημερινού κράτους (βλέπε και Δ’ Μέρος της παρούσης διατριβής). Πρόκειται για ένα μόνιμο, σχεδόν, φαινόμενο, το οποίο ανάγεται στην ανάγκη ελέγχου, εποπτείας και ενοποίησης του διοικητικού κρατικού μηχανισμού στην υλοποιούμενη κάθε φορά (κυβερνητική) πολιτική. Χωρίς την κομματική παρέμβαση θα ήταν αδύνατον να ελεγχθεί η, ούτως ή άλλως, σχετικώς αυτονομημένη διοικητικά κρατική μηχανή Στα σύγχρονα, κράτη η κομματικοποίηση γίνεται περισσότερο αισθητή μάλιστα, όταν η συναίνεση ως προς τις προτεραιότητες της κρατικής πολιτικής δεν είναι εξασφαλισμένη και παρουσιάζονται διαφορές ανάμεσα στα κόμματα διακυβέρνησης». («ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ – ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1974 – 1985», σελ. 36.)
[xviii] Το ΒΗΜΑ της Κυριακής, Δημοσκόπηση: Οι Έλληνες μεταξύ οργής και ανασφάλειας: «[…] Τελευταία στον πίνακα εμπιστοσύνης τους είναι τα ΜΜΕ και προτελευταία τα κόμματα και τα συνδικάτα[…]. Στη δημοσκόπηση της Κάπα Research οι πολίτες ερωτώνται ποιους θεσμούς εμπιστεύονται για την πρόοδο και την ευημερία της χώρας και δηλώνουν ότι προτιμούν κατά σειρά τον στρατό, τις επιχειρήσεις, την Εκκλησία, την αστυνομία και τη Δικαιοσύνη. […] Το 73,9% όσων συμμετείχαν στη δημοσκόπηση της Κάπα Research πιστεύουν ότι οι μετανάστες αυξάνουν τις πράξεις βίας και την εγκληματικότητα και γι” αυτό το 47,3% ζητούν να φύγουν όσοι δεν είναι αναγκαίοι ή είναι παράνομοι. Ένα ποσοστό 75,4% εγκρίνει την εφαρμογή του σχεδίου «Ξένιος Ζευς».
Real.gr, από την ίδια δημοσκόπηση: Περίπου 7 στους 10 υποστηρίζουν πως στις δημοτικές εκλογές θα ψηφίσουν υποψήφιο που δεν έχει σχέση με τα κόμματα και την πολιτική. Σύμφωνα με την δημοσκόπηση της Kapa Research για το ΒΗΜΑ της Κυριακής το 67,4% των ερωτηθέντων απαντά πως θα στηρίξει τον υποψήφιο που δεν θα έχει σχέση με την πολιτική και τα κόμματα.
[xix] «Ό,τι ο προλετάριος έχει ανάγκη, δεν μπορεί να το πάρει, παρά από αυτή την αστική τάξη, της οποίας το μονοπώλιο εξασφαλίζεται από την δύναμη του Κράτους. Ο προλετάριος είναι λοιπόν, δίκαια και πραγματικά, ο σκλάβος της αστικής τάξης, που έχει το δικαίωμα απόφασης για την ζωή του ή τον θάνατό του», (ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
[xx] «Έτσι το εργατικό κίνημα που και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού Ωκεανού γεννήθηκε ενστικτώδικα από τις ίδιες τις σχέσεις παραγωγής επισφραγίζει τα λόγια του Άγγλου επόπτη εργασίας Ρ. Τζ. Σωντερς: «Ποτέ οι παραπέρα ενέργειες για τη μεταρρύθμιση της κοινωνίας δε θα έχουν κάποιες πιθανότητες επιτυχίας, αν δεν περιοριστεί προηγούμενα η εργάσιμη ημέρα και αν δεν επιβληθούν αυστηρά τα όρια που θα της καθοριστούν», (Κ. Μαρξ Το κεφάλαιο Τ.1ος).
[xxi] «Το κεφάλαιο από την φύση του εξισωτής… ζητάει σ” όλες τις σφαίρες παραγωγής ισότητα στους όρους εκμετάλλευσης της εργασίας σαν έμφυτο «ανθρώπινο δικαίωμα». (Κ. Μαρξ, Το κεφάλαιο Τ.1ος).
[xxii] «’Όσον αφορά στην νομοθεσία για τις βιομηχανίες, σαν πρώτη προϋπόθεση για να έχει η εργατική τάξη σίγουρα τα νώτα της, ώστε να αναπτυχθεί και να δράσει, ζητώ να γίνει από το κράτος, με την μορφή καταναγκαστικών νόμων, που δεν θα υποχρεώνουν μόνο τους βιομήχανους, αλλά και τους εργάτες». [Δες στο Κεφάλαιο, βιβλίο 1ο (EDITIONS SOCIALES, τόμος 1, σελ. 225, σημείωση 3) όπου ο Μαρξ αναφέρεται στην αντίσταση των υφαντριών, που ήθελαν να κάνουν υπερωρίες]. Γράμμα του Μαρξ στον Κούγκελμαν, στις 17 Μαρτίου 1868, (ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
Βαθύ Κόκκινο
http://gregordergrieche.blogspot.gr/2013/10/blog-post_3482.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου