Το κεφαλοχώρι Κρουσώνας πρωταγωνιστής της αιματοβαμμένης
ελληνογερμανο-ελληνικής αναμέτρησης στην Κρήτη 1941- 1945.
Από τον Ιάσονα Χανδρινό: Η εξήγηση του φαινομένου των «γερμανοντυμένων» Ελλήνων.
...Από τις αρχές του 1942,«ήταν σπάνιο ακόμη και το πιο απόμερο χωριό να μην είχε τουλάχιστον ένα κρυφό πληροφοριοδότη γνωστό ως V-Mann, δηλαδή έμπιστο». Τα δίκτυα της γερμανικής αντικατασκοπίας βασίστηκαν σε κοινοτάρχες πρόθυμους για συνεργασία, ενώ «είναι αξιοσημείωτο ότι τέτοια όργανα ως επί το πρώτον ήταν οπαδοί του Λαϊκού Κόμματος, στους οποίους οι γερμανικές αρχές στηρίχθηκαν όταν πρωτοήρθαν στην Κρήτη»).
Η συγκεκριμένη επισήμανση φωτογραφίζει τους κατοίκους του Κρουσώνα Ηρακλείου, του χωριού με το πιο «μελανό» κατοχικό μητρώο στην Κρήτη, από το οποίο ο Σούμπερτ στρατολόγησε 45 άτομα που αποτέλεσαν τον σκληρό πυρήνα του «Σώματος Κυνηγών» του, με πρωτοπόρα τα μέλη της οικογένειας του Μιχάλη Τζουλιά . Πώς εξηγείται μια τόσο ομόθυμη προθυμία, σε τόσο πρώιμο στάδιο (Ιανουάριος 1942) και μάλιστα στο τελευταίο μέρος της Ελλάδας που θα περίμενε κανείς να συναντήσει γερμανόφιλους; Η εμφάνιση αυτής της δυναμικής φωλιάς φιλοναζιστών οφειλόταν κατά κύριο λόγο «στην γερμανοφροσύνη της οικογένειας των Τζουλιάδων,που ανήκε στην εύπορη τάξη του χωριού και ασκούσε επιρροή σε Κρουσανιώτες με τους οποίους διατηρούσε δεσμούς συγγένειας, αγχιστείας, συντεκνίας ή παρόμοιων πολιτικών πεποιθήσεων» και, αντίστοιχα, στη γενικότερη «αγγλοφιλία» που εξέφραζε η πλειοψηφία στο χωριό.
Συν τοις άλλοις, η κρητική περίπτωση μοιάζει να μην επαληθεύει τα πολυεργαλεία με τα οποία συνηθίζουμε να ερμηνεύουμε τον δωσιλογισμό: «Ο αντικομουνισμός δεν έπαιξε σχεδόν κανένα ρόλο, γιατί στην Κρήτη, αντίθετα με ότι συνέβη στην ηπειρωτική Ελλάδα, δεν βρήκε έδαφος να αναπτυχθεί έως τότε σε υπολογίσιμο παράγοντα» Από τον Μάιο του 1942, οπότε σημειώθηκαν σι πρώτοι φόνοι βεντέτες ανάμεσα στους Τζουλιάδες και την ομάδα τού επίσης κρουσανιώτη αντάρτη, Αντώνη Γρηγοράκη (καπετάν Σατανά), το χωριό θα μεταβληθεί σε πυρήνα του ένοπλου δωσιλογισμού στην Κρήτη και «επίκεντρο εγκληματικών δραστηριοτήτων» Ποιοι ήταν όμως οι «Σουμπερίτες» και τι μαθαίνουμε για αυτούς;To μεγαλύτερο ποσοστό των Σουμπεριτών ήταν άτομα κατώτερης κοινωνικής και οικονομικής στάθμης μικροί γεωργοί ,αγροφύλακες, άνεργοι, τυχοδιώκτες, ζωοκλέφτες και διάφοροι κλέπτες και, όχι σπάνια, χαμηλού διανοητικού επιπέδου, τα οποία παρακινήθηκαν να συνεργασθούν με τον εχθρό βασικά από την επιθυμία του πλουτισμού μέσω της συστηματικής λεηλασίας. Σε μια μικρότερη μερίδα εθελοντών συνετέλεσαν στην ένταξη τους συνδυαστικά η γερμανοφιλία, οι προσωπικές ή οικογενειακές διαφορές, οι κομματικές έριδες και, σε ελάχιστες περιπτώσεις, ο εξαναγκασμός. Αυτό που υπονοείται εδώ, είναι πως οι ανείπωτες αγριότητες των Κρουσανιωτών σουμπεριτών, που επί δυόμισι χρόνια πρωτοστάτησαν σε καταδόσεις, δολοφονίες και λεηλασίες από το Λασίθι μέχρι τα ορεινά χωριά της Πέλλας,τροφοδοτούνταν από την περιθωριακότητα της περίπτωσής τους. Πέρα από τη δεδομένη ροπή του ντόπιου κρητικού πληθυσμού στην οπλοκατοχή και οπλοχρησία και τις παραδοσιακές «συνήθεις διαμάχες και διενέξεις με βάση τις προσωπικές, οικογενειακές και κομματικές διαφορές, οι οποίες συχνά κατέληγαν σε βίαιες συγκρούσεις» ήταν oι συνθήκες της Κατοχής στην Κρήτη που καθιστούν τόσο ορατές τις εξαιρέσεις του κανόνα. To χάσμα ανάμεσα σε κατακτητές και κατακτημένους ήταν τόσο βαθύ, ώστε οι ντόπιοι δωσίλογοι ξεχώριζαν αισθητά μέσα στον κρητικό πληθυσμό, εξ ου και το «ακατάσχετο μίσος εναντίον των Γκεσταπιτών, όπως συνήθως αποκαλούσαν τους Σουμπερίτες και γενικά τους δωσίλογος» Η διολίσθηση των «Σουμπεριτών» σε κτηνώδεις πράξεις ανόμοιες με τα έργα και τις ημέρες κάθε άλλης δωσιλογικής οργάνωσης ή παραστρατιωτικού σώματος εκείνης της ταραγμένης εποχής μοιάζει σαν αντίδοτο στην ανασφάλεια που προκαλούσε η de facto τοποθέτηση τους στο πολιτικό και κοινωνικό περιθώριο. Κι αν δεν μιλούσαμε μάλιστα με ιστορικούς αλλά με ιατρικούς όρους, η αποτέφρωση των 14 γυναικών στην Καλή Συκιά Ρεθύμνου (6 Οκτωβρίου 1943), «πράξη που ξεχώρισε τον Σούμπερτ από τους άλλους Γερμανούς,... και η αποτρόπαια σφαγή στον Χορτιάτη, με μητέρες και παιδιά να καρφώνονται με ξιφολόγχες και να πετιούνται στα φλεγόμενα κτίρια, ίσως να μπορούσε να εξηγηθεί ως αποτέλεσμα της ώσμωσης μερικών ψυχολογικά και κοινωνικά νοσηρών προσωπικοτήτων του Σούμπερτ μη εξαιρουμένου.
Αποσπάσμα από την δημοσίευση του Ιάσονα Χανδρινού για το βιβλίο του Θανάση Φωτίου, Η ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα. Η αιματηρή πορεία τον Φριτς Σούμπερτ και τον ελληνικού «Σώματος Κυνηγών» στην κατοχική Κρήτη και Μακεδονία.
Τα ονόματα των Kρουσανιωτών σουμπεριτών
|
Ο διαβόητος ο γερμανός Φριτς Σούμπερτ (21 February 1897 – 22 October 1947)
|
Το χωριό Κρουσώνας τροφοδότησε το τάγμα του Σούμπερτ με πολλούς γκεσταπίτες που αποτέλεσαν τον σκληρό πυρήνα του «Σώματος Κυνηγών» διεξάγοντας άγριες επιδρομές και δολοφονίες λεηλατώντας και καταστρέφοντας χωριά και στους τέσσερις νομούς της Κρήτης.